Τετάρτη 15 Ιουλίου 2020

Η ΤΕΛΕΥΤΑΊΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΟ 1919

Ητελευταία λειτουργία στην Αγιά Σοφιά έγινε την Τρίτη 29 Μαΐου 1453, ύστερα η Πόλη αλώθηκε. Κι όμως, ένα τολμηρός κρητικός παπάς, το 1919, 466 ολόκληρα χρόνια μετά την Άλωση, κατάφερε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα και να λειτουργήσει στην Αγία Σοφιά.
Πρωταγωνιστής αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος της εθνικής μας ζωής, της λειτουργίας στην Αγιά Σοφιά, ήταν ένα αληθινό παλικάρι, ένα βλαστάρι της λεβεντογέννας Κρήτης, ο παπά – Λευτέρης Νουφράκης από τις Άλωνες Ρεθύμνου
Ο παπα-Λευτέρης Νουφράκης υπηρετούσε ως στρατιωτικός ιερέας στη Β’ Ελληνική Μεραρχία, μια από τις δυο Μεραρχίες πού συμμετείχαν στις αρχές του 1919 στο «συμμαχικό» εκστρατευτικό σώμα στην Ουκρανία.
Η  Μεραρχία αύτη στο δρόμο προς την Ουκρανία στάθμευσε για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, την Πόλη των ονείρων του Ελληνικού λαού, η οποία την εποχή εκείνη βρισκόταν υπό «συμμαχική επικυριαρχία», ύστερα από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με επικεφαλής 4ο γενναίο κρητικό και μαζί του τον ταξίαρχο Φραντζή, τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, το Λοχαγό Σταματίου και τον Υπολοχαγό Νικολάου αγνάντευαν από το πλοίο την πόλη και την Άγια-Σοφιά, κρύβοντας βαθιά μέσα στην καρδιά τους το μεγάλο μυστικό τους, τη μεγάλη απόφαση πού είχαν πάρει το περασμένο βράδυ, ύστερα από πρόταση και έντονη επιμονή του τολμηρού Κρητικού παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Να βγουν δηλαδή στην πόλη και να λειτουργήσουν στην Άγια-Σοφιά.
Όλοι τους ήταν διστακτικοί, όταν άκουσαν τον παπα-Λευτέρη να τους προτείνει το μεγάλο εγχείρημα. Ήξεραν ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα.
Ή Άγια-Σοφιά ήταν ακόμη τζαμί και σίγουρα κάποιοι φύλακες θα ήταν εκεί, κάποιοι άλλοι θα πήγαιναν για προσευχή, δεν ήταν δύσκολο από τη μία στιγμή στην άλλη να γεμίσει η εκκλησία. Ύστερα ήταν και οί ανώτεροι τους, οι οποίοι δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την ενέργεια, ή οποία σίγουρα θα προκαλούσε θύελλα αντιδράσεων από τους «συμμάχους» για την «προκλητικότητα» της.


Ίσως, μάλιστα, να δημιουργούνταν και διπλωματικό επεισόδιο, το οποίο φυσικά θα έφερνε σε δύσκολη θέση την Ελληνική κυβέρνηση και τον τότε πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο.
Όμως ο παπα-Λευτέρης είχε πάρει την απόφαση του, ήταν αποφασιστικός και κατηγορηματικός. Αν δεν έρθετε εσείς, θα πάω μοναχός μου! Μόνο ένα ψάλτη θέλω. Εσύ, Κωνσταντίνε Λιαρομάτη, θα μου κάνεις τον ψάλτη; Εντάξει, παππούλη, του απάντησε ο Ταγματάρχης, ο οποίος πήρε και αυτός την ίδια απόφαση, κι όλα πια είχαν μπει στο δρόμο τους.
Τελικά, μαζί τους πήγαν και οί άλλοι. Το πλοίο πού μετέφερε τη Μεραρχία είχε αγκυροβολήσει στ’ ανοιχτά, γι’ αυτό επιβιβάστηκαν σε μία βάρκα στην οποία κωπηλατούσε ένας Ρωμιός της Πόλης και σε λίγο αποβιβάστηκαν στην προκυμαία.
Ο Κοσμάς, Ο ντόπιος βαρκάρης, έδεσε τη βάρκα και τους οδήγησε από το συντομότερο δρόμο στην Αγιά Σοφιά. Η πόρτα ήταν ανοιχτή λες και τους περίμενε. Ο Τούρκος φύλακας κάτι πήγε να πει στη γλώσσα του, όμως τον καθήλωσε στη θέση του και τον άφησε άφωνο ένα άγριο κι αποφασιστικό βλέμμα του Ταξίαρχου Φραντζή. Όλοι μπήκαν μέσα με ευλάβεια και προχώρησαν κάνοντας το σταυρό τους.
Ο παπα-Λευτέρης ψιθύρισε με μεγάλη συγκίνηση: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου, προσκυνήσω προς Ναόν Άγίον σου εν φόβω…». Προχωρεί γρήγορα, δεν χρονοτριβεί, εντοπίζει το χώρο στον όποιο βρισκόταν το Ιερό και η Αγία Τράπεζα. Βρίσκει ένα τραπεζάκι, το τοποθετεί σ’ αυτή τη θέση, ανοίγει την τσάντα του, βγάζει όλα τα απαραίτητα για τη Θεία Λειτουργία, βάζει το πετραχήλι του και αρχίζει.
Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν, αποκρίνεται ο Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ή Θεία Λειτουργία στην Αγιά Σοφιά έχει αρχίσει.
Μακάρι να μας αξιώσει ο Θεός να την ολοκληρώσουμε, σκέφτονται όλοι, και σταυροκοπιούνται με κατάνυξη. Οι αξιωματικοί μοιάζουν να τα ‘χουν χαμένα, όλα έγιναν τόσο ξαφνικά και φαίνονται απίστευτα Η Θεία Λειτουργία προχωρεί κανονικά. Η Αγιά-Σοφιά ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια ξαναλειτουργείται!
Ο παπα-Λευτέρης συνεχίζει.
Όλα γίνονται ιεροπρεπώς, σύμφωνα με το τυπικό της Εκκλησίας. Ακούγονται τα «ειρηνικά», το «Κύριε ελέησον», «ό Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού…», πού γράφτηκε από τον ίδιο τον Ιουστινιανό με την προσταγή και την φροντίδα του οποίου χτίστηκε και ή Άγια-Σοφιά. Ακολουθεί ή Μικρή Είσοδος, το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ…», ο Απόστολος από τον Ταξίαρχο Φραντζή και το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα από τον παπα-Λευτέρη. Χρέη νεωκόρου εκτελεί ό Υπολοχαγός Νικολάου. Στο μεταξύ η Αγιά Σοφιά αρχίζει να γεμίζει με Τούρκους.
Ο παπα-Νουφράκης δεν πτοείται και συνεχίζει. Οι άλλοι κοιτάζουν σαστισμένοι πότε τον ατρόμητο παπά και πότε τους Τούρκους, πού μέχρι εκείνη τη στιγμή παρακολουθούν σιωπηλοί μη μπορώντας ίσως να πιστέψουν στα μάτια τους, γιατί αυτό πού γινόταν εκείνη την ώρα μέσα στην Αγιά Σοφιά ήταν πραγματικά κάτι το απίστευτο.
Μετά το Ευαγγέλιο ακολουθεί το Χερουβικό από τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, ενώ ο παπα-Λευτέρης τοποθετεί το αντιμήνσιο πάνω στο τραπεζάκι, για να κάνει την Προσκομιδή. Οι Τούρκοι συνεχώς πληθαίνουν. Οι ώρες είναι δύσκολες, αλλά και ανεπανάληπτες, ιστορικές.
Ο παπα-Νουφράκης συνεχίζει. Βγάζει από την τσάντα ένα μικρό Άγιο Ποτήριο, ένα δισκάριο, ένα μαχαιράκι, ένα μικρό πρόσφορο κι ένα μικρό μπουκαλάκι με νάμα. Με ιερή συγκίνηση και κατάνυξη κάνει την προσκομιδή, ενώ ό Λιαρομάτης συνεχίζει να ψάλει το Χερουβικό.
Όταν ολοκλήρωσε την Προσκομιδή, στρέφεται στον Υπολοχαγό Νικολάου, του λέει ν’ ανάψει το κερί για να ακολουθήσει ή Μεγάλη Είσοδος. Ό νεαρός Υπολοχαγός προχωρεί μπροστά με το αναμμένο κερί και ακολουθεί ό παπάς βροντοφωνάζοντας: «Πάααντων ημών μνησθείη Κύριος ό Θεός…». Στη συνέχεια ακολουθούν οι «Αιτήσεις»» και το «Πιστεύω», το όποιο είπε ό Φρατζής .
Στο μεταξύ η Αγιά Σοφιά, έχει γεμίσει με Τούρκους κι ανάμεσα τους υπάρχουν και πολλοί Έλληνες της Πόλης, οι οποίοι βρέθηκαν εκεί αυτή την ώρα και παρακολουθούν με συγκίνηση τη λειτουργία, χωρίς να τολμούν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματα τους «δια τον φόβον των Ιουδαίων», ήτοι  των Τούρκων.
Μόνο κάποιες στιγμές δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυα, πού τρέχουν από τους οφθαλμούς τους και για να μην προδοθούν φροντίζουν και τα σκουπίζουν πριν γίνουν «πύρινο» ποτάμι και τότε ποιος θα μπορούσε να τα συγκρατήσει.
Η Λειτουργία στο μεταξύ φτάνει στο ιερότερο σημείο της, την Αναφορά. Ο παπα-Λευτέρης, με πάλλουσα από τη συγκίνηση φωνή, λέει: «Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα».Όλοι οί αξιωματικοί γονατίζουν και ή φωνή του Ταγματάρχη Λιαρομάτη ακούγεται να ψέλνει το «Σε υμνούμεν, Σε ευλογούμεν, Σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά Σου, ό Θεός ημών». Σε λίγη ώρα ή αναίμακτη θυσία του Κυρίου μας έχει τελειώσει στην Αγιά Σοφιά, ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια!!
Ακολουθεί το «Άξιον εστίν», το «Πάτερ ημών», το «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε» και όλοι οί αξιωματικοί πλησιάζουν και κοινωνούν τα Άχραντα Μυστήρια. Ο παπα-Λευτέρης λέει γρήγορα τις ευχές και ενώ ο Λιαρομάτης ψέλνει το «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον…» καταλύει το υπόλοιπων της Θείας Κοινωνίας και απευθυνόμενος στον Υπολοχαγό Νικολάου του λέει: «Μάζεψε τα γρήγορα όλα και βαλτά μέσα στην τσάντα»,Ύστερα κάνει την Απόλυση!
Ή Θεία Λειτουργία στην Άγια-Σοφιά, έχει ολοκληρωθεί.
Ένα όνειρο δεκάδων γενεών Ελλήνων έχει γίνει πραγματικότητα. Ο παπα-Νουφράκης και οι τέσσερις αξιωματικοί είναι έτοιμοι να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν στο πλοίο. Ή Εκκλησία όμως είναι γεμάτη Τούρκους, οί όποιοι έχουν αρχίσει να γίνονται άγριοι, επιθετικοί συνειδητοποιώντας τι ακριβώς είχε συμβεί. Η ζωή τους κινδυνεύει άμεσα.
Όμως δε διστάζουν, πλησιάζει ο ένας τον άλλο, γίνονται «ένα σώμα», μια γροθιά και προχωρούν προς την έξοδο.
Οι Τούρκοι είναι έτοιμοι να τους επιτεθούν, όταν ένας Τούρκος αξιωματούχος παρουσιάζεται με την ακολουθία του και τους λέει: «Ντουρούν χέμεν» (αφήστε τους να περάσουν). Το είπε με μίσος. Θα ήθελε να βάψει τα χέρια του στο αίμα τους, όμως εκείνη τη στιγμή έτσι έπρεπε να γίνει, αυτό επέβαλαν τα συμφέροντα της πατρίδας του, δεν ήταν χρήσιμο γι’ αυτούς να σκοτώσουν τώρα πέντε Έλληνες αξιωματικούς μέσα στην άγια Σοφιά.
Δεν ξεχνά ότι στ’ ανοιχτά της Πόλης βρίσκονται δυο ετοιμοπόλεμες Ελληνικές Μεραρχίες κι ακόμη ότι η Κωνσταντινούπολη βρίσκεται ουσιαστικά υπό την επικυριαρχία των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στους οποίους βέβαια δεν συμπεριλαμβάνονται οι Τούρκοι.
Στο άκουσμα αυτών των λόγων οι Τούρκοι υποχωρούν. Ο παπα-Νουφράκης και οι άλλοι αξιωματικοί βγαίνουν από την Αγιά Σοφιά κατευθυνόμενοι προς την προκυμαία, όπου τους περιμένει ή βάρκα. Ένας μεγαλόσωμος Τούρκος τους ακολουθεί, σηκώνει ένα ξύλο και ορμά για να χτυπήσει τον παπα-Νουφράκη. Διαισθάνεται, ξέρει ότι αυτός ο παπάς είναι ο εμπνευστής αυτού του γεγονότος.
Ο ηρωικός παπάς σκύβει για να προφυλαχθεί, αλλά ο Τούρκος καταφέρνει και τον χτυπά στον ώμο. Λυγίζει το σώμα του από τον αβάσταχτο πόνο, όμως μαζεύει τις δυνάμεις του, ανασηκώνεται και συνεχίζει να προχωρεί.
Στο μεταξύ ο Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ο Λοχαγός Σταματίου αφοπλίζουν τον Τούρκο, ο οποίος είναι έτοιμος για να δώσει το πιο δυνατό κι ίσως το τελειωτικό χτύπημα στον παπά. Ήδη, πλησιάζουν στη βάρκα. Μπαίνουν όλοι μέσα.
Ο Κοσμάς μαζεύει τα σχοινιά και αρχίζει γρήγορα να κωπηλατεί. Σε λίγο βρίσκονται πάνω στο ελληνικό πολεμικό πλοίο ασφαλείς .και θριαμβευτές. Βέβαια ακολούθησε διπλωματικό επεισόδιο και οί «σύμμαχοι» διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος αναγκάστηκε να επιπλήξει τον παπα-Λευτέρη Νουφράκη.
Όμως κρυφά επικοινώνησε μαζί του και «τον επαίνεσε και συνεχάρη τον πατριώτη ιερέα, πού έστω και για λίγη ώρα ζωντάνεψε μέσα στην Άγια-Σοφιά τα πιο ιερά όνειρα του Έθνους μας».
Ο  τολμηρός απλός παπάς, από τις Άλωνες Ρεθύμνου, σήκωσε πάνω στους ώμους του και ζωντάνεψε, έστω και για λίγο, ένα από τα πιο επικά, πιο, ιερά πιο άγια όνειρα…
ΠΗΓΗ: Απόσπασμα από το ομώνυμο άρθρο του Ανδρέα Κυριάκου στο περιοδικό,«Τα Πάτρια».

Κυριακή 12 Ιουλίου 2020

Η Αρβελέρ για κορωνοιό

Η Ελένη Άρβελερ για Μητσοτάκη και Τσίπρα

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αυτή τη στιγμή είναι δώρο για την Ελλάδα υποστηρίζει η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ σε συνέντευξή της στο podcast -Πρωταγωνιστές του Σταύρου Θεοδωράκη.
Ο Μητσοτάκης -όπως αναφέρει η κυρία Αρβελέρ- φέρεται αυτή τη στιγμή: «σαν πατριώτης, σαν γνώστης των πραγμάτων και σαν υπεύθυνος μιας ομάδας υπεύθυνης. Δεν μπορούσαμε ίσως να βρούμε καλύτερο ηγέτη». Εξαίρει επίσης τον Πρωθυπουργό για την επιλογή του Σωτήρη Τσιόδρα «προβλέποντας» ότι σε μερικά χρόνια η ευχή για τα παιδιά θα είναι «να γίνεις σαν τον Τσιόδρα». Θετικά πάντως κρίνει και την συναινετική στάση του Αλέξη Τσίπρα λέγοντας όμως ότι εξαιτίας αυτής της στάσης, έχει μείνει μόνος του στον ΣΥΡΙΖΑ.

Η διακεκριμένη ιστορικός –94 ετών σήμερα– αντιδρά πάντως σε όσους την κατατάσσουν στις ευπαθείς ομάδες γιατί έτσι για πρώτη φορά βιώνει περιορισμούς με βάση την ηλικία της. Μιλάει άλλωστε και για τα χρόνια της Σορβώνης όπου ως η νεότερη καθηγήτρια ιστορίας του πανεπιστημίου «αναμετρήθηκε» στα αμφιθέατρα με τον Ντανιέλ Κον Μπεντίτ.
Η κυρία Αρβελέρ επιτίθεται στην Γερμανία και την Ολλανδία που αρνούνται να βοηθήσουν την Ευρώπη λέγοντας μεταξύ άλλων: «Μπορεί οι βασιλιάδες των Ολλανδών να είναι οι πρώτοι φιλέλληνες, έχουν και σπίτι στο Πόρτο Χέλι, αλλά ο Ρούτε κάνει τα δικά του. Ο καθένας για την πάρτη του». Και θυμίζει την εξομολόγηση που της είχε κάνει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ο οποίος για να αποσπάσει το «ναι» του Καγκελάριου Σμιτ στην είσοδο της Ελλάδας τότε στην ΕΟΚ είχε αναγκασθεί να του πει ότι η χώρα του είχε αιματοκυλήσει την Ευρώπη δυο φορές.
«Τελικά ο Σμιτ θυμήθηκε αυτό που έλεγε ο Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, ότι δεν κλείνεις την πόρτα στον Πλάτωνα», σημειώνει η Αρβελέρ, στην συνέχεια όμως εξαίρει την στήριξη της Ευρώπης στην Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης λέγοντας χαρακτηριστικά «μπορεί να δώσαμε τα φώτα στην Ευρώπη, αλλά και αυτού μας έδωσαν τον ηλεκτρισμό».
Σε σχέση με την πανδημία η ιστορικός «κοιτώντας» ανά τους αιώνες θεωρεί ότι θα προκύψουν και θετικά αποτελέσματα. Ελπίζει ότι θα μειωθεί και ο ρατσισμός αφού «όλοι καταλάβαμε ότι κανείς δεν είναι νησάκι». Και «διορθώνει» τον Σαρτρ που έγραφε ότι όποιος μιλάει για ανθρωπότητα, λέει ψέματα. «Με την πανδημία καταλάβαμε ότι λέει αλήθεια» τονίζει η ιστορικός.
Στο ερώτημα τι θα έλεγε σήμερα στους νέους η κυρία Αρβελέρ απαντά: «Αυτό που είπε πριν πεθάνει ο Σωκράτης. Μουσικήν ποιεί και εργάζου. Βλέπε δηλαδή τον ουρανό, τη μουσική και εργάζου και έχε τα πόδια σου στέρεα στη γη. Έτσι δεν θα φοβόμαστε τίποτα. Ούτε κορονοϊούς, ούτε καταστροφές».
Ο Μάνος Χατζηδάκις, Γκάντι, οι γυναίκες του Μιτεράν είναι κάποια από τα πρόσωπα του πρωταγωνιστούν στο νέο podcast του Σταύρου Θεοδωράκη ο οποίος ξεκινάει την κουβέντα του με την Αρβελέρ θέτοντας ένα θέμα που ελάχιστα έχει απασχολήσει τον δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα.
Πηγή: iefimerida.gr 

Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΑΝΤΑΜΩΜΑΤΑ


ΑΝΑΔΗΜΣ. ΑΠΌ ΕΦΗΜ. ΠΑΤΡΙΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ                  
                     Επικίνδυνα Ανταμώματα
                                Ευτύχιος Σ. Καλογεράκης
                                    Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών    

                   
                        Π.  Φέρμορ       Στυλ.Καλογεράκης   Αρχιστράτηγος Χ. Αλεξάντερ.    
     Η μελέτη των απομνημονευμάτων των Άγγλων κατασκόπων και των Βετεράνων της αντίστασης στην Κρήτη, μας εκπλήσσει με τις οριακές καταστάσεις που έζησαν, όταν Γερμανοί, αντάρτες, αντιστασιακοί, καταζητούμενοι, Εγγλέζοι, βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής, στο ίδιο γλέντι ή τραπέζι. Τότε πραγματικά από «μπαμπακερή κλωστή η ζήση τους εκρεμάσθη» κατά τη φράση του Ερωτόκριτου. Ο Φέρμορ, αρχηγός της απαγωγής του Κράιπε, περιγράφει  περιστατικό με τον ηγούμενο του Μοναστηριού των 12 Αποστόλων, κοντά στα Καστελιανά:
       «Ο Ηγούμενος του μοναστηριού είναι αξιέπαινος. Σήμερα το πρωί ο Σάντι, ο Τζόν  κι εγώ μαζί με τους οδηγούς μας καθόμασταν στον μοναδικό χώρο υποδοχής του μικρού και πρωτόγονου μοναστηριού, όταν έφτασε μια ομάδα επτά Γερμανών. Απείχαν μόλις ένα λεπτό από την πόρτα, όταν τους πήραμε χαμπάρι. Ο Ηγούμενος άνοιξε αμέσως μια καταπακτή, που οδηγούσε στο κελάρι και κατεβήκαμε όλοι μας και μείναμε εκεί κρατώντας την αναπνοή μας, ενώ οι Γερμανοί έμπαιναν μέσα, πάνω ακριβώς από τα κεφάλια μας. Ο Ηγούμενος τους κράτησε και τους τάισε για δύο ώρες με απίστευτη ψυχραιμία. Τους βλέπαμε μέσα από τις χαραμάδες που άφηναν οι σανίδες του πατώματος. Έφυγαν τελικά, βέβαιοι πως ο οικοδεσπότης τους ήταν ένας νομοταγής γερμανόφιλος κι εμείς βγήκαμε από την τρύπα μας. Παρά τρίχα γλιτώσαμε, μόνο χάρη στην ετοιμότητα και το θάρρος του Ηγουμένου. Είναι ο Αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος».
     Παρόμοιο κακό συναπάντημα με τον Φέρμορ (Μιχάλη) πάλι, περιγράφει στα απομνημονεύματά του, ο Πρόεδρος τότε του Άι-Γιάννη(Βαπτιστής) Αμαρίου, Καλογεράκης Στυλιανός (Κατσαντωνιά). Αναφέρει: «Τρώγαμε στο σπίτι μου με το Φέρμορ μεταμφιεσμένο, με κρητικά ρούχα, στιβάνια, γκιλώτες, μουστάκι, κρουσσάτο μαντήλι, βαμμένα τα ξανθά μαλλιά και το μουστάκι σε μαύρα, για να μοιάζει Κρητικός, γνωρίζοντας αρκετά καλά την κρητική διάλεκτο, όπως οι Εγγλέζοι των ειδικών επιχειρήσεων στην Κρήτη. Ξαφνικά μια ομάδα Γερμανών του φυλακίου Φουρφουρά (Κατζφούρ) με το διοικητή τους Ζίμπλιξ χωρίς να το αντιληφθούμε εμφανίζεται στην αυλή έξω, όπως μερικές φορές έκαναν, γιατί με ήθελαν ως Πρόεδρο. Δεν προλαβαίνουμε να κρυφτεί, ή να διαφύγει, αλλά και ο ίδιος απόλυτα εξοικειωμένος σε τέτοιες καταστάσεις και με την παροιμιώδη ψυχραιμία που τον διέκρινε, παραμένει, συνεχίζοντας να τρώει. Σηκώνομαι και τους καλωσορίζω χαρούμενα, κεφάτα, χαμογελαστά και ζεστά, όπως ήξερα καλά να προσποιούμαι, για να μην υποψιαστούν κάτι και τους προσκαλώ να καθίσουν στο τραπέζι μαζί μας. Σε λίγο ο Ζίμπλιξ, είτε γιατί κάτι δεν του πήγαινε καλά με τη φάτσα του Φέρμορ, που ήταν ψηλός, βιτσάτος, γεροδεμένος, ομορφοκαμωμένος, διαφορετικός από μας, είτε γιατί απέφευγε να μιλεί για να μην καταλάβουν κάτι από την προφορά του, είτε από τους ευγενικούς τρόπους του στο φαγητό, που όσο και αν προσπαθούσε, διέφεραν από τους δικούς μας, με ρωτά; Πρόεδρε ποιός είναι αυτός; Ο μικρότερος αδελφός μου του απαντώ με άμεση ετοιμότητα και φυσικότητα, καθησυχάζοντάς τον. Δεν συνέχισε, πεπεισμένος για την ειλικρίνεια του Προέδρου ή γιατί του φάνταζε ασύλληπτο το πραγματικό γεγονός, που συνέβαινε και συνεχίσαμε το φαγοπότι μέχρι που έφυγαν.
«Ήταν αδύνατο να αισθανθείς οτιδήποτε άλλο εκτός από έναν οίκτο για τον ανυποψίαστο εχθρό», επισημαίνει για παρόμοια περίπτωση ο κατάσκοπος Φήλντινγκ ».

         «Μια άλλη φορά τρώγαμε στον οντά μου με τον μορφωμένο και ευγενή  Άγγλο Διοικητή της Αντικατασκοπίας Κρήτης Τομ Νταμπάμπιν (Ιωάννη) και τα αδέλφια Κώστα και Γιάννη Παραδεισανό  από το Βυζάρι (Κόρφος), που ανήκαν στις Εγγλέζικες οργανώσεις, ελαφρά οπλισμένοι με πιστόλια εσωτερικά. Είχαμε καλοφάει τα νόστιμα φαγητά της γυναίκας μου Στελιανής, μαθημένη από τα συνεχή τραπεζώματα την εποχή αυτή, που πάντα αδιαμαρτύρητα ετοίμαζε. Ήπιαμε και μπόλικο κόκκινο κρασί να ξεχάσομε τα βάσανά μας και είμαστε σε κέφι. Λίγο πριν τελειώσουμε,  μου φωνάζει η γυναίκα μου κάτω από το ισόγειο που ήταν η κουζίνα, πως έχουν έλθει Γερμανοί και με θέλουν. Σουμπαχάνα δα, είπα, και πως θα ξεμπερδέψομε πάλι από τη κακοτοπιά που μας βρήκε. Μόλις το άκουσε ο Τόμ μισομεθυσμένος όπως ήταν λέει να κατέβουμε να τους χαιρετήσουμε.
 Οι Εγγλέζοι έκαναν τέτοιους παραλογισμούς, για τους οποίους  ο κατάσκοπος στην περιοχή Χανίων και Ρεθύμνης (Νινευή) Φήλντινγκ, αργότερα σχολίαζε:   «Τα μυαλά μας είχαν πια πειραχτεί από την αφύσικη ζωή που ζούσαμε γι’ αυτό κάναμε άσκοπα πράγματα και η οικογένεια διακινδύνευε τα πάντα».
       Όχι λέω στον Τόμ, μην κατεβείτε γιατί μπορεί να σε γνωρίσουν από τη φάτσα και τη μιλιά πως είσαι Άγγλος και θα μας σκοτώσουν ούλους και θα κάψουν και το χωριό. Εγώ θα κατεβώ να τους πιάσω τη κουβέντα, θα μιλώ και δυνατά για να μην σας ακούσουν και εσείς σιγά σιγά θα βγείτε στο δώμα με χώμα της κουζίνας και θα φύγετε, όπως και έγινε χωρίς να πάρουν είδηση». Παρόμοια επικίνδυνα ανταμώματα σε  φαγοπότια και γλέντια Γερμανών με Άγγλους κατασκόπους και καταζητούμενους, σε σπίτια Προυχόντων και τοπικών ηγετών, που ήταν στην αντίσταση και με διπλωματία παραπλανούσαν τους κατακτητές  για να μην αντιληφθούν τη δράση τους και προστάτευαν τους αντιστασιακούς και τις τοπικές κοινωνίες που ήταν υπεύθυνοι,  αναφέρει ο  Φήλντινγκ, ο πιο αντικειμενικός κατά τη γνώμη μας αναλυτής της Κρητικής αντίστασης, αν και σκληρός στην κριτική του, στις αναφορές του στο στρατηγείο της Μ. Ανατολής και στο βιβλίο του «Το Κρυφτό».
     Όταν έλεγα τέτοια περιστατικά στο Μπαντουβά και στα άλλα στελέχη της αντίστασης, με τους οποίους συνεργαζόμουν, γελούσαν ευχαριστημένοι και μου έλεγαν; Μπράβο μωρέ Στελιανέ, πού την έμαθες τέτοια διπλωματία; Και οι καλύτερα εκπαιδευμένοι στην κατασκοπία δεν τα κατορθώνουν έτσι. Αν  σε στείλουμε στο Κάιρο να εκπαιδευτείς θα γίνεις άπιαστος, αλλά εσύ δεν τόχεις ανάγκη, τόχεις από τη φύση σου. Όποια στιγμή ήθελα μπορούσα να φύγω στη Μέση ανατολή και το σκέφτηκα, όταν κινδύνευα υπερβολικά,  αλλά δεν το επιδίωξα γιατί δεν ήθελα να αφήσω μόνα τα τρία κοπέλια μου, τη γυναίκα μου και αρκετή περιουσία. Διαμαρτυρόμουν μάλιστα  που έφευγαν πολλοί συνεχώς στην ασφάλεια της Μέσης ανατολής και μας άφηναν μόνους στο ζόρι να παλεύουμε τις θηριωδίες των Γερμανών.
      Τέτοιοι ήταν αυτοί οι γενναίοι αγωνιστές της ελευθερίας. Ενθουσιώδεις νέοι, αλλά και ώριμοι οικογενειάρχες, που εθελούσια, χωρίς να τους το επιβάλλει κάποιος, έθεταν τη ζωή τους, την οικογένειά τους, την περιουσία τους σε ύψιστο κίνδυνο χωρίς να προσδοκούν ανταλλάγματα. Φτωχοί και ευκατάστατοι, μορφωμένοι και αγράμματοι, ιερωμένοι και απλοί άνθρωποι απ’ όλα τα επαγγέλματα, Προύχοντες, Δήμαρχοι, Πρόεδροι, Μητροπολίτες, Ηγούμενοι, ο καθένας από το μετερίζι του και με το δικό του ξεχωριστό τρόπο, στον κοινό αγώνα.
      Ο Χ. Αλεξάντερ, Αρχιστράτηγος των Συμμαχικών Δυνάμεων Μεσογείου το 1944-45, αναγνωρίζοντας τη βοήθεια, υποστήριξη, συνεργασία και προσφορά του Καλογεράκη Στυλιανού στους Άγγλους κατασκόπους και στρατιώτες, τον τίμησε με το παρατιθέμενο πιστοποιητικό αναγνώρισης και τιμής, ως ελάχιστη ευγνωμοσύνη της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, το οποίο σε μετάφραση αναφέρει:


                      Αυτό το πιστοποιητικό απονέμεται
στο Στυλιανό Νικολάου Καλογεράκη, δείγμα ευγνωμοσύνης και εκτίμησης, για τη βοήθεια  που παρείχε στους ναύτες, στρατιώτες και αεροπόρους της Βρετανικής κοινοπολιτείας των εθνών, με την οποία κατάφεραν να ξεφύγουν και να γλιτώσουν της αιχμαλωσίας από τον εχθρό.


                                                                Η.R. Αλεξάντερ
                                                                          
                                                                    Στρατάρχης

                                                  Της ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης,
  1939-1945                                   θεάτρου επιχειρήσεων Μεσογείου.