Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

 

                        Ο Πολεμιστής Παπάς  

                               (π. Κυριάκος Κ. Κατσαντώνης το 1940) 

                                            

 


      Η Κρητική Εκκλησία στην αντίσταση έχει προσφέρει ισχυρές προσωπικότητες και ατρόμητους αγωνιστές, όπως και στην τουρκοκρατία. Ο παπά Κυριάκος Κ. Κατσαντώνης με το ψευδώνυμο στην αντίσταση Κεντριανός, που του είχε δώσει ο Φέρμορ (Μιχάλης επειδή η πλαστή ταυτότητά του ήταν με το όνομα Μιχάλης Φραγκιαδάκης), ήταν ένας απ’ αυτούς. Γεννήθηκε στο Άνω Μέρος Αμαρίου το 1899. Ο πατέρας του Κυριάκος, μεγαλοκτηνοτρόφος της εποχής είχε τα κοπάδια  του μαζί με τους Τούρκους από το Χωρδάκι στην τοποθεσία Κομάτα, όπου σωζόταν μέχρι πρόσφατα το σπιτάκι με την ονομασία, του Κυριάκο το μητάτο, πάνω από το φαράγγι.

     Τον σκότωσαν  στη δίνη βεντέτας στην οποία ο ίδιος δεν είχε αναμιχθεί. Η αδελφή του Χαρίκλεια Κατσαντώνη–Καλογεράκη, κοπελιά τότε 18 χρονών άκουσε τους πυροβολισμούς στο Κέντρος πάνω από το χωριό, κακοβάνει, τρέχοντας ανεβαίνει πρώτη και βρίσκει τον αδελφό της σκοτωμένο σ’ ένα πλάτωμα με το τουφέκι δίπλα  και τους σκύλους να κάθονται στα πόδια του. Του ανοίγει το μπέτη και τα χέρια της γεμίζουν αίματα. Η τραυματική αυτή εμπειρία της τη σημάδεψε  και ζήτησε από το μοναχογιό της αργότερα να δώσει το όνομα Κυριάκος στον τρίτο εγγονό της. Κατά το έθιμο, επειδή σκοτώθηκε ο πατέρας του και ήταν αβάπτιστος, ο γιός του  πήρε το όνομα του, Κυριάκος, μεγαλώνοντας «χωρίς κυρού κανάκι» κατά τον Ερωτόκριτο.   

       Ο παπά-Κυριάκος ήταν λεβεντόπαπας, ψηλός, εύσωμος, γιγαντόσωμος, γεροδεμένος, φαρδοκουταλάτος, με μεγάλο πλατύ πρόσωπο και χοντρές χερούκλες σαν φτυάρια, κυκλώπεια εμφάνιση. Ομορφοκαμωμένος, μεγαλοπρεπής, βιβλική μορφή που προκαλούσε δέος, με κύρος και γόητρο, επιβλητικός, αγέρωχος και ηγεμονικός, καπετανόπαπας, με καλογερικό σκούφο στο κεφάλι ριγμένο δεξιά σαν μπερές, εγγράμματος για την εποχή του. Τέλειωσε το Γυμνάσιο και υπηρέτησε ως Ελληνοδιδάσκαλος. Πήρε μέρος στην Μικρασιατική Εκστρατεία και προάχθηκε σε Ανθυπασπιστή. Χειροτονήθηκε ιερέας το 1927 και παρέμεινε εν ενεργεία μέχρι το θάνατό του το 1979.

        Την Γερμανοκατοχή οργανώθηκε στην Αντίσταση συνεργαζόμενος ένοπλα, κυρίως με τους Άγγλους κατασκόπους, αλλά και με τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις.

     Ο αρχηγός της Αγγλικής κατασκοπίας Κρήτης, Ταγματάρχης Τομ Νταμπάμπιν (Γιάννης) στα απομνημονεύματά του  αναφέρει γι’ αυτόν: «Αυτή τη φορά μας συνάντησε ο παπάς του χωριού με δύο παλικάρια για να μας  προειδοποιήσει ότι ήταν Γερμανοί στο χωριό…Ο καλύτερος φίλος μας εδώ (Άνω Μέρος) μαζί με τον γιατρό ήταν ο ξάδελφός του ο παπάς, ένας γίγαντας, ακόμα ωραίος άντρας, που είχε υπηρετήσει ως Ανθυπασπιστής ιππικού. Είχε καλή φωνή και απ’ αυτόν ακούσαμε για πρώτη φορά πολλά από τα τραγούδια της υπαίθρου που κάποτε εγκαρδίωναν τον λαό ενάντια στους Τούρκους…. Αυτό το αιμοβόρο ριζίτικο (Πότε θα κάνει ξαστεριά) ήταν για πολύ καιρό το σήμα κατατεθέν μας. Το έμαθα μαζί με άλλα πολλά από τον πολεμιστή παπά  του Άνω Μέρους».

 

     Ο άλλος σημαντικός Άγγλος κατάσκοπος Ζ. Φήλντινγκ (Αλέκος), επικεφαλής της Αγγλικής κατασκοπίας στη δυτική Κρήτη, στα απομνημονεύματά του αναφέρει ότι μετά από ένα καλό φαγοπότι με οκτώ πέρδικες, στου Παπαδογιάννη (παππούς) στον Άι-Γιάννη (Βαπτιστής),  πέρασαν στο Άνω Μέρος, όπου είχαν  «ένα ακόμη πλούσιο γεύμα με άφθονο κρασί, αυτή τη φορά προσφερόμενο από τον παπά του χωριού ο οποίος παρουσίαζε μεγάλη ομοιότητα με τον Φάλσταφ..».

 

       Ο περίφημος αεικίνητος μαντατοφόρος της Κρητικής αντίστασης και γνήσιος, αγνός πατριώτης Γιώργης Ψυχουντάκης (Μπερτόδουλος) από την Ασή Γωνιά, που ατέλειωτες ώρες κάθε μέρα μετάφερε μηνύματα των Άγγλων σ’ όλη την Κρήτη, αναφέρει ότι ψάχνοντας τον Τόμ στο Αμάρι για να του δώσει μήνυμα από τον Φήλντινγκ, «έφτασα στο Άνω Μέρος, πήγα στο σπίτι του παπά Κυριάκου Κατσαντώνη μα δεν τον βρήκα εκεί. Μου είπαν ότι είχε πληροφορία ότι οι Γερμανοί θα πήγαιναν να τον καταζητούν και είχε φύγει….Πήγα ξανά στο Άνω Μέρος. Πληροφορήθηκα αυτή τη φορά πως θα βρω τον παπά Κυριάκο στις Λαμπιώτες. Πηγαίνω και τον βρίσκω. Εκεί ο παπάς ήξερε ένα δικό μας που μας πληροφόρησε πού είχε μετακινηθεί ο Τόμ». Μια άλλη φορά αναφέρει: «Στο Άνω Μέρος πήγαμε στο σπίτι του παπά-Κυριάκου, που αυτός έλειπε, είχε φύγει στη Μέση Ανατολή, αλλά ήταν εκεί η οικογένειά του. Η κυρά παπαδιά ετοίμασε τραπέζι για μας και μας είπε:-Πλησιάστε να φάτε κάτι. Φαίνεται πως ο Παύλος (Άγγλος) πεινούσε τόσο πολύ και δεν ήθελε καθόλου να χάνομε καιρό…φάγαμε και ήπιαμε με πολύ κέφι».

     Ο Φέρμορ το 1986 έγραφε, ότι πολλοί άλλοι που έπαιξαν σημαντικούς ρόλους στην Κρητική αντίσταση έχουν πεθάνει όπως ο…..και ο παπά Κυριάκος Κατσαντώνης από το Άνω Μέρος.

 

       Ο Δημήτρης Εμμ. Κορωνάκης, Μοίραρχος Χωροφυλακής ε.α. από τον Άι-Γιάννη αναφέρει: «Νεαρός την κατοχή είχα κατέβει κάτω από το χωριό στον Ξιφέ ποταμό και έβαζα το βραδάκι τέλια (παγίδες) για λαγούς και μετά γυρίζοντας βραδιασμένα   κάτω από το χωριό στο Μεγάλο λιβάδι  προς το ρυάκι, απόμερα για να μην φαίνονται, βλέπω τον Πρόεδρο του χωριού Καλογεράκη Στελιανό (Κατσαντωνιά) να κουβεντιάζει με ένοπλους, τον παπά Κυριάκο Κατσαντώνη, τον Μπαλάσκα και αντάρτες. Ξαφνιάστηκαν όταν με είδαν, ανησύχησαν, δεν με γνώριζαν οι ξένοι, κάτι είπαν μεταξύ τους και τρέχοντας ο Πρόεδρος έρχεται προς το μέρος μου λέγοντάς μου, Δημήτρη  μην πεις σε κανένα ότι μας είδες. Του υποσχέθηκα και έφυγα». Οι άνθρωποι της αντίστασης πάντα έπαιρναν μέτρα προφύλαξης, δεν ήθελαν να βλέπουν τις κινήσεις τους, ούτε ποιοι είναι, γιατί ο εχθρός παντού είχε μάτια και αυτιά.

         Ο Γιάννης Σταυρ. Καλογεράκης θυμάται ότι νεαρός την κατοχή πήγαν τρόφιμα στις ποταμίδες του Αδαμάκη κάτω από το χωριό, όπου στάθμευαν Άγγλοι, αντάρτες και ο παπά Κυριάκος με ένα ταχυβόλο στα χέρια.

 

      Ο Γιώργης Σ. Καλογεράκης στο άρθρο του Παιδικές αναμνήσεις της Γερμανικής κατοχής αναφέρει: «Θυμάμαι να έρχεται τις νύχτες ο πρωτοξάδελφος του πατέρα μου παπά-Κυριάκος Κατσαντώνης, που ήταν στο αντάρτικο. Χτυπούσε το τζάμι στο μικρό βορεινό παραθυράκι, του ανοίγαμε, καθόταν στο τζάκι το χειμώνα, έτρωγε, έπινε και συνέχιζε. Συχνά είχε αμύγδαλα στις τσέπες του και έδινε σε μας τα μικρά. Όταν έκαψαν το Άνω Μέρος οι Γερμανοί και ο παπά Κυριάκος έλειπε στη Μέση Ανατολή, ήλθαν και έμεναν στο σπίτι μας η γυναίκα του και τα παιδιά του».

    

       Οι Γερμανοί πληροφορούνται τη δράση του, καταδιώκεται. Έτσι το 1943 έφυγε για τη Μέση Ανατολή. Εκεί κατετάγη με το βαθμό του λοχαγού. Στη συνέχεια τον έστειλαν στη Λιβύη απ’ όπου και επανήλθε αρχές του 1945.

 

       Ο Καλογεράκης Στυλιανός στα απομνημονεύματά του αναφέρει: «Κυνηγούσαμε συχνά λαγούς και πέρδικες μετά την κατοχή με τον παπά Κυριάκο στο τσιφλίκι του παππού μας στη Νερατζέ  και του λέω: Παπά Κυριάκο μην είσαι πολλά αψύς με τσ’ ανθρώπους, παπάς είσαι. Με την ετοιμολογία που τον διέκρινε μου απαντά δείχνοντας με την ποδάρα του κάτω: Εδά πως είμαι παπάς πρέπει να προσέχω να μην πατήσω και το μελίτακα (μυρμήγκι); Σκέφτηκα, δίκιο έχει, άνθρωπος είναι κι’ αυτός.

 

         Άλλη φορά τον πείραξε ένας και του λέει ο παπάς. Πρόσεξε γιατί θα σε κάμω και θα τρέμεις σαν την ουρά τσι σουσουράδας ότε θα με θωρείς. Σε μερικές μέρες αυτός αρρώστησε, έτρεμε,  όταν έβλεπε τον παπά Κυριάκο και ήτανε να ποθάνει, νομίζοντας ότι τον καταράστηκε, ότι κάτι του διάβασε. Παρεμβαίνουν άλλοι στον παπά Κυριάκο να τον συγχωρέσει και αν του διάβασε πράμα να το ανακαλέσει. Μετά του έστελνε ύψωμα από το πρόσφορο της Κυριακής και έτσι του πέρασε».

                                    

                                       Ευτύχιος Σ. Καλογεράκης

                                     Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών

 

Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

ΜΟΛΥΝΟΥΝ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΙ ΝΑΟΙ;

 

Από τη διδασκαλία του Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης για τους ιερούς ναούς.

     5/5 (3)

Για τους ορθοδόξους πιστούς η ιερότητα των ναών είναι δεδομένη. Ο ιερός ναός δεν είναι ένας κοινός χώρος, δεν έχει καμμία ομοιότητα με οποιοδήποτε άλλο κτίριο, και ο νεότερος εξ΄αυτών είναι ασυγκρίτως ανωτέρας αξίας και σπουδαιότητος ακόμα και από το σημαντικότερο προχριστιανικό αρχαιολογικό μνημείο του κόσμου.
Σύγχρονη αμφισβήτηση εγείρεται κατά των ιερών ναών, εξισώνοντάς τους με οποιοδήποτε άλλο χώρο, ή κτίριο. Ο σκοτισμένος άνθρωπος, εγκλωβισμένος στην ολιγοπιστία -ή μάλλον απιστία του- αδυνατεί να παραδεχθεί ότι «ὅπου Θεός βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις», πράγμα που ιδιαιτέρως συμβαίνει μέσα στον κατ΄εξοχήν χώρο παρουσίας του Θεού, τους ιερούς ναούς. Εμπιστεύεται, δυστυχώς, περισσότερο αυτό που του συστήνει η πεπερασμένη επιστήμη -με τους διαφωνούντας εκατέρωθεν «ειδικούς»- παρά αυτό που η πίστη υπαγορεύει και αποδεικνύει με τη δισχιλιόχρονη πείρα.



Τι θα έλεγαν οι σύγχρονοι επιδημιολόγοι στους δέκα λεπρούς που θεράπευσε ο Χριστός μας και έστειλε στους ιερείς να τους δουν από κοντά; Θα πλησίαζαν τους πρώην λεπρούς; Θα εμπιστεύονταν την επιστήμη τους που αρνείται το θαύμα ή τον Χριστό που τους θεράπευσε; Και όταν τελικά θα διαπίστωναν το θαύμα, θα το ομολογούσαν άραγε ή θα το έκρυπταν; Πιθανότατα το δεύτερο, καθώς δύο μήνες μετά το άνοιγμα των εκκλησιών, με τους κατά χιλιάδες προσερχομένους στον εκκλησιασμό και στο Μυστήρια της Θείας Ευχαριστίας, κοινωνώντας από την ίδια λαβίδα, η καμπύλη του ιού δε μεταβλήθηκε ούτε λίγο προς το χειρότερο και οι επιστήμονες το έκρυψαν επιμελώς.

Ας έλθουμε όμως επί το προκείμενον. Τι μας διδάσκουν λοιπόν οι Άγιοι; Καταφεύγουμε στη διδασκαλία ενός εξ΄αυτών, του Αγίου Συμεών αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Στους λόγους του είναι διάχυτη η ευλάβεια και το δέος απέναντι στο χριστιανικό ναό. Ιδιαιτέρως η διδασκαλία του «περὶ τοῦ ἁγίου ναοῦ καὶ τῆς τούτου καθιερώσεως»1 προκαλεί θαυμασμό καθώς ερμηνεύει τα τελούμενα. Πόσο ευλογημένοι είμαστε οι ορθόδοξοι, τι χάριτες μας έχουν δοθεί και εμείς αγνοούμε!
Θέλει να εμπνεύσει, να μεταδώσει ο Άγιος στους ακροατές αυτό το ιερό δέος, την μυστηριακή συναίσθηση του υπέρλογου που αντιπροσωπεύει ο ιερός ναός και την ευλάβεια. Αντιμετωπίζοντας τους «ασεβείς», «εναγείς», «μιαρούς» και «αλιτήριους» -όπως αποκαλεί αιρετικούς οι οποίοι δεν σέβονταν, συν τοις άλλοις, και τους ναούς, φέρνει ως υπόδειγμα τον Χριστό που εξεδίωξε με το φραγγέλιο τους θεοκάπηλους από τον παλαιό ναό του Σολομώντος, που ο Ίδιος ονόμασε «Οίκον προσευχής» και «Οίκον του Πατρός Του», για να μας διδάξει το σεβασμό και την ευλάβεια σ΄αυτόν:
«τὸ σέβεσθαι δέ τοὺς θείους ναούς, ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἐκείνου τοῦ παλαιοῦ τοῦτο ἀποδείξαντος, ἔνθα τοὺς θεοκαπήλους ἐκείνους ἐξεδίωξε φραγγελίῳ, καὶ προσευχῆς οἶκον, καὶ Πατρὸς αὑτοῦ οἶκον τοῦτον ἐκάλεσε. Καὶ οὑκ ἤφιε, φησίν, ἵνα τις σκεῦος διὰ τοῦ ἱεροῦ εἰσενέγκῃ, τὴν πρὸς τοὺς θείους ναοὺς ὀφειλομένην διδάσκων εὐλάβειαν».
Και αυτά, λέγει, «νομικοῦ καὶ σκιώδους ὄντος ἐκείνου τοῦ ναοῦ. Νῦν δέ μεῖζον τοῦ ἱεροῦ ἔστιν ὧδε, ὁ Σωτὴρ περὶ τῶν αὑτοῦ φησι».3

Τα θαύματα που βίωναν οι χριστιανοί στους ναούς, από την ενοικούσα Χάρη της Αγίας Τριάδος είναι τόσα πολλά, ώστε μαζί με αυτά των αγίων εικόνων και του αγιασμού, να τα επικαλείται ως φυσικά δεδομένα στην εναντίον των δυσσεβών επιχειρηματολογία του. «Ποιος ενεργεί τα θαύματα μέσω των αγίων εικόνων και των ιερών ναών; Όχι η Αγία Τριάδα;» :
«τὰ θεία ἐνεργήματα τὰ διὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων καὶ ἱερῶν ναῶν, καὶ ἡγιασμένων ὑδατῶν πόθεν;».4
Ενεργούνται θείες δυνάμεις, λέγει, μέσα στο ναό, χορηγούνται ιάματα ακόμα και από τα άψυχα αντικείμενα του και την ύλη, προς αγιασμό μας:
«Θεῖαι γὰρ δυνάμεις ἐνεργοῦνται ἐν τοῖς ναοῖς, καὶ ἀγγέλων ἐμφάνειαι καὶ ἁγίων. καὶ σημεῖα τελεῖται. καὶ τὰ αἰτήματα δίδοται. καὶ ἰάματα χορηγεῖται καὶ τὰ ἐν αὑτοῖς δε τοῖς ναοῖς ἄψυχα, ὕδατα τε καὶ λίθοι καὶ κίονες καὶ πέπλα καὶ σιδήρια ἐνεργεῖ. οὐκ αφ΄ ἑαυτῶν, πῶς γάρ; ἄψυχα καὶ κτίσματα Θεοῦ ὄντα, καὶ μηδὲν ἀφ΄εαυτῶν ἔχοντα; ὅμως ταῦτα ἐνεργεῖ τῆ τοῦ Θεοῦ χάριτι ἐν τούτοις ἐπικληθείσῃ, καὶ τοῦ θείου ἐν τούτοις ἐπονοματισθέντος ὀνόματος, ἰν΄
ἁγιασθῶμεν ἡμεῖς
».5
Ο Χριστός αγιάζει τα ύδατα, τα νεκρωθέντα σώματα των δούλων Του και τους ναούς. Και εκεί που γίνεται επίκληση του ονόματός Του, ή της Μητρός Του, ή των Αγίων Του, γίνονται πολλά θαύματα. Δεν έχουν τα κτίσματα από μόνα τους την δύναμη αυτή, αλλά η θεία επίκλησις και η διαμένουσα σε αυτά Χάρις του Αγίου Πνεύματος:
«καὶ τοὺς ἀψύχους δε ναοὺς αὐτοῦ ἁγιάζει. Καὶ ἐν τόποις ἱεροῖς, ἔνθα Χριστοῦ ἢ τῆς αὐτοῦ μητρός, ἢ τῶν ἁγίων αὐτοῦ ἐπίκλησις, πλεῖστα σημεῖα τελεῖται. Καὶ οὐ τὰ ξύλα καὶ οἱ λίθοι ἢ αἱ πηγαὶ τὴν δύναμιν κέκτηνται, καὶ ταῦτα γὰρ κτίσματα Θεοῦ, αλλ΄ ἡ θεία ἐπίκλησις καὶ ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις αὑτοῖς ἐνοικήσασα».6
Ερμηνεύοντας τα τελούμενα προς καθιέρωση του ναού, στο σημείο όπου προ του καθαγιασμού κλείνουν οι πύλες του ναού και μόνο οι ιερείς μετά του αρχιερέως βρίσκονται εντός, επισημαίνει πως ο χώρος αυτός αλλάζει. Δεν είναι πλέον γήινος μόνο. Γίνεται Ουρανός. «Οὐρανὸς γὰρ γίνεται ἤδη, καὶ Πνεύματος ἁγίου ἐπιφοιτᾷ δύναμις».7
Αφού καθιερωθεί και το έδαφος του ναού, είναι πλέον τίμιο και άγιο, γι αυτό και πολλοί θεοφιλείς πιστοί το φιλούσαν ως έδαφος του Ουρανού!
«τοῦτο γὰρ καθιερωθέν, τίμιον ἐστι, καὶ πλεῖστοι τοῦτο ὡς οὐρανοῦ ἔδαφος ἠσπάζοντο τῶν θεοφιλῶν».8
Η δε Αγία Τράπεζα είναι κατοικητήριο του Θεού και όχι μόνο: «ἐνδημεῖ ἐν ταύτῃ Θεός… Ὥστε ἀληθῶς καὶ θυσιαστήριον Χριστοῦ αὕτη ἡ τράπεζα, καὶ θρόνος δόξης, καὶ κατοικητήριον Θεοῦ, καὶ μνῆμα καὶ τάφος Χριστοῦ καὶ ἀνάπαυσις».9
Γι΄αυτό και οι καταφρονητές των ιερών ναών απόλλυνται: «τῶν ἱερῶν οἴκων καταφρονηται, καὶ τῶν ἄλλων ἁγίων ἀπόλλυνται».10
Με τη χρήση του αγίου μύρου ο ναός τελειοποιείται: «τὸ μύρον δέ τελειοῖ ὡς ἐξ ἀπαρχῆς τῆς ἱερὰς τραπέζης καὶ ὅλον τὸν οἶκον».11
Δεν είναι ίδιος πλέον ο αέραςτου ναού με των άλλων χώρων γιατί στο ναό ο αέρας αγιάζεται. Oι αισθήσεις μας όλες, η όσφρησή μας, και η αναπνοή μας καθαίρονται και αγιάζονται ομοίως:
«ἐκ τοῦ θυμιάματος τὴν ὄσφρησιν ἡμῶν καὶ πνοὴν καθαιρόμενοι…το οὖν θυμίαμα τὸν ἀέρα καθαγιάζει, καὶ τὴν ὄσφρησιν ἡμῶν καὶ ἀναπνοήν, ἐπεὶ καὶ μεταδοτικὸν τῆς εὐωδίας ἐστίν, ἀπὸ ἑνὸς τινος εἴδους πᾶσι πηγάζον τὴν ὀσμὴν διὰ τοῦ πυρός. Διὸ καὶ εἰκονίζει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον».12
Αυτά που αναφέραμε είναι πολύ λίγα από την πλούσια παρακαταθήκη που μας άφησε ο Άγιος για τόν ιερό ναό και τα τελούμενα εν αυτώ. Οι λόγοι του εξοστρακίζουν κάθε σύγχρονη φοβία, εμπνέουν και μας εισάγουν με θαυμασμό σε ένα χώρο που καιρό τώρα εισερχόμαστε αλλά αγνοούμε τι πραγματικά είναι. Είμαστε πάμπλουτοι και δεν εκτιμούμε αυτό που κατέχουμε. Ο Θεός να μας λυπηθεί και να επιστρέψουμε σ΄ Εκείνον. Αυτό εύχεται κι ο Άγιος στο τέλος ακόμα και για τους ασεβείς:
Ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀσεβεῖς γένοιτο πρὸς Αὐτὸν τὸν Χριστὸν ἐπιστρέψαντας, ἀξιωθῆναι τῆς Αὑτοῦ δόξης. ὃς καὶ μόνος τρυφὴ καὶ ζωὴ καὶ ἀπόλαυσις, καὶ τὸ ὄντως ὂν καὶ τὸ εἶναι ἡμᾶς ἐστι, δι’ ὅν καὶ πάντα τὰ ὄντα γέγονε.

Ιωάννης Λίτινας


. PG 155,306-361
2 . Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Διάλογος κατὰ πασῶν τῶν αἱρέσεων. PG 155,6
. Ως άνω. σελ.108
. Ως άνω. σελ.61
5 . Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Περὶ τοῦ ἁγίου ναοῦ καὶ τῆς τούτου καθιερώσεως. PG 155,336
. Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Διάλογος κατὰ πασῶν τῶν αἱρέσεων. PG 155,95
7 . Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Περὶ τοῦ ἁγίου ναοῦ καὶ τῆς τούτου καθιερώσεως. PG 155,312
. Ως άνω. σελ.313
9 . Ως άνω. σελ.316
10 . Ως άνω. σελ.337
11 . Ως άνω. σελ.317
12 . Ως άνω. σελ.344

trelogiannis.blogspot.com

www.nikosxeiladakis.gr

Αξιολογήστε Το