Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

ΤΟ ΕΠΙΤΑΦΙΟ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ




ΤΟ ΕΠΙΤΑΦΙΟ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ


        Το 2017 είναι έτος αφιερωμένο στο Ν. Καζαντζάκη λόγω των 60 ετών από το θάνατό του. Πολλές ερμηνείες δίδονται στο   τρομερό και δυσερμήνευτο επιτάφιο επίγραμμα του: «ΔΕΝ ΕΛΠΙΖΩ ΤΙΠΟΤΑ. ΔΕΝ ΦΟΒΟΥΜΑΙ ΤΙΠΟΤΑ. ΕΙΜΑΙ ΛΕΦΤΕΡΟΣ», που προβλημάτισε και προβληματίζει πολλούς, παραπέμπει στο πρόβλημα της ελευθερίας, που τον ταλάνιζε σ’ όλη την πνευματική του πορεία. Το επίγραμμα αυτό είναι από την «Ασκητική» του και σε πλήρη ανάπτυξη είναι: « Ξέρω τώρα. Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, λυτρώθηκα από το νου κι από την καρδιά, ανέβηκα πιο πάνω, είμαι λεύτερος. Αυτό θέλω. Δε θέλω τίποτα άλλο. Ζητούσα ελευθερία».[1] Οι ερμηνείες που του δίδονται είναι: 
    α)  Εκφράζει άρνηση του βασικού χριστιανικού δόγματος της μεταθανάτιας ζωής, δηλαδή απιστία τόσο στην τιμωρία της κόλασης όσο και στην αμοιβή του Παραδείσου, αν και δεν σημειώνει δεν πιστεύω τίποτα, αλλά δεν ελπίζω τίποτα.
     β) Εκφράζει Βουδιστικές αντιλήψεις.[2] Από το Βουδισμό κυρίως πήρε ο Καζαντζάκης αυτή την έλλειψη ελπίδας που τον χαρακτηρίζει γενικότερα. Ο Βουδισμός  με τη διδασκαλία του για νέκρωση κάθε επιθυμίας που απαιτείται για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στη νιρβάνα, αποδέχεται αυτή τη διδασκαλία. Ο Καζαντζάκης γι’ αυτό ομολογεί ότι «ο Βούδας, ο άδειος αυτός  ανέλπιδος αγέρας, θρέφει εκατομμύρια ψυχές»,[3] και ότι είχε «διαβάσει για τη ζωή του και το πέρφανο ανέλπιδο κήρυγμα»[4] του. Το επιτάφιο αυτό επίγραμμα αποτελεί μια «γνωστή βουδιστική διδασκαλία»,[5] για πολλούς.  
      γ) Το επίγραμμα αυτό αυτοαναιρείται, είναι αντιφατικό γιατί το δεν ελπίζω τίποτα,  δεν φοβάμαι τίποτα, σημαίνει δεν έχω ανάγκη από τίποτα, είμαι αυτάρκης σε όλα. Το τελευταίο προϋποθέτει τα προηγούμενα, είναι δηλαδή η κατάληξη και η λογική συνέπεια των προηγουμένων. Πρόκειται για να ακριβολογούμε για ταυτολογία, επειδή αυτάρκεια σημαίνει δεν έχει κανείς ανάγκη από τίποτε. Το κατηγορούμενο δηλαδή της πρότασης περιέχεται στο υποκείμενο. Αυτές οι κρίσεις κατά τον Καντ είναι αναλυτικές και εκφράζουν μια ταυτολογία.[6]
      δ) Η σκέψη αυτή του Καζαντζάκη δεν είναι κάτι το πρωτότυπο είχε διατυπωθεί από άλλους στοχαστές πριν απ’ αυτόν. Το «δεν ελπίζω τίποτα δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λεύτερος», το βρίσκουμε σχεδόν αυτολεξεί στον Κύπριο κυνικό φιλόσοφο Δημώνακτα, που ζούσε στην Αθήνα το δεύτερο αιώνα μ.Χ., ο οποίος επεδίωκε μια εσωτερική ανεξαρτησία και τόνιζε: «Ευδαίμονα, έφη, τον ελεύθερον. Εκείνου δε φήσαντος πολλούς ελευθέρους είναι. Αλλ’ εκείνον νομίζω τον μήτε ελπίζοντα τι μήτε δεδιότα».[7] Κατά τον Δημώνακτα λοιπόν ελεύθερος είναι αυτός που δεν ελπίζει τίποτα και δεν φοβάται τίποτα. Η ίδια θέση επαναλαμβάνεται και στον αιώνα του νεοελληνικού διαφωτισμού από τον ανώνυμο συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας, λέγοντας: «Ο μεν ελεύθερος λοιπόν ούτε ελπίζει ούτε φοβάται εις ό,τι μέλει να πράξη, διότι είναι βέβαιος και πολλά βέβαιος ότι, αν πράττη καλώς, ήτοι κατά τας νομικάς διαταγάς, βραβεύεται, και αν πράττη εναντίον αυτών παιδεύεται. Αλλ’ ο δούλος εξ εναντίας από μίαν ώραν εις άλλην απερνά από μεγάλας ελπίδας εις άκρον φόβον, όντας βέβαιος και αυτός, και πολλά βέβαιος, ότι ή καλώς, ή κακώς πράξη ποτέ μεν βραβεύεται, ποτέ δε θανατούται».[8] Ο ίδιος ορισμός υπάρχει παράλληλα και στις Ινδίες που διατυπώνεται μ’ ένα μύθο.[9] Ο Βιργίλιος επίσης τονίζει ότι η μόνη ελπίδα που απομένει στον άνθρωπο είναι να μην έχει καμιά ελπίδα.[10]
       ε)  Είναι μια διαμαρτυρία εναντίον όλων εκείνων, οι οποίοι πιστεύουν στο Θεό όχι από αγνή αγάπη, αλλά από συμφέρον, επειδή φοβούνται τις τιμωρίες στην εδώ ζωή και στην κόλαση και ελπίζουν στις αμοιβές στην παρούσα ζωή και στον Παράδεισο.[11] Αυτή  «η ρήση είναι τόσο σύμφωνη με το ασκητικό βυζαντινό περιεχόμενο»,[12] αφού πράγματι κανείς δεν πρέπει να ελπίζει και να απολυτοποιεί καμιά ενδοκοσμική πραγματικότητα γιατί όλα είναι σχετικά, δεν μπορούν να σώσουν και να δώσουν ουσιαστικό περιεχόμενο στη ζωή. Επίσης για τους ίδιους λόγους δεν πρέπει να φοβάται  κανένα από τα πράγματα του κόσμου. Η πίστη στο Θεό ακυρώνει και το φόβο και την ελπίδα σε οτιδήποτε ενδοκοσμικό. Ό,τι κάνει στη ζωή του ο άνθρωπος πρέπει να το κάνει από αγάπη στο Θεό και όχι από συμφέρον. Μ’ αυτή  τη θέση ο  Καζαντζάκης τονίζει αυτό το οποίο και οι Πατέρες της Εκκλησίας υποστηρίζουν, διακρίνοντας τους πιστούς σε δούλους, μισθωτούς και γιους του Θεού,[13] ανάλογα με το πώς ζουν τη σχέση τους με το Θεό. Η διαφορά είναι ότι ο Καζαντζάκης απέρριπτε την κατάσταση του δούλου και του μισθωτού, σε αντίθεση προς την εκκλησία η οποία τους αποδέχεται[14], θεωρώντας ότι είναι στάδια, σκαλοπάτια από τα οποία διέρχεται ο πιστός για να φθάσει με τον προσωπικό του αγώνα στην ανώτερη και τελειότερη κατάσταση του γιου του Θεού, στην οποία, ό,τι κάνει,  το κάνει μόνο από αγάπη και όχι από συμφέρον ή φόβο. Το πέρασμα από το φόβο στην αγάπη γίνεται σταδιακά με την πνευματική άνοδο του ανθρώπου: «Είπεν ο Αββάς Αντώνιος εγώ μηκέτι φοβούμαι τον Θεόν, αλλ’ αγαπώ αυτόν. Η γάρ αγάπη έξω βάλει τον φόβον».[15] Όμως όλοι δεν έχουν φθάσει στην τελειότητα και οι μη τέλειοι δεν απορρίπτονται.  Βοηθιούνται από τους Πατέρες για να γίνουν τέλειοι.
              Ο  Καζαντζάκης κατ’ επανάληψη  στρεφόταν εναντίον κάθε τιμωρίας και κάθε αμοιβής, κάθε φόβου και κάθε ελπίδας, γιατί θεωρούσε ότι περιορίζουν την ελευθερία του ανθρώπου: «Όχι, δεν μπορεί να ναι λεύτερος που ελπίζει Παράδεισο ή που φοβάται κόλαση».[16] Σε άλλες περιπτώσεις βέβαια αναγνωρίζει τη θετική συμβολή της πίστης στη ζωή και την άμεση σχέση που έχει με την ελπίδα, και κατηγορεί την άσπρη ράτσα που ζει χωρίς αυτές τις αξίες της πίστης και της ελπίδας.[17] Βέβαια από ορθόδοξης πλευράς δεν μπορεί να θεωρείται τέλειος χριστιανός, όποιος  είναι σωστός στη ζωή του, γιατί ελπίζει στις αμοιβές του Παράδεισου ή επειδή φοβάται τις τιμωρίες τις κόλασης. Ο φόβος όμως είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό, γι αυτό και δεν μπορεί να εκλείψει από τον άνθρωπο εύκολα. Περιγράφεται και στην Αγία Γραφή και στους Πατέρες σαν δραματική κατάσταση : «Η καρδία μου εταράχθη εν εμοί, και δειλία θανάτου επέπεσεν επ’ εμέ και εκάλυψε με σκότος».[18] Ο πραγματικά πιστός δεν φοβάται. Ξεπερνά το φόβο, δεν τον εξουθενώνει, γιατί αισθάνεται δίπλα του και ζει την παντοδυναμία του Θεού. Είναι ο μόνος που βοηθά τον άνθρωπο να ξεπεράσει το φόβο, άρα να γίνει ελεύθερος κατά την Παλαιά Διαθήκη: «ημέρας ου φοβηθήσομαι, εγώ δε ελπιώ επί σε…επί τω Θεώ ήλπισα, ου φοβηθήσομαι τι ποιήσει μοι άνθρωπος».[19] Και «προσεδεχόμην τον Θεόν τον σώζοντα με, από ολιγοψυχίας».[20] Ο Καζαντζάκης πολεμά την ελπίδα και το φόβο για να ελευθερώσει τον άνθρωπο. Ο Χριστιανισμός χρησιμοποιεί με παιδαγωγικό τρόπο την αδιαμφισφήτητη πραγματικότητα της ελπίδας και του φόβου: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών»[21], «φοβήθητι τον Θεόν»,  που είναι επίκτητο ιδίωμα της ανθρώπινης φύσης μετά το προπατορικό αμάρτημα. Ο άφοβος και ανέλπιδος άνθρωπος του Καζαντζάκη ή είναι μια ουτοπία ή είναι υπεράνθρωπος. Η ελπίδα και ο φόβος είναι στο πνευματικό  DNA της αλλοτριωμένης μεταπτωτικής ανθρώπινης φύσης. Δεν μπορεί να  υπερβεί την κατάσταση αυτή εκτός αν ο άνθρωπος επανέλθει στην πραγματική προπτωτική ανθρώπινη φύση, δηλαδή αν γίνει άγιος, γιος του Θεού και όχι δούλος ή μισθωτός του Θεού. Ο άγιος ότι κάνει το κάνει από αγάπη και όχι από ελπίδα δηλαδή συμφέρον ή φόβο για τις τιμωρίες. Ο Καζαντζάκης τελικά με τις απόψεις του για απελευθέρωση από το φόβο και την ελπίδα, επιδιώκει κάτι το μεγάλο, άγιο και χριστιανικά αποδεκτό, αλλά με λάθος τρόπο και μέθοδο. Προσπαθεί να φθάσει στις θείες καταστάσεις της αφοβίας και της ανιδιοτέλειας με ένα άκρατο εγωκεντρισμό και ανθρωποκεντρισμό και όχι με θεανθρωποκεντρισμό και Χριστοκεντρισμό όπως θέλει η ορθόδοξη θεολογία. Ο δειλός και ο συμφεροντολόγος καταδικάζεται πολύ περισσότερο στην Αγία Γραφή απ’ ότι από τον Καζαντζάκη.  Βέβαια σε άλλα σημεία του έργου του ο Καζαντζάκης τονίζει με έμφαση τα τελείως αντίθετα, αλλά πολύ ορθόδοξα, παρμένα από τις μελέτες του στους πατέρες και την Αγία Γραφή,[22] όπως: «Λεύτερος είναι ο σκλάβος του Θεού. Όλες οι άλλες ελευθερίες είναι σκλαβιές».[23] Ή «όποιος σκύβει στο ζυγό του Θεού είναι λεύτερος, όποιος σκύβει στο ζυγό των ανθρώπων είναι σκλάβος».[24] Όλα αυτά είναι δείγματα της αντιφατικότητας, των παλινωδιών, των εσωτερικών συγκρούσεων, της αστάθειας στις απόψεις του, που όμως δημιουργούν τεράστιο πρόβλημα στην έρευνα και καταγραφή των θέσεων του σ’ όλα τα επί μέρους θέματα του στοχασμού του. Η συμπεριφορά του εγγίζει τα όρια της διχασμένης προσωπικότητας, όταν από τη μία είναι ενάντια  σε κάθε αμοιβή και ελπίδα και από την άλλη στην προσωπική του ζωή ζητάει την αμοιβή και «λυσσάει για δόξα». «Όχι μόνο ζητούσε την αμοιβή αλλά την εξεβίαζε, γράφοντας και ξαναγράφοντας στον Πρεβελάκη να μιλήσει στον ένα και στον άλλο να μεσολαβήσουν στην Σουηδική Ακαδημία για να πάρει το Νόμπελ. Επιτίθεται μάλιστα δριμύτατα εναντίον όλων των Ελλήνων διανοουμένων που δεν υποστήριξαν την αίτηση του, χαρακτηρίζοντας την αδιαφορία τους ως το πνευματικό αίσχος των Νεοελλήνων».[25]                  
          Τελικά το επιτάφιο επίγραμμα του Καζαντζάκη διαβάζεται με πολλούς τρόπους και  καθένας μπορεί να θεωρεί ότι υποκρύπτει διαφορετικές και αντιφατικές φιλοσοφικοθρησκευτικές θέσεις. Εξαρτάται από πια οπτική γωνία το βλέπεις και το διαβάζεις.







                                                   ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. ΠΗΓΕΣ
1.Αγία Γραφή.

Αγία Γραφή - Π. Διαθήκη, υπό Alfred Rahlfs, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1981.
-                       Κ. Διαθήκη, υπό E.Nestle - K.Aland, εκδ. Deutsche                   Bibelgesellschaft, Stuttgart 199327.

Αναφορά στον Γκρέκο, εκδ.  Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.).
Ασκητική, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα,(χ.χ.).     
Ο φτωχούλης του Θεού, εκδ. Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.).
Ταξιδεύοντας, Ιαπωνία –Κίνα, εκδ. Ελ.Καζαντζάκη, 7η έκδ., Αθήνα 1970.
Τόντα-Ράμπα, μτφ Γιάννη Μαγκλή, Δίφρος, Αθήνα 1956.

3.Κείμενα Εκκλησιαστικής Πατερικής Γραμματείας.
         Μαξίμου Ομολογητού, Μυσταγωγία, PG 91.

          Μ. Βασιλείου, Όροι κατά πλάτος 3, PG 31.

4. Κείμενα αρχαιοελληνικής Γραμματείας

         Λουκιανού, Δημώνακτος Βίος, Άπαντα, εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1994, τ. 3ος.

Β. Νεώτερη Βιβλιογραφία
           Ανωνύμου του Έλληνος, Ελληνική Νομαρχία ήτοι λόγος περί ελευθερίας, κείμενα σχόλια Γ. Βαλέτας, Βιβλιοεκδοτική,  Αθήνα 1957³.

          Γεροκούκη Α., δρος Ιστορίας, «Η πνευματική μάχαιρα της εκκλησίας», ΙΣΤΟΡΙΚΑ, Ελευθεροτυπίας, τ. 274, σ. 48-50.

        Ζωγράφου Λ., Νίκος Καζαντζάκης. Ένας Τραγικός, εκδ. Αστέρι, 1979.

        Καλογεράκη Ε., Είναι Άθεος ο Ν. Καζαντζάκης; Η κριτική της θρησκείας στο έργο του, εκδ. Σταμούλη, Αθήνα 2007. ISBN:978-960-631-533-6

 Κουμάκη Γ. Χ., Νίκος Καζαντζάκης, Θεμελιώδη προβλήματα στη φιλοσοφία του, (χ.τ.), 1985².
Κορδορούμπα Ι., Ο Καζαντζάκης ως διανοούμενος και συγγραφεύς, Μυτιλήνη 1974.
Ματσούκα Ν. Η Ελληνική παράδοση στο Νίκο Καζαντζάκη, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1989², σ. 45.
Παπαδάκη Δ. Κ., Μεταφυσικές και ηθικές αρχές στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, εκδ. Όμβρος, Αθήνα 1993.
 Πετρόχειλος Ν., Φύση και σχέση της ευτυχίας και της δυστυχίας στην Αινειάδα του Βιργίλιου, Δωδώνη, 1981.
        Πάσχου Π., Το Γεροντικόν, εκδ. Αστήρ, Γ΄έκδ., (χ.τ.χ.).

                                            
                                             Ο  Σύμβουλος Θεολόγων
                        Αρκαδίας – Λακωνίας – Μεσσηνίας – Ηλείας - Ζακύνθου
                                               Ευτύχιος  Σ.  Καλογεράκης
                                                 Δρ. Θεολογίας ΕΚΠΑ
             MΑ Θρησκειολογίας - Πτυχ. Παιδαγωγικού & Θεολογίας ΕΚΠΑ



[1] Ν. Καζαντζάκη, Ασκητική, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα,(χ.χ.). σ. 26.
[2] Βλ. Λ. Ζωγράφου, Νίκος Καζαντζάκης. Ένας Τραγικός, εκδ. Αστέρι, 1979, σ. 144.
[3] Ν.Καζαντζάκη,Ταξιδεύοντας Ιαπωνία –Κίνα, εκδ. Ελ.Καζαντζάκη, 7η έκδ., Αθήνα 1970, σ. 228.
[4]  Ν. Καζαντζάκη, Αναφορά στον Γκρέκο, εκδ.  Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.).σ.340.
          [5]Βλ. Α. Γεροκούκη, δρος Ιστορίας, «Η πνευματική μάχαιρα της εκκλησίας», ΙΣΤΟΡΙΚΑ, Ελευθεροτυπίας, τ. 274, σ. 48.
[6] Βλ. Γ. Κουμάκη, Ν. Καζαντζάκης, Θεμελιώδη προβλήματα στη φιλοσοφία του, (χ.τ.), 1985²,σ. 21.
         [7] Βλ. Λουκιανού, Δημώνακτος Βίος, Άπαντα, εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1994, τ. 3ος, σ. 40.
          [8] Βλ. Ανωνύμου του Έλληνος, Ελληνική Νομαρχία ήτοι λόγος περί ελευθερίας, κείμενα σχόλια Γ. Βαλέτας, εκδ. βιβλιοεκδοτική, Αθήναι 1957³, σ.  Α 134.
[9] Ν. Καζαντζάκη,Τόντα-Ράμπα,  Μετάφραση, μτφ Γιάννη Μαγκλή, Δίφρος, Αθήνα 1956, σ.125: «Ένας Ινδός πάλευε πολύ καιρό με το ρέμα που έσπρωχνε τη βάρκα κατά τον καταρράχτη. Όταν ο μεγάλος παλαιστής κατάλαβε ότι κάθε προσπάθεια ήτανε χαμένη, σταύρωσε τα κουπιά και βάλθηκε να τραγουδά: Δεν ελπίζω πια, δε φοβάμε πια, είμαι λεύτερος!»
        [10] Βλ. Ν. Πετρόχειλος, Φύση και σχέση της ευτυχίας και της δυστυχίας στην Αινειάδα του Βιργίλιου, Δωδώνη 1981, σ.167.
[11] Βλ. Δ.Παπαδάκη, Μεταφυσικές και ηθικές αρχές στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, εκδ. Όμβρος, Αθήνα 1993,σ. 23.
        [12]Βλ. Ν. Ματσούκα, Η Ελληνική παράδοση στο Νίκο Καζαντζάκη, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1989², σ. 45.
        [13] Βλ. Μαξίμου Ομολογητού, Μυσταγωγία, PG 91, 709D-712A: «Δούλοι γαρ εισί, πιστοί, οι φόβω των ηπειλημένων εκπληρούντες του δεσπότου τας εντολάς, και τοις πιστευθείσιν ευνοϊκώς, επεργαζόμενοι. Μίσθιοι δε, οι πόθω των επηγγελμένων αγαθών βαστάζοντες μεθ’ υπομονής το βάρος της ημέρας και τον καύσωνα, τουτέστι, την έμφυτον και συνεζευμένην τη παρούση ζωή εκ της προπατορικής καταδίκης θλίψιν, και τους επ’ αυτή υπέρ της αρετής πειρασμούς, και ζωής ζωήν σοφώς κατ’ αυθαίρετον γνώμην ανταλλάσσοντες, της παρούσης την μέλλουσαν. Υιοί δε, οι μήτε φόβω των ηπειλημμένων, μήτε πόθω των επηγγελμένων, αλλά τρόπω και έξει της προς το καλόν κατά γνώμην της ψυχής ροπής τε και διαθέσεως, μηδέποτε του Θεού χωριζόμενοι, κάτ’ εκείνον τον υιόν, προς ον  είρηται. Τέκνον, συ πάντοτε μετ’ εμού ει και τα εμά πάντα σα εστί…».
         Βλ. και Μ. Βασιλείου, Όροι κατά πλάτος 3, PG 31, 896B: «Όλως δε τρεις ταύτας εγώ διαφοράς της διαθέσεως προς την απαραίτητον ανάγκην της υπακοής καθορώ. Ή γαρ φοβούμενοι τας κολάσεις εκκλίνομεν από του κακού, και εσμέν εν τη διαθέσει τη δουλική, ή τα εκ του μισθού κέρδη διώκοντες, της εαυτών ένεκεν ωφελείας πληρούμεν τα προστάγματα, και κατά τούτο προσεοίκαμεν τοις μισθίοις, ή δι’ αυτό το καλόν, και την προς τον δεδωκότα ημίν τον νόμον αγάπην, χαίροντες, ότι ούτως ενδόξω και αγαθώ Θεώ δουλεύειν κατηξιώθημεν, και εσμέν ούτως εν τη των υιών διαθέσει».
          [14] Βλ. Ε. Σ. Καλογεράκη, Είναι Άθεος ο Ν. Καζαντζάκης; Η κριτική της θρησκείας στο έργο του, εκδ. Σταμούλη, Αθήνα 2007. ISBN:978-960-631-533-6, σ. 254.

          [15] Βλ. Π. Β. Πάσχου, Το Γεροντικόν, εκδ. Αστήρ, Γ΄έκδ., (χ.τ.χ.), σ. 4.
[16]  Ν. Καζαντζάκη,Αναφορά στον Γκρέκο, εκδ.  Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.).σ. 327.
[17] Ν.Καζαντζάκη,Ταξιδεύοντας, Ιαπωνία –Κίνα, εκδ. Ελ.Καζαντζάκη, 7η έκδ., Αθήνα 1970,σ. 82: «Τι τεράστια δύναμη θα ’χε κι άσπρη ράτσα αν είχαμε μια μεγάλη πίστη. Τώρα χαμογελούμε άνεργα και πολύξερα ή στρουφογυρνούμε λυσσασμένα μέσα στην κόλαση της ατομικότητας, ξεκάρφωτοι, χωρίς συνοχή, χωρίς ελπίδα»
       [18] Βλ.Ψαλμ. 54, στ. 5.
       [19] Βλ.Ψαλμ.55, στ. 4 και12.
       [20] Βλ.Ψαλμ.54, στ. 9.
       [21] Βλ. Σύμβολο Πίστης Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως.
          [22] Βλ. Β Κορ. 3, 17: «Ου το Πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία», και Ιω. η, 34: «ο ποιών την αμαρτίαν, δούλος εστί της αμαρτίας».
[23]Ν. Καζαντζάκη, Ο φτωχούλης του Θεού, εκδ. Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.). σ. 268.     
[24] Ν.Καζαντζάκη, Οι αδερφοφάδες, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα (χ,χ.). σ. 84.
[25] Βλ. Ι. Δ. Κορδορούμπα, ό.π., σ. 40.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου