Σάββατο 4 Απριλίου 2015

H Κρήτη των αγώνων, των θυσιών και του πολιτισμού. Πηγή εφημ. Αμαριώτικη Φωνή αρ. φ.117.

                           
                                     Τοπική Ιστορία της Κρήτης
               H Κρήτη των αγώνων, των θυσιών και του πολιτισμού.


         Κρήτη. Νησί με εξαιρετική προνομιακή γεωγραφική θέση, που βρίσκεται στη μέση της λεκάνης της Μεσογείου, ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, με σπάνια, σχεδόν μοναδική σύνθεση γεωγραφικών και κλιματολογικών συνθηκών. Το μέγιστο μήκος της από το ανατολικό ακρωτήρι της Σίδερο, έως το δυτικό της Γραμβούσας, είναι 260 χιλιόμετρα και το μέγιστο πλάτος 56 χιλιόμετρα, με μικρότερο τον Ισθμό της Ιεράπετρας 12 χιλιόμετρα. Η εδαφική της διαμόρφωση παρουσιάζει μια αξιοθαύμαστη ιδιαιτερότητα, αφού συνδυάζει στοιχεία του βορρά και του νότου, της Ευρώπης και της Αφρικής. Οι εναλλαγές του τοπίου και των κλιματολογικών συνθηκών είναι τέτοιες που διαφοροποιούν την εικόνα  μέσα σε ελάχιστα χιλιόμετρα. Οι φυσικές καλλονές, που τέρπουν και αιχμαλωτίζουν την όραση είναι μοναδικές. Καμιά περιοχή του κόσμου δεν έχει τον πλούτο και την ποικιλία της χλωρίδας και της πανίδας της. Υπάρχουν εκατοντάδες δένδρων και φυτών και δεκάδες ζώων, πτηνών, ερπετών και εντόμων, μοναδικά στον κόσμο. Εδώ συνυπάρχουν οι κέδροι και τα ορεινά κυπαρίσσια με τις ελιές τους φοίνικες και τα μπανανόδενδρα, ενώ σε πολλές περιοχές της νότιας Κρήτης ο χειμώνας είναι τόσο ήπιος, ώστε τα χελιδόνια δεν φεύγουν ποτέ. Ο ποιητής Πολέμης συνοψίζοντας την ιστορία της, την υμνεί λέγοντας: «Της αστραπής και της βροντής η Κρήτη και των τυράννων η ακοίμητη φοβέρα η Κρήτη η Κρήτη».
         Η ιστορία της Κρήτης αρχίζει από τους νεολιθικούς  χρόνους, 6.000 π.Χ. και συνεχίζει ουσιαστικά με τον πρώτο στην Ευρώπη πολιτισμό τον Μινωικό, από τον μυθικό βασιλιά Μίνωα, γιο της Ευρώπης και του Δία, από τον οποίο ονομάστηκαν Μίνωες όλοι οι βασιλιάδες της Κρήτης για πολλούς αιώνες. Ο Μινωικός πολιτισμός, δημιουργήθηκε πριν την κάθοδο των Ελληνικών φύλων, από προέλληνες. Διαρκεί από το 4.000 π.Χ. έως το 1000 π.Χ. «Ο Μίνωας είναι ο παλαιότερος από όσους έχουμε ακουστά που απόχτησε ναυτική δύναμη και κυριάρχησε στις περισσότερες απ’ όσες λέμε τώρα ελληνικές θάλασσες κι έγινε άρχοντας στις Κυκλάδες κι εγκατέστησε αποικίες στις περισσότερές τους…κι έβαλε άρχοντες τους γιους του. Κι όπως ήταν φυσικό, ξεκαθάρισε από τη θάλασσα τους ληστές και πειρατές, για να έρχονται τα εισοδήματα από τα νησιά σε αυτόν τον ίδιο»: (Βλ.Θουκιδίδη, Ιστορία, Α, 4, μτφρ. Ε. Λαμπρίδη). Στη συνέχεια λόγω της μεγάλης δύναμης των μινωιτών γίνονται υποτελείς και οι Αθηναίοι εξ ου και ο μύθος με το μινώταυρο και τον Θησέα. Κατά τον Διόδωρο δε τον Σικελιώτη ο «Μίνως πρώτος των Ελλήνων ναυτικήν δύναμιν συστησάμενος εθαλασσοκράτει και νήσους πολλούς κατέκτησε». Ο λυρικός ποιητής Βακχυλίδης στην επινίκιο ωδή Α, αναφέρει για την πατρίδα του Κέα: «Ο αρήιος (πολεμικός) Μίνως με τα ταχύπλοα και όμορφα πλοία νίκησε την ομορφομαλλούσα και λυγερή νύμφη της Κέας τη Δεξιθέα».      
Συγκρούσεις αλλά και ειρηνικές επαφές είχαν και με τους Αιγυπτίους στα κείμενα των οποίων αναφέρονται ως Κεφτί, όπως δείχνουν τα Μινωικά ευρήματα στις ανασκαφές της Αιγύπτου και τα Αιγυπτιακά στα Μινωικά ανάκτορα. Οι μινωικές πόλεις συχνά ήταν σε διαμάχες και συγκρούσεις από τις οποίες παραιτούνται προσωρινά, όταν δέχονται εξωτερική απειλή, ενώνονται και σχημάτιζαν τον Συγκρητισμό με κοινή κυβέρνηση το Κοινό των Κρητών.
     Το 1900 π.Χ. κτίζονται τα ανάκτορα της Κνωσού και της Φαιστού, σε άλλα αρχαιότερα που προϋπήρχαν, με διακριτικό τους γνώρισμα την απουσία τειχών και οχυρώσεων, πράγμα σπάνιο αν όχι μοναδικό στον αρχαίο κόσμο, λόγω της μεγάλης ναυτικής δύναμης  που είχαν, η οποία τους έκανε να μην αισθάνονται φόβο από κανένα. Οι Μινωίτες ήταν μεσογειακή φυλή, μέτριου αναστήματος, αδύνατοι, μελαχρινοί και μάλλον δολιχοκέφαλοι, σε αντίθεση με τους σημερινούς Κρήτες και Έλληνες. Είχαν μακρυά μαλλιά ή τελείως κοντά, με ξυρισμένα τα γένια και το μουστάκι. Όλοι βάδιζαν γυμνόποδες, εκτός όταν πολεμούσαν ή κυνηγούσαν ή εργαζόταν στα χωράφια. Σημαντική θέση είχε η γυναίκα στην μινωική Κρήτη,σε αντίθεση με τον μισογυνισμό που επικρατούσε σ’ όλους σχεδόν τους άλλους αρχαιοελληνικούς πολιτισμούς και φιλοσόφους.Είχαν πλούσια και πολυτελή ενδυμασία. Οι  δούλοι ήταν περιορισμένοι.   Περίφημα ήταν τα ανάκτορα της Κνωσού και Φαιστού, που ήταν πολυώροφα και δαιδαλώδη εξ ου και ο μύθος για τον Λαβύρινθο που έκτισε ο Δαίδαλος, με τοιχογραφίες, ζωγραφικές απεικονίσεις, υδρευτικό και υπόγειο αποχετευτικό σύστημα, θερμαινόμενα λουτρά, τουαλέτες κλπ. Νόμισμα δεν υπήρχε, αφού το πρώτο νόμισμα στον ελλαδικό χώρο έγινε τον 7ο π. Χ. αιώνα. Χαλκό χρησιμοποιούσαν.
    Οι πρόγονοι των ευρωπαίων την περίοδο αυτή, ζούσαν σε ημιάγρια κατάσταση στα σπήλαια και στις στέπες της Ευρώπης, σε νομάδες, χωρίς ίχνος πολιτισμού. Τα ανάκτορα της Ευρώπης, όπως αυτά στη Βιέννη, 3.500 χρόνια μετά τα Μινωικά, δηλαδή το 1500 μ.Χ., δεν είχαν λουτρά και τουαλέτες, οι φυσικές ανάγκες τους γινόταν σε δοχεία τα οποία το πρωί οι υπηρέτες τα έβγαζαν έξω. Η δυσοσμία από την έλλειψη λουτρών, τους ανάγκαζε να χρησιμοποιούν αρώματα και έτσι δημιουργήθηκε η συνήθεια χρήσης αρωμάτων κυρίως στις γυναίκες.   

         Η θρησκεία τους ήταν μητριαρχική. Ανδρική θεότητα δεν υπάρχει. Λάτρευαν γυναικεία θεότητα, ως θεά του πολέμου όταν φέρει τον διπλούν πέλεκυ, ως θεά της εφορίας όταν φέρει άνθη, ως δαμάζουσα θηρία ή κρατώντας φίδια. Τόποι λατρείας ήταν τα σπήλαια και οι κορυφές των βουνών σε βωμούς και όχι ναούς. Υπολείμματα τέτοιων μορφών λατρείας έχουν βρεθεί στο σπήλαιο των Καμαρών, στο σπήλαιο στη Νίδα, στο σπήλαιο στην Πατσό Αμαρίου και στο Δικταίο άνδρο( σπήλαιο ψυχρού). Θρησκευτικά σύμβολα ήταν ο διπλούς πέλεκυς, το ζεύγος των ιερών κεράτων και ο σταυρός. Οι θρησκευτικές τελετές περιελάμβαναν, σπονδές και θυσίες αιγών και βοδιών, προσφορές καρπών και υγρών, προσευχές και δεήσεις και σπονδές για τους νεκρούς και άλλα όμοια με των άλλων Ελλήνων
     Οι γραφές που ανέπτυξαν ήταν η ιδεογραφική, εικονογραφική,ιερογλυφική στην οποία κάθε λέξη συμβολίζεται με ένα ζώο, π.χ. ψάρι, πτηνό. Μετά έχουμε την γραμμική Α, όπου κάθε γράμμα είναι συλλαβή και στην οποία τα γράμματα αποδίδονται με σχήματα πιο απλοποιημένα, συνδυασμός γραμμών ευθείων και καμπύλων . Η ιερογλυφική και η γραμμική Α, δεν έχουν διαβαστεί μέχρι σήμερα. Μετά αναπτύχθηκε η γραμμική Β, η οποία μετά την κάθοδο των Αχαιών, στην Κρήτη και στην Ελλάδα μιλούν την ίδια γλώσσα. 
       Ο Μίνωας και ο Ροδάμανθης, γιοι του Δία και της Ευρώπης, θυγατέρας του βασιλειά της Φοινίκης, που έκλεψε και έφερε στη Γόρτυνα ο Δίας, ο Μινώταυρος, γιος του Μίνωα και της Πασιφάης, η Αριάδνη κόρη του Μίνωα, ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος είναι πλούσια και γοητευτικά θέματα της ελληνικής μυθολογίας και έχουν την αρχή τους στην Κρήτη μαζί με τον κρηταγενή Δία.
   
      Το 1700 π.Χ έως το 1450, καταστρέφονται τα ανάκτορα από σεισμό και ανοικοδομούνται πάλι, τότε  δημιουργούνται και οι βασιλικές επαύλεις Ζάκρος, Μάλια.
    Γύρω στο 1600 π.Χ. γράφεται ο περίφημος δίσκος της Φαιστού, ο οποίος δεν έχει διαβαστεί μέχρι σήμερα και περιέχει μάλλον μία προσευχή.
    Το 1400 π.Χ γίνεται ξαφνική καταστροφή από «τσουνάμι»   που δημιουργήθηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας. Μετά απ’ αυτό αρχίζουν να έρχονται στην Κρήτη τα πρώτα Ελληνικά φύλα οι Αχαιοί. Ο πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος, τον 5ο μ.Χ. αιώνα σημειώνει: «Άνδρες διαφόρων εθνοτήτων αλλά κυρίως Έλληνες ήρθαν να εγκατασταθούν στην Κρήτη αφού αυτή ερημώθηκε». (Βλ.Ηροδότου, Ιστορία, 8, 171, μτφρ. φιλολογική ομάδα Κάκτου).
     
                                      Κρήτη στον Τρωικό πόλεμο
    
      Στον Τρωικό πόλεμο το 1250 π.Χ. περίπου, αναφέρει ο Όμηρος, ότι ως Έλληνας συμμετέχει και ο τελευταίος Μινωίτης βασιλιάς της Κρήτης, ο Ιδομενέας, με 80 πλοία, ο οποίος είχε κρυφτεί και στον Δούρειο ίππο και ο Μηριόνης και  επτά κρητικές πόλεις: Κνωσός, Φαιστός, Γόρτυνα, Μίλατος, Λύκαστος, Λύκτος, Ρύτιον. Από τότε δείχνουν αξιοθαύμαστη πολεμική ανδρεία κατά τον ιστορικό Ηρόδοτο: «Έπειτα, στην τρίτη γενιά μετά το θάνατο του Μίνωα, ξέσπασε ο Τρωικός πόλεμος, στον οποίο οι Κρήτες αποδείχτηκαν από τους καλύτερους πολεμιστές που είχε στη διάθεσή του ο Μενέλαος»: (Βλ. Ηροδότου, Ιστορία, 8, 171,εκδ. Κάκτος, μτφρ.φιλολογική ομάδα Κάκτου). Όταν επέστρεψε όμως στην Κρήτη ο βασιλιάς Ιδομενέας, δεν έγινε δεκτός, γιατί στην Κρήτη κυριαρχούσαν πλέον οι Μυκηναίοι.Έτσι αναγκάστηκε να φύγει στην Αίγυπτο, όπως και ο βασιλιάς της Σπάρτης Μενέλαος με την ωραία Ελένη, που πήρε από την Τροία, κατά κάποιους ιστορικούς.

                  Δωρική περίοδος στην Κρήτη (1200 π.Χ – 350 π.Χ.)

     Η Κρήτη την 3η και 2η π.Χ. χιλιετία ήταν σε περίοδο ακμής, δύναμης, πολιτισμού, ενώ μετά το 1000 π.Χ., με το τέλος του Μινωικού πολιτισμού, σε περίοδο πολιτιστικής κάμψης, λόγω της επικράτησης των Δωριέων. Οι Δωριείς που αποίκισαν την Κρήτη, αναμειγνύονται με τον γηγενή πληθυσμό και αρχίζει ο εκδωρισμός της Κρήτης. Αναφέρεται στη μεταμινωική αυτή εποχή, ο βασιλιάς Ετέαρχος στην πόλη Αξώ του σημερινού Μυλοποτάμου. Η νοοτροπία και τα ήθη έμοιαζαν με των Σπαρτιατών, με τους οποίους είχαν φίλιες σχέσεις. Διέφεραν μόνο στην αγάπη στη φιλοξενία, σε αντίθεση με τη μισοξενία των Σπαρτιατών. Κυριαρχεί η στρατιωτική νοοτροπία και οι διαρκείς συγκρούσεις των Κρητικών πόλεων μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να  παρακμάσουν οι τέχνες, τα γράμματα και ο πολιτισμός.
       Η ενασχόληση των Κρητών την περίοδο αυτή, με τη μισθοφορία,(επειδή ήταν περιζήτητοι πολεμιστές), τις ληστείες και τις απάτες, είχαν δημιουργήσει ηθική χαλάρωση, γι’ αυτό είχαν κακή φήμη στους άλλους Έλληνες(κρητίζειν). Από αυτά τα δεδομένα προέρχεται και η προτροπή του Αποστόλου Παύλου προς τον πρώτο επίσκοπο Κρήτης Τίτο, λίγο αργότερα, να τους προσέχει γιατί δικός τους σοφός είχε πει (εννοούσε τον Επιμενίδη), ότι «Κρήτες αεί ψεύται, κακά θηρία, γαστέρες αργαί και η μαρτυρία του είναι αληθινή»: (Βλ. Προς Τίτον,1,12). Ψεύτες τους Κρήτες τους αποκαλούν και άλλοι συγγραφείς της αρχαιότητας π.χ ο Καλλίμαχος(3ος π.Χ. αιώνας), ο Ηφαιστίων ο Γραμματικός(2ος π.Χ. αιώνας), για διάφορους λόγους όπως, επειδή έλεγαν ότι ο Δίας γεννήθηκε και πέθανε στην Κρήτη και έδειχναν τον τάφο του, ενώ ήταν αθάνατος, ή επειδή ο Ιδομενέας κράτησε περισσότερα λάφυρα για τον εαυτό του μετά την άλωση της Τροίας, όταν κληρώθηκε για να τα μοιράσει, κατά τον Αλεξανδρινό συγγραφέα Πτολεμαίο τον Χένο ή γιατί υποστήριζαν ότι και η θεά Αθηνά γεννήθηκε στην Κρήτη κλπ. Βέβαια υπάρχει και το λογικό παράδοξο στην άποψη αυτή που υποστηρίζει:
 Ο Επιμενίδης λέει ότι  οι Κρήτες είναι ψεύτες
Ο Επιμενίδης είναι Κρητικός
Άρα ο Επιμενίδης λέει ψέματα
Άρα οι Κρήτες λένε την αλήθεια
Άρα και ο Επιμενίδης λέει την αλήθεια
Άρα οι Κρήτες είναι ψεύτες κ.ο.κ.
    Οι ονομαστότεροι σοφοί της περιόδου αυτής ήταν ο εκ Φαιστού ή Κνωσού Επιμενίδης(600π.Χ.),(ένας από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας), ο Γορτύνιος ποιητής Θαλήτας και ο Ριανός από την πόλι Βήνη, οι Αρχιτέκτονες Χερσίφρων και Μεταγένης, που οικοδόμησαν τον περίφημο ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο, οι γλύπτες Χειρίσοφος και Αριστοκλής. Από θρησκευτικής πλευράς παύει η λατρεία των Μινωικών θεοτήτων και κυριαρχεί το Δωρικό δωδεκάθεο και κυρίως του Απόλλωνα και της Κρητικής θεάς Βριτόμαρτις ή Δίκτυννα, λείψανο Μινωικής θεότητας. Κτίζονται πλέον μεγαλοπρεπείς ναοί, όπως το Δελφίνιο της Κνωσού και το Πύθιο της Γόρτυνας.
     Ο  Όμηρος (800-700 π.Χ.), αποτυπώνει την κατάσταση την περίοδο αυτή, λέγοντας: «Στο πέλαγος τ’ αστραφτερό είναι μια χώρα, η Κρήτη, πανέμορφη και καρπερή και θαλασσοζωσμένη. Κατοίκους έχει αρίθμητους και πόλεις ενενήντα. Πολλές οι γλώσσες που μιλούν. Έχει Αχαιούς η χώρα και Κρήτες μεγαλόκαρδους, έχει και Κυδωνιάτες, και Δωριέων τρεις φυλές και Πελασγούς λεβέντες»: (Βλ.Ομήρου, Οδύσσεια, ΤΑ  στιχ. 172).
     Στους Περσικούς πολέμους (Μαραθώνα, Θερμοπύλες, Σαλαμίνα, Πλαταιές κλπ. 492-478 π.Χ.), οι Κρήτες δεν έλαβαν μέρος, προφασιζόμενοι την απαγόρευση του μαντείου των Δελφών και τους δυσοίωνους χρησμούς του για τις ελληνικές πόλεις. Για πολλούς ιστορικούς, το μαντείο των Δελφών, στους Περσικούς πολέμους, εμήδισε(ήταν φίλος των Περσών).
     Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης θαυμάζουν τη σοφή νομοθεσία των Κρητών, περίφημο δείγμα της οποίας είναι «η βασίλισσα των επιγραφών» της Γόρτυνας, που είναι η αρχαιότερη γνωστή νομοθεσία στην Ευρώπη, γραμμένη περίπου το 450 π.Χ. Η Κρήτη και η Σπάρτη φημιζόταν κατά την αρχαιότητα για τη σοφή νομοθεσία τους, εξ ου και ο μύθος ότι ο Μίνωας έπαιρνε τους νόμους από τον Δία, αν και δεν έχουν διασωθεί.
     Το 350 με 320 π.Χ., στην εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών οι Κρήτες συμμετέχουν με πλοία. Ο περίφημος Ναύαρχος του Μ. Αλεξάνδρου, Νέαρχος γεννήθηκε στην μινωική πόλη Λατώ και σαν έφηβος έζησε στη Μακεδονία. Ήταν ο διοικητής του στόλου στον περίπλου της Ινδικής το 325. Εξερεύνησε την παραλιακή ζώνη από τις εκβολές του ινδικού ποταμού έως τον περσικό κόλπο και κατέγραψε τις παρατηρήσεις του στο ημερολόγιο του που χάθηκε, και στοιχεία του καταγράφηκαν στο έργο του ιστορικού Αρριανού περί « Ινδικής».
 Οι καλύτεροι τοξότες της στρατιάς του Μ. Αλεξάνδρου (έντεκα σαΐτες  το λεπτό) ήταν Κρητικοί. Ο Αλέξανδρος  για να τιμήσει την προσφορά των Κρητικών
στην εκστρατεία του, έκτισε μία πόλη και της έδωσε 
 το όνομα Κρητόπολις. Βέβαια μισθοφορικά Κρητικά σώματα χρησιμοποίησαν και οι Πέρσες εναντίον του Μ. Αλεξάνδρου.
     Την περίοδο των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου (320 -70 π.Χ.), η Κρήτη βρίσκεται στο κέντρο των επεκτατικών βλέψεων των Πτολεμαίων της Αιγύπτου και των ελληνιστικών βασιλείων της ανατολής. Τότε συνάπτουν συμμαχίες με τις μεγάλες ναυτικές δυνάμεις της περιοχής επί των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, την Αλεξάνδρεια, τη Ρόδο την Αντιόχεια.   
    

                Ρωμαιοκρατία στην Κρήτη (69π.Χ.-330μ.Χ.)

     Εμφύλιες διενέξεις μεταξύ των σημαντικών κρητικών πόλεων της εποχής, Κνωσού, Γόρτυνας, Κυδωνίας και Λύκτου, τις εξασθενούν και το 69 π.Χ. γίνονται εύκολη λεία των Ρωμαίων, μετά από σκληρή αντίσταση των κρητικών πόλεων και πρωτεύουσα της Κρήτης ορίζεται η Γόρτυνα, επειδή είχε φιλορωμαϊκές συμπεριφορές. Είναι η πρώτη φορά, μετά από 3000 χρόνια ακμής και πολιτισμού που η Κρήτη υποκύπτει σε κατακτητή και υποδουλώνεται.  Σ’ όλη σχεδόν την προχριστιανική εποχή ήταν η υπερδύναμη στην περιοχή της Μεσογείου, ενώ στα 2.000 μεταχριστιανικά χρόνια ήταν σε σκλαβιά: 350 χρόνια στους Ρωμαίους, 140 χρόνια στους Άραβες, 450 χρόνια στους Βενετούς, 250 χρόνια στους Τούρκους. Δηλαδή 1.200 χρόνια σκλαβιάς.
      Το 33 μ.Χ. οι πρώτοι Κρήτες γίνονται Χριστιανοί στα Ιεροσόλυμα από τον Απόστολο Πέτρο (Πρβλ. Πράξεων β).
      Το 60-61μ.Χ. ο Απόστολος Παύλος οδηγούμενος δέσμιος στη Ρώμη διέρχεται από τον όρμο των Καλών Λιμένων. Σημειώνει το κείμενο της Αγίας Γραφής πριν 2.000 χρόνια:«Επλεύσαμεν κατά μήκος της νότιας ακτής της νήσου Κρήτης…Με πολλήν δε δυσκολίαν πλέοντες πλησίον της Κρήτης ήλθομεν εις κάποιον τόπον, που καλείται Καλοί Λιμένες, πλησίον του οποίου ήτο κάποια πόλις ονομαζομένη Λασαία»: (Βλ. Πράξεων κζ, 7-16).
      Το 65-66 μ.Χ. ο Απόστολος Παύλος εγκαθιστά στη Γόρτυνα τον μαθητή του Τίτο, πρώτο επίσκοπο Κρήτης, προς τον οποίο απευθύνει από τη Μακεδονία τη γνωστή επιστολή προς Τίτο που αποτελεί τμήμα της Αγίας Γραφής. Ο επεκτεινόμενος Χριστιανισμός συνάντησε μεγάλη αντίδραση στην Κρήτη.
     Το 250 μ.Χ στο φοβερό διωγμό του Δεκίου, η Κρήτη πρόσφερε τους Δέκα Μάρτυρες στη Γόρτυνα και τον Άγιο Μύρωνα στο Μαλεβύζι.
    Γύρω στο 300 μ.Χ. έδρασε και ο Άγιος Κύριλλος Επίσκοπος Γορτύνης και μαρτύρησε στο διωγμό του Μαξιμιανού.

             Α΄ Βυζαντινή περίοδος στην Κρήτη(330 μ.Χ.-824 μ.Χ.)

     Το 330 μ.Χ η Κρήτη ανήκει πλέον στη Βυζαντινή αυτοκρατορία μετά την ειρηνική μεταβολή από Ρωμαϊκή σε Ελληνική, που άρχισε  με τον Μ. Κωνσταντίνο. «Οι Ρωμαίοι υπέταξαν τους Έλληνες με τα όπλα και οι Έλληνες τους Ρωμαίους με τον πολιτισμό», γι’ αυτό τονίζει ο ποιητής Οράτιος: «αν και καταλήφθηκε η Ελλάδα, κατέκτησε τον άγριο κατακτητή και έφερε τις τέχνες στο αγροίκο Λάτιο». Είναι η μοναδική περίπτωση στην ιστορία, που μία αυτοκρατορία αλλάζει χέρια χωρίς πόλεμο.Πολλές φορές στην ιστορία, τους πολέμους και τις μεγάλες αλλαγές τις κέρδισαν οι επιστήμονες και ο πολιτισμός και όχι μόνο οι στρατοί. Η περίοδος αυτή στην Κρήτη, είναι ειρηνική και ο πλούτος επιτρέπει την ίδρυση μεγαλοπρεπών παλαιοχριστιανικών βασιλικών εκκλησιών, περίπου 40.
    Επί Αυτοκράτορα Ιουστινιανού( 525-565μ.Χ), κτίζεται στη Γόρτυνα μεγαλοπρεπής βασιλική του Αποστόλου Τίτου, που εξελίχθηκε σε μεγάλο θρησκευτικό κέντρο, ένα από τα μεγαλύτερα της ανατολής, όπως μαρτυρούν και τα εναπομείναντα λείψανά της, μέχρι σήμερα.
    Γύρω στο 680 μ.Χ. δρα  ο Άγιος Ευμένιος Επίσκοπος Γορτύνης.
    Το 733 μ.Χ. η εκκλησία της Κρήτης αποσπάται, επί αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ του Ισαύρου, από την εκκλησία της Ρώμης και προσαρτάται οριστικά στην Κωνσταντινούπολη.

                    Αραβοκρατία στην Κρήτη (824-961 μ.Χ.)

     Το 824 μ.Χ. καταλαμβάνουν την Κρήτη οι Άραβες Σαρακηνοί από τη βόρειο Αφρική και την Ισπανία, με αρχηγό τον Αμπού Χάψ Ομάρ (Απόχαψη) με απόβαση στην περιοχή της Ιεράπετρας. Μεγάλη αντίσταση στους Άραβες προέβαλε η πρωτεύουσα της Κρήτης, η ισχυρή πόλη Γόρτυνα. Οι Άραβες με δυσκολία την κατέλαβαν και την κατέστρεψαν ολοσχερώς, όπως και εκατοντάδες ναών και αξιόλογων Χριστιανικών, Μινωικών και Ρωμαϊκών μνημείων της Κρήτη, όπως  τον περίφημο ναό του Αποστόλου Τίτου, στη Γόρτυνα. Ο Μητροπολίτης Κρήτης στη Γόρτυνα Κύριλλος, φονεύεται με μαρτυρικό θάνατο. Από τότε η «χώρα η εξακουστή η έμορφη  Γορτύνη»: (Βλ.Βιντζέντζου Κορνάρου, Ερωτόκριτος, τ.Α΄. ,εκδ. Σύμπαν,(χ.χ.τ.), σ. 105), ύστερα από 1000 χρόνια δυναμικής παρουσίας στα πράγματα της Κρήτης, διαλύεται και πρωτεύουσα γίνεται το σημερινό Ηράκλειο ή  Χάνδακας, όπως το ονόμασαν οι Άραβες, από την τεράστια προστατευτική τάφρο, χανδάκι(Chandak), που δημιούργησαν γύρω από την πόλη, για προστασία από τις πολιορκίες. Η Κρήτη πλέον γίνεται ένα φοβερό βαρβαρικό και πειρατικό κέντρο στη Μεσόγειο, το φόβητρο των νησιών και των παραλίων περιοχών.Οι συγγραφείς της εποχής την αποκαλούν «βαρβαροτρόφο χώρα»:(Θεοδόσιος ο Διάκονος), είναι η «κατηραμένη χώρα των απίστων, η Θεόλετος Κρήτη» του Κωνσταντίνου του Πυρφυρογεννήτου.
  Η αραβοκρατία της Κρήτης κράτησε 140 χρόνια.
     Την περίοδο αυτή της Αραβοκρατίας στην Κρήτη, έδρασαν και ο Άγιος Ευτύχιος Επίσκοπος Γορτύνης, ο αδελφός του Ευτυχιανός και η αδελφή τους Κασσιανή που ασκήτευσαν γύρω από τη Μονή της Οδηγήτριας στα Αστερούσια και τα λείψανά τους αποκαλύφθηκαν με όραμα στο Άγιο Ιωάννη τον Ξένο αργότερα.
     Με την περίοδο της Αραβοκρατίας συνδέεται  η περιοχή Αμπαδιά (νότια περιοχή του Αμαρίου), η οποία κατά μία ερμηνεία,  πήρε το όνομά της τον 9Ο  μ.Χ. αιώνα από τον Αμπάδ, Σαρακηνό σεΐχη που εγκαταστάθηκε στην ορεινή αυτή περιοχή με τους άνδρες του μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Σαρακηνούς το 830 μ.Χ. Οι Αμπαδιώτες Σαρακηνοί παρέμειναν στην περιοχή αυτή και κατά την τουρκοκρατία. Αποτελούσαν ξεχωριστή φυλή μεταξύ των  υπολοίπων μουσουλμάνων, δεν ήταν τουρκογενείς, διατηρούσαν όχι μόνο τα παλαιά των ήθη και έθιμα, αλλά και τα χαρακτηριστικά της αφρικοαραβικής φυλής τους. Ήταν ζωηροί, ευκίνητοι, άξεστοι. Δεν είχαν έλθει ποτέ σε επιμιξία όχι μόνο με τους Χριστιανούς αλλά ούτε και με τους άλλους Οθωμανούς μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669. Τις σχέσεις των Αμπαδιωτών με τους υπόλοιπους μουσουλμάνους χαρακτήριζε αμοιβαία περιφρόνηση. Οι άλλοι μουσουλμάνοι θεωρούσαν τους Αμπαδιώτες κατωτέρους τους, φυλή ξένη και ταπεινή.Το όνομα Αμπαδιώτης μεταξύ αυτών αποτελούσε ύβρι. Αντίθετα οι Αμπαδιώτες μουσουλμάνοι, ήταν υπερήφανοι για την προέλευσή τους από παλαιούς μουσουλμάνους. Είχαν θρησκευτικές διαφορές από τους υπόλοιπους, δική τους γλώσσα, σε αντίθεση με τους άλλους ομοθρήσκους τους, που μιλούσαν ελληνικά, θεωρούσαν τους άλλους Οθωμανούς νόθους, γιατί προερχόταν σχεδόν όλοι από εξισλαμισθέντες Κρήτες:(Πρβλ.Διονυσίου Κόκκινου, Ακαδημαϊκού, Η Ελληνική Επανάσταση, σ.105). Τα εχθρικά αυτά συναισθήματα, των Αμπαδιωτών Μωαμεθανών, με τους υπόλοιπους Οθωμανούς, επεχείρησαν να εκμεταλλευτούν οι Χριστιανοί Κρήτες στην επανάσταση του 1821 και να συμμαχήσουν, αλλά προδόθηκαν απ’ αυτούς στον Πασά του Ηρακλείου.
     Βέβαια την άποψη, ότι οι τουρκοκρητικοί της Αμπαδιάς Αμαρίου, που διακρινόταν από τους άλλους τουρκοκρητικούς, για το μικρό ανάστημα, τη μελαμψότητα και την ωμότητά τους, προοερχόταν από τους Άραβες, άλλοι ιστορικοί την απορρίπτουν. Κατ’ αυτούς, δεν υπάρχει καμία πληροφορία, ότι σώζονταν Άραβες στην Κρήτη στην επακολουθήσασα Βυζαντινή περίοδο, όπου έγινε συστηματικός εκχριστιανισμός της Κρήτης και στην μετέπειτα ενετοκρατία των 450 χρόνων, πριν την τουρκοκρατία: (Πρβλ. Στεφ. Ξανθουλίδου, Ιστορία της Κρήτης,εκδ. Ελληνική εκδοτική εταιρεία, Αθήνα 1981, σ.74).

                 Β΄ Βυζαντινή περίοδος στην Κρήτη (961-1204)

      Το Βυζάντιο επιχείρησε πέντε φορές, με απανωτές ήττες και μεγάλες απώλειες να ανακτήσει την Κρήτη, αλλά οι δυσκολίες ήταν ανυπέρβλητες.
Το 961 μ.Χ. αναλαμβάνει την απελευθέρωση της Κρήτης ο ένδοξος και ανδρείος αραβομάχος Στρατηγός και μετέπειτα αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς. Προετοιμάζει μια γιγαντιαία απόβαση με 3.300 πολεμικά και μεταγωγικά πλοία και με τη βοήθεια του μυστικού όπλου των Βυζαντινών του «υγρού πυρός». Πνευματικό σύμβουλο στην εκστρατεία αυτή είχε τον φίλο του και μετέπειτα Άγιο Αθανάσιο το Αθωνίτη, ιδρυτή της Μονής Μ. Λαύρας του Αγίου Όρους, τον οποίο πίεσε να έλθει μαζί του, για να προσεύχεται για τη θετική έκβαση της δύσκολης αυτής επιχείρησης, όπως και έγινε.   Η απόβαση έγινε κοντά στον Χάνδακα (Ηράκλειο). Ακολουθούν σφοδρές μάχες με τους Άραβες και καταλαμβάνεται το Ηράκλειο.  Ακολουθεί φοβερή σφαγή στο Χάνδακα, αδιάκριτα ηλικίας και φύλου,ως εκδίκηση των Βυζαντινών για τις πέντε αποτυχημένες εκστρατείες. Όταν ο Νικηφόρος Φωκάς μπήκε στον Χάνδακα με δυσκολία κατόρθωσε να σταματήσει το κακό. Άραβας ιστορικός υπολογίζει σε 200 χιλιάδες τους φονευθέντες και άλλους τόσους αιχμαλωτισθέντες:(Βλ. Στεφ. Ξανθουλίδου, Ιστορία της Κρήτης,εκδ. Ελληνική εκδοτική εταιρεία, Αθήνα 1981, σ.72). Είναι από τις μελανές στιγμές των πολεμικών επιχειρήσεων του Ελληνισμού, αν και τις φρικαλαιότητες διέπραξαν κυρίως τα βαρβαρικά μισθοφορικά σώματα, των Αρμενίων, Σλαύων,Ρώσσων κλπ., του Βυζαντινού στρατού. Έτσι η Κρήτη υπάγεται ξανά στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, με πολιτικό, θρησκευτικό και στρατιωτικό κέντρο το Χάνδακα (Ηράκλειο). Ο Νικηφόρος Φωκάς, γκρεμίζει τα τείχη στον Χάνδακα, κτίζει εκκλησίες, και μετατρέπει τα μουσουλμανικά τεμένη σε εκκλησίες, κάνει οχυρώσεις και καθιστά την Κρήτη σκοπιά και προπύργιο του Ελληνισμού κατά των επιθέσεων των Αράβων. Τότε κτίζεται και ο ναός του Αποστόλου Τίτου στον Χάνδακα, στην ίδια θέση που είναι ο σημερινός. Επειδή μεγάλο μέρος του πληθυσμού κάτω από την πίεση των Αγαρηνών είχε εξισλαμισθεί, ο ευσεβής Νικηφόρος Φωκάς μεταφέρει στην Κρήτη τον Άγιο Νίκωνα των μετανοείτε, που επανέφερε στον Χριστιανισμό μεγάλο μέρος των Κρητών.
      Εμπλουτίζει τον Κρητικό πληθυσμό με σπουδαίες οικογένειες Ελλήνων κυρίως, αλλά και Αρμενίων στρατιωτών του, Σλάβων και βαρβάρων Χριστιανών από την Μ. Ασία κυρίως, παραχωρώντας τους καλλιεργίσιμες εκτάσεις και βοσκότοπους.Από τους αποίκους αυτούς διατηρήθηκαν τα ονόματα χωριών Αρμένοι(στη Σητεία,Ρέθυμνο, Αποκόρωνα,Αρμενοχωριό στην Κίσσαμο, Σκλάβοι και Σκλαβελοχώρι στη Σητεία και πεδιάδα, Βαρβάροι στο Ηράκλειο κλπ).
   Ο ενθουσιασμός στην Κωνσταντινούπολη για την ανακατάληψη της Κρήτης ήταν απερίγραπτος. Γίνεται θριαμβευτική υποδοχή του ένδοξου στρατηγού Νικηφόρου Φωκά, που αργότερα ανακηρύσσεται Αυτοκράτορας, επαληθεύοντας το λαϊκό χρησμό των Βυζαντινών, ότι ο πορθητής της Κρήτης θα γίνει Αυτοκράτορας.Τελείται δοξολογία στην Αγία Σοφία παρουσία των Αυτοκρατόρων Ρωμανού και Θεοφανούς και φέρει στα πόδια του Αυτοκράτορα τον αιχμαλωτισθέντα Εμίρη και το γιο του και τους άλλους επίσημους αιχμαλώτους, άμαξες με πλούτη και μυθώδεις θησαυρούς από τις πειρατείες των Αράβων, που βρήκαν στον Χάνδακα.
     Ως ένδειξη ευγνωμοσύνης ο Νικηφόρος Φωκάς, όταν έγινε Αυτοκράτορας, χορηγεί στον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, μεγάλα ποσά για την ανοικοδόμηση της Μονής της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, όπου μέχρι σήμερα διασώζεται η επίσημη αυτοκρατορική στολή του με τη μίτρα, που χάρισε στη Μονή και είναι πανομοιότυπη με την επίσημη λειτουργική στολή του Πατριάρχη και των Μητροπολιτών. Ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης, όταν επισκέφθηκε στη Βασιλεύουσα τον νέο αυτοκράτορα και πνευματικό του φίλο τον συμβούλευσε να ζει «λιτῶς καί ἐν ταπεινώσει», να μετανοεί και να εξομολογείται καθημερινώς για όλες τις αμαρτίες του καθώς και για το γεγονός ότι δεν υλοποίησε την υπόσχεσή του να γίνει μοναχός. Επίσης του υπέδειξε να είναι επιεικής προς τους πολίτες και να κάνει ελεημοσύνες. Στο Τυπικό της Μεγίστης Λαύρας, το οποίο εγράφη μεταξύ του 970 και του 975 ο Αθανάσιος αναφέρεται τιμητικά και στον αοίδιμο πλέον Νικηφόρο, που είχε δολοφονηθεί. Τον χαρακτηρίζει ζηλωτή του μοναχικού βίου, «μέγαν ἐν βασιλεῦσι καί πολύν τήν ἀνδρείαν καί τήν ἀρετήν», τον οποίον ο αριστοτέχνης Θεός τον αξίωσε «ὡς γέρας ( βραβείον) ἄξιον» να εκπορθήσει τις βαρβαρικές πόλεις. Όμως δεν κατόρθωσε να επληρώσει την φιλόθεο πρόθεσή του να γίνει μοναχός, διότι κατέλαβε «τά τῆς βασιλείας τῶν Ρωμαίων σκῆπτρα». Τον επαινεί επίσης, διότι έζησε μέσα στον κόσμο ως μοναχός με μακρές νηστείες και κοιμώμενος κάτω στο σκληρό πάτωμα, γεγονός που βεβαιώνουν και οι βιογράφοι του αυτοκράτορα Νικηφόρου. Ο Άγιος Αθανάσιος τιμά τον Νικηφόρο γράφοντας ότι ξεπέρασε τους μοναχούς των ορέων με τις αγρυπνίες του, τις συνεχείς γονυκλισίες και με τη σωφροσύνη του. Είναι πράγματι εντυπωσιακό ότι η Ορθόδοξη πνευματικότητα είχε τόσο βαθειά επηρεάσει πολλούς Βυζαντινούς αυτοκράτορες ώστε άλλοι εξ αυτών τελείωναν τη ζωή ως μοναχοί και άλλοι, όπως ο Νικηφόρος Φωκάς, ζώντας με νηστεία, άσκηση και προσευχή. Ο Νικηφόρος ως αυτοκράτωρ τάχθηκε κατά της ιδρύσεως πολλών Μονών μέσα στις πόλεις και ευνόησε την ίδρυση Μονών στην ύπαιθρο.
        Το 1000-1050 μ.Χ., ασκεί έντονο ιεραποστολικό έργο στην Κρήτη ο Άγιος Ιωάννης ο Ξένος.Το 1090 μ.Χ., το Βυζάντιο έστειλε στην Κρήτη δώδεκα αρχοντικές οικογένειες, παραχωρώντας τους μεγάλες εκτάσεις γης, αποτελώντας τα ερείσματα της βυζαντινής εξουσίας στο νησί. Είναι τα δώδεκα αρχοντόπουλα που συνθέτουν το μεσαιωνικό μύθο  της Κρήτης και αναφέρονται σε Αυτοκρατορικό έγραφο του Αλεξίου Κομνηνού, μαζί με τα κτήματα που παραχωρούντο στον καθένα, κυρίως πέριξ της πρωτεύουσας Χάνδακα. Οι απόγονοι των οικογενειών αυτών, τα ονόματα των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα (Φωκάδες, Καλλέργηδες, Μελισσηνοί, Σκορδίληδες που κάποιοι ονομάστηκαν και Πάτεροι, Γαβαλάδες, Μουσούροι, Βαρούχες, Αρκολέοι, Βλαστοί, Λίθινες ή Λίτινες, Αργυρόπουλοι, Καλαφάτοι ή Καφάτοι, Χορτάτζηδες), ηγήθηκαν αργότερα σε πολλές επαναστάσεις κατά των Βενετών και στήριξαν την βυζαντινή παράδοση στην Κρήτη:(Βλ.Θεοχάρη Δετοράκη, Η Κρήτη των αιώνων και των αγώνων, ό.π., σ.64). Βέβαια άλλοι ιστορικοί αμφισβητούν τη γνησιότητα των εγγράφων και θεωρούν μύθο την ιστορία αυτή για τα δώδεκα αρχοντόπουλα: (Πρβλ. Στεφ. Ξανθουλίδου, Ιστορία της Κρήτης,εκδ. Ελληνική εκδοτική εταιρεία, Αθήνα 1981, σ.76).
                           Βενετοκρατία στην Κρήτη (1204-1669)

     Το 1204 μ.Χ. μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους και την διανομή των εδαφών η Κρήτη παραχωρήθηκε στον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό ο οποίος αμέσως την πούλησε στο Δόγη της Βενετίας, τον Ερρίκο  Δάνδολο και έτσι την καταλαμβάνουν οι Ενετοί. Η εξαιρετικά προνομιακή της θέση, στο νευραλγικό σταυροδρόμι της Μεσογείου εξασφάλιζε στη Βενετία την κυριαρχία των θαλασσών και τη σύνδεσή της με τα μεγάλα κέντρα της ανατολής. Η Κρήτη αντιστέκεται για 150 χρόνια ώσπου να καμθεί οριστικά. Ονομάσθηκε βασίλειο της Κρήτης, Βενετία της ανατολής, με επικεφαλής τον Δούκα της Κρήτης και έδρα τον Χάνδακα(Candia)-Ηράκλειο, το οποίο οχύρωσαν με περίφημα τείχη, που διασώζονται μέχρι σήμερα και τον Λέοντα της Βενετίας ως έμβλημα που εθεωρείτο το ισχυρότερο φρούριο της ανατολής. Παρόμοιες οχειρώσεις έγιναν στο Ρέθυμνο(φορτέτζα) και στα Χανιά, στη Σπιναλόγγα,τη Σούδα και τη Γραμβούσα. Καθολικοί στο χριστιανικό δόγμα οι Βενετοί, κατά τους πρώτους τουλάχιστον αιώνες της ενετοκρατίας, πολέμησαν αποφασιστικά το ορθόδοξο δόγμα των Κρητών και κούρσεψαν πολλά κειμήλια από τα μοναστήρια. Τα μοναστήρια έγιναν στις πολλές επαναστάσεις κατά των Βενετών, όπως και την περίοδο της τουρκοκρατίας αργότερα και την Γερμανική κατοχή τελευταία, κέντρα και ορμητήρια των αρχηγών των επαναστάσεων εναντίον των κατακτητών. Σκλαβιά πολύχρονη 450 χρόνια, σκληρή, με ποταμούς αιμάτων να χύνονται σε κάθε επανάσταση: (Πρβλ. Μιχάλη Γεροντή, Φιλολόγου – ιστορικού, Άγνωστες Σελίδες από την Κρητική Βενετοκρατία και Τουρκοκρατία, Άγιος Νικόλαος Κρήτης 2014, σ. 9). Αντικατέστησαν όλους τους Ορθόδοξους Επισκόπους με Καθολικούς, στοχεύοντας στην μετατστροφή των Κρητικών στο Παπικό δόγμα, που όμως δεν έγινε κατορθωτό.
      Κατά τη διάρκεια της Βενετοκρατίας (1204-1669), καταφεύγουν στα μοναστήρια του Κρητικού νότου λόγιοι μοναχοί, οι οποίοι αντιστέκονται σθεναρά, με αυταπάρνηση στα σχέδια εκλατινισμού των Κρητικών.Ο κρητικός νότος υπήρξε κέντρο ασκητισμού, ερημητισμού, ησυχασμού, από τα πρώιμα χριστιανικά χρόνια, με μεγάλη αριθμητική και ποιοτική ακμή, γνωστή και στα περίφημα μεγάλα ασκητικά κέντρα της ανατολής, Αίγυπτο, Σινά, Παλαιστίνη, Μ. Ασία, που διατηρήθηκε έως και το 1950 μ.Χ.
    Την περίοδο αυτή ήλθαν στην Κρήτη, πλησίον της Παλαιοχώρας, οι 99 Όσιοι με επικεφαλής τον Όσιο Ιωάννη τον ερημίτη και βοήθησαν τους Κρήτες να μείνουν πιστοί στην Ορθοδοξία.
    Επίσης αγώνα κατά του εκλατινισμού των Κρητών έδωσε και ο Ιωσήφ Φιλάγρης ή Φιλάγριος (14Ος  -15Ος αιω.), μοναχός λόγιος και φωτισμένος, ο οποίος ίδρυσε και σχολείο στη Μονή των τριών Ιεραρχών στον Κόφινα της Μεσσαράς.
     Οι κρητικές επαναστάσεις κατά την ενετοκρατία ήταν:
Η επανάσταση του 1363 που οδήγησε στη ίδρυση της Δημοκρατίας του Αγίου Τίτου και η οποία καταπνίγηκε μετά από αποστολή στόλου και στρατευμάτων από την Βενετία.
    Ονομαστές Βενετικές οικογένειες της Κρήτης ήταν οι Μοδάτσοι, οι Βενέρηδες, οι Δαλβέρμοι, οι Κορνάροι, οι Γριμάνηδες, οι Δάνδολοι ή Δάνδουλοι ή Δανδουλάκηδες μεταγενέστερα κλπ.:(Πρβλ. Μιχάλη Γεροντή, Φιλολόγου – ιστορικού, Άγνωστες Σελίδες από την Κρητική Βενετοκρατία και Τουρκοκρατία, Άγιος Νικόλαος Κρήτης 2014, σ. 32).Το Βενεράτο δε, ήταν αρχοντικό χωριό των Βενετών.  
    Το 1453 κατά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, 1000 εθελοντές Κρητικοί με 5 καράβια και αρχηγό τον Καλλικράτη Μανούσο, ξεκινούν για να ενισχύσουν την άμυνα της βασιλεύουσας. Διασχίζουν το Αιγαίο χωρίς πρόβλημα, αλλά στα στενά του Ελλησπόντου συναντούν 60 πλοία του τουρκικού στόλου που πολιορκούσε την Κωνσταντινούπολη. Μετά από σκληρή ναυμαχία βυθίζονται τα 2 από τα πέντε και σκοτώνονται 300.Τα υπόλοιπα 3 διασπούν τον κλοιό και εισέρχονται στην Πόλη ενισχύοντας τους τελευταίους υπερασπιστές της. Απ’ αυτούς διάλεξε ο Φρούραρχος Ιουστινιάνης τους σωματοφύλακές του, που ήταν μαζί του όταν σκοτώθηκε, όπως και η σωματοφυλακή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, που ήταν μαζί του όταν σκοτώθηκε, ήταν επίλεκτοι Κρητικοί. Μετά την άλωση επί μερικές ημέρες αυτό το εθελοντικό σώμα των Κρητών εξακολουθούσε να ανθίσταται σ’ ένα πύργο της βασιλεύουσας με περίσσια γενναιότητα, που προκάλεσε το θαυμασμό του νεαρού Μωάμεθ του πορθητή, όπως αναφέρει και ο αυτόπτης μάρτυρας και ιστορικός της άλωσης, Φραντζής. Όταν τον πληροφόρησαν ποιοί είναι, διέταξε αν θέλουν να τους δοθεί ένα καράβι και με τον οπλισμό τους να φύγουν για την πατρίδα τους χωρίς κανείς να τους ενοχλήσει. Έτσι και έγινε παρά την αντίθετη γνώμη των τούρκων στρατιωτών που ζητούσαν να τους σφάξουν. Οι απομείναντες Κρήτες εθελοντές πέρασαν τον Ελλήσποντο και ανοίχτηκαν στο Αιγαίο, έχοντας βαριά τραυματισμένο ένα από τους αρχηγούς των τον οποίο αναγκάστηκαν να αφήσουν στα μοναστήρια του Αγίου Όρους για να τον περιθάλψουν. Εκεί γνώρισε ένα Κρητικό μοναχό από την Ανώπολη των Σφακίων στον οποίο διηγήθηκε όλα τα γεγονότα τα οποία κατέγραψε σε χειρόγραφο που διασώζεται στην Ι.Μ.Βατοπεδίου, το οποίο βρήκε και δημοσίευσε ο περίφημος Αγιογράφος και λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου.
       Τον τελευταίο αιώνα της ενετοκρατίας στην Κρήτη(1550-1650), εμφανίζεται μια τεράστια πολιτιστική αναλαμπή. Δημιουργούνται τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας, ο Ερωτόκριτος του Β. Κορνάρου και η Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτση. Αναπτύσσεται η περίφημη Κρητική σχολή στην αγιογραφία με κυριότερους εκπροσώπους της τον Θεοφάνη τον Κρη, και τον Μιχαήλ Δαμασκηνό, με τα αδύνατα και ασκητικά σώματα στις εικόνες, σε αντίθεση με τα ευτραφή της καθολικής τεχνοτροπίας. Δείγματα αυτής της τεχνοτροπίας υπάρχουν στην Κρήτη και στο Άγιον Όρος. Γεννιέται στην Κρήτη ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, γνωστός με το Ισπανικό προσωνύμιο El Greco. Αυτός ο μεγάλος και παγκόσμιος αγιογράφος και ζωγράφος του οποίου τα έργα του μελετώνται σ’ όλα τα Πανεπιστήμια.
     Το 1550 η Κρήτη γεννά τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας και τοποτηρητή του Οικουμενικού Πατριαρχείου Μελέτιο Πηγά, από την Μονή Αγκαράθου Ηρακλείου.Την ίδια περίοδο υπάρχει ανεξέλεγκτη πειρατεία, κυρίως από τον Μπαρμπαρόσα που σάρωσε το Ρέθυμνο, τη Σούδα και τη Σητεία.
     To 1638 o Κύριλλος Λούκαρις, Ηρακλειώτης λόγιος και αυτός από τη Μονή Αγκαράθου και ονομαστός Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στραγγαλίζεται σε ακτή του Βοσπόρου, με διαταγή του Σουλτάνου Μουράτ Δ΄, αν και η μάνα του ήταν Χριστιανή, κατόπιν δωροδοκίας του Μεγάλου Βεζίρη από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.


                           Τουρκοκρατία στην Κρήτη (1699-1897)

    Το 1645 αρχίζει η πολιορκία του Χάνδακα από τους Τούρκους. Το 1666 ο Χουσεΐν Πασάς αρχηγός των Τούρκων πολιορκητών αποκεφαλίζεται στη Κωνσταντινούπολη για την αρνητική έκβαση της πολιορκίας και διάδοχός του ορίζεται ο Αχμέτ Κιοπρουλή Πασάς, με αρχηγό των Βενετών τον ικανότατο στρατηγό Μοροζίνι που έκανε και την κρήνη του Μοροζίνι (λιοντάρια), στο Ηράκλειο. Οι Κρήτες πολέμησαν στο πλευρό των Βενετών επειδή ήταν Χριστιανοί, ενώ οι Τούρκοι, Μουσουλμάνοι. Το 1669 καταλαμβάνουν την Κρήτη οι Τούρκοι, μετά από πολιορκία 24 ετών. Βενετοί διατηρούν τα φρούρια της Σπιναλόγκας, της Σούδας και της Γραμβούσας. Στην πολιορκία σκοτώθηκαν 200.000 Τούρκοι και 100.000 Βενετοί και Κρήτες, μένοντας η Κρήτη με 133.000 πληθυσμού μόνο.  Έτσι μετά από 450 χρόνια βενετσιάνικης σκλαβιάς με 126 επαναστάσεις περιέρχεται σε χειρότερη από την προηγούμενη σκλαβιά. Έγραφε ο Ρεθύμνιος ιστορικός του κρητικού πολέμου (1645-1669), Μαρίνος Τζάνες: «Από κακό εις χειρότερον επέσασιν οι μαύροι και δεν κατέχουσιν να πουν, Τούρκοι είν’ καλλιά ή Φράγκοι». Πολλοί Κρήτες καταφεύγουν τότε στα επτάνησα, όπως οι Βλαστοί και οι Σολωμοί στη Ζάκυνθο, εκ των οποίων και ο εθνικός ποιητής μας Διονύσιος Σολωμός, οι Γαβαλάδες στη Λευκάδα κλπ.
     Το 1770 γίνεται η επανάσταση του Δασκαλογιάννη, με την υπόσχεση βοήθειας από τους Ρώσους αξιωματικούς του στόλου, Ορλώφ,η οποία τελικά δεν ήλθε. Συλλαμβάνεται και γδέρνεται ζωντανός στο Ηράκλειο. Ήταν προσφιλής τρόπος θανάτωσης των ηγετών των επαναστάσεων από τους Τούρκους, όπως έκαναν και στο Μητροπολίτη Διονύσιο το επονομαζόμενο Σκυλόσοφο στα Γιάννενα στην επανάσταση του 1601. Τα Σφακιά καταστρέφονται και  επαναστάτες σκοτώνουν γυναικόπαιδά τους, για να γλιτώσουν την ατίμωση, το παιδομάζωμα και το πούλημα στα σκαβοπάζαρα.
     Από το 1770  έως το 1821 η Κρήτη γίνεται κόλαση λόγω της ασυδοσίας των Γενιτσάρων(νέος στρατός).
Ο Ολλανδός Γεωγράφος Ντάπερ στο βιβλίο του «Περί Κρήτης» γράφει: «Ουδεμία χώρα και ουδεμία επαρχία του Οθωμανικού κράτους διοικείται χειρότερον της Κρήτης. Οι Τούρκοι μικροί και μεγάλοι πράττουσιν ό,τι θέλουσι…αι τελεταί των βαπτίσεων και των γάμων διεξάγονται μετά φόβου και τρόμου, ίνα μη οι Τούρκοι ίδωσι την νύμφην και αρπάσωσιν αυτήν από τας χείρας του γαμβρού». Το ίδιο αναφέρει και ο Άγγλος ιστορικός Σμίθ: «Η Κρήτη υπήρξε προ του 1821 η χειρότερη διοικούμενοι περιοχή της Τουρκικής Αυτοκρατορίας». Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ολόκληρη η Πελοπόννησος είχε ένα μόνο Πασά, σχεδόν πάντοτε απόντα, η Κρήτη είχε τρεις   «καθημένους επί του τραχήλου της» επισημαίνει ο ιστορικός Παπαρηγόπουλος. Ένα στο Ηράκλειο, ένα στο Ρέθυμνο και ένα στα Χανιά. Μαύρη σκλαβιά απλώθηκε παντού. Δουλεία σκληρή βάναυση και αβάσταχτη. Λόγω του απομονωμένου του νησιού. «Η επιβίωση του χριστιανικού πληθυσμού, γράφουν οι περιηγητές της εποχής στην Κρήτη, είναι εφιαλτική».
     Το παιδομάζωμα οργίαζε και οι βίαιες απαγωγές γυναικών δεν είχαν προηγούμενο, προκυμένου να εμπλουτίσουν τα χαρέμια των Πασάδων και να ικανοποιήσουν την άκρατη παιδεραστία τους. Επισημαίνει ο Μακρυγιάννης: «Ο Μπραΐμης μεθυσμένος, πίνει ρούμι και κρασί μποτίλιες. Μπεκρής πολύ και παραλυμένος εις γυναίκες και παιδιά»: (βλ. Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. Ζαχαρόπουλος, σ. 396).Η πρώτη τους έγνια ήταν η απαγωγή γυναικών και παιδιών για να ικανοποιούν τις διαστροφές τους. Μαρτυρεί ο Κολοκοτρώνης: «Επήγε ο Ιμπραΐμης εις το Χελμό και εσκλάβωσε περίπου δύο χιλιάδες γυναίκες και παιδιά» (βλ. Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησι Συμβάντων, εκδ.ΙΔΕΒ, Σ.207). Ο παιδεραστής Ιμπραήμ, έστελνε συνεχώς μικρά παιδιά από το Μοριά και το Μεσσολόγγι στον πατέρα του Πασά Μωχάμετ Αλί στην Αίγυπτο. Όταν  αργότερα ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας,θέλησε να ελευθερώσει κάποιες Ελληνίδες, πληρώνοντας για την εξαγορά τους, αυτές αρνήθηκαν, είτε από ντροπή είτε γιατί είχαν κάνει παιδιά με τουρκοαιγύπτιους.  Πολλά από τα παιδιά του παιδομαζώματος, διακρίθηκαν μετά τον εξισλαμισμό τους, στην τουρκική διοίκηση:
     Η πανέμορφη Ευγενία Βεργίτση από το Αμάρι, παπαδοκόρη, συλλαμβάνεται μικρή, μαζί με άλλες δέκα Κρητικοπούλες το 1646 και  στέλνεται δώρο στο χαρέμι του νεαρού  Σουλτάνου Μεχμέτ Δ΄, ο οποίος την παντρεύεται, εξισλαμίζεται και εξελίσσεται στη Σουλτάνα Ρεμπιά Γκιουλνούς και μητέρα των διαδόχων του, Μουσταφά Β΄ και Αχμέτ Γ΄ και η φωτογραφία της βρίσκεται  στο Μουσείο Τοπ-Καπί στην Κωνσταντινούπολη.
    Ο περιβόητος Ιμπραήμ(Αβραάμ στα Εβραϊκά) πασάς της Αιγύπτου, που σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, πιάστηκε μικρό παιδί στο χωριό Παρσάς Μαλλών Ιεράπετρας και μεταφέρθηκε στην Αίγυπτο.
    Ο Εμμανουήλ Καμπάνης 8 χρονών, γιος του παπά –Φραγκιά Καμπάνη, από το Οροπέδιο του Λασιθίου, πιάστηκε στα 1823 πάλι από τους Αιγύπτιους Οθωμανούς, έγινε υπυργός Άμυνας των Αιγυπτίων ως Ισμαήλ Φερίκ πασάς, με δολοφονία του στα 1867 κοντά στον τόπο καταγωγής του.
        Η Καλλίτσα από το Αποδούλου Αμαρίου, η οποία το 1823, απαγάγεται 11 χρονών, από Τούρκους, μεταφέρεται στην Αλεξάνδρεια, την αγοράζει Άγγλος αρχαιολόγος για υπηρέτρια και έρχεται στο Λονδίνο, μορφώνεται και παντρεύεται Άγγλο αξιωματικό που εξελίσσεται σε Ναύαρχο. Επιστρέφει το 1846 στο χωριό της και κτίζει Πύργο, το λεγόμενο κονάκι που διασώζεται μέχρι σήμερα.
     Την ίδια εποχή διαπρέπει η δεκαοχτάχρονη παπαδοπούλα Ροδάνθη από την Κριτσά Λασιθίου, που έσφαξε την πρώτη νύχτα του γάμου της τον Χουρσίτ Αγά στο σεράι του, κατά το γαμήλιο γλέντι, ο οποίος προηγουμένως την είχε απαγάγει από το σπίτι της, σφάζοντας τη μάνα της στα γόνατά της, επειδή αντιδρούσε.
Ακόμα και το 1866, αιχμαλωτίσθηκαν γυναικόπαιδα στο Αρκάδι και πουλήθηκαν στην Αίγυπτο σαν σκλάβοι ή εμπλούτισαν τα χαρέμια των Πασάδων.
      Φόνοι, βιασμοί, εξανθραπωδισμοί,αρπαγές περιουσιών ήταν καθημερινά φαινόμενα. Αλλοίμονο στη μάνα που είχε όμορφη κόρη ή γιο. Κινδύευαν να οδηγηθούν στα πολυπληθή χαρέμια των Πασάδων, ή τα αντίστοιχα με αγόρια. Η παιδεραστία οργίαζε στους Οθωμανούς: (Πρβλ. Νεοκλή Σαρρή, Οσμανική πραγματικότητα, εκδ.Αρσενίδη, 1990, τ. Α΄, σ. 383 και εξ.). Ο Αλή Πασάς είχε χαρέμι με γύρω στις 500 γυναίκες διαφόρων εθνικοτήτων, (Τουρκάλες, Ελληνίδες, Αλβανίδες, Σέρβες, Βουλγάρες, Κιρκίσιες, Αρμένισσες) και άλλο χαρέμι από όμορφους νεαρούς από τους οποίους διάλεγε τους αξιωματούχους του, σημειώνει ο Γάλλος βαρόνος de Vaudoncourt. Το πιο προσφιλές δώρο στους Πασάδες και Σουλτάνους ήταν να τους στείλλουν, όμορφες κοπέλλες και αγόρια για τα χαρέμια τους.Οι γονείς αναγκαζόταν να τις παραμορφώνουν με εγκαύματα στο πρόσωπο, ή να τις έχουν χρόνια κλεισμένες στο σπίτι, ή να τα αρραβωνιάζουν από μικρά παιδιά, μήπως και γλιτώσουν την αρπαγή τους. Χόμπι των Γενιτσάρων της Κρήτης ήταν, όπου μάθαιναν ότι γινόταν γάμος να πηγαίνουν να σκοτώνουν το γαμπρό και να απαγάγουν τη νύφη, γι’ αυτό οι γάμοι γινόταν κρυφά κατά κανόνα. Οι περιουσίες των Χριστιανών και των μοναστηριών, ήταν στις ορέξεις των Οθωμανών, τουρκογενών και εξισλαμισμένων κρητογενών. Αυτό μου δίνεις εκείνο σου παίρνω το άλλο μου χαρίζεις, ήταν η τακτική τους αλλιώς κινδύνευε η ζωή τους. Αλλοίμονο σ’  όποιο φαινόταν ότι είναι πλούσιος.
       Οι καμπάνες  κατέβηκαν από τις Εκκλησίες, απαγορευόταν να χτυπήσουν, παρά μόνο τα σημαντήρια, που μέχρι τα τελευταία χρόνια υπήρχαν σε χωριά του Ρεθύμνου. Άλογο δεν επιτρεπόταν να ιππεύουν,ούτε να φέρουν κανενός είδους όπλο. Όταν συναντιόταν με Τούρκους ώφειλαν να παραμερίσουν, να κατέβουν από το γαϊδουράκι και να κάνουν τεμενάδες, αλλιώς κινδύνευε η ζωή τους. Το να βάλλουν στο σημάδι περαστικό Χριστιανό, οι μεθυσμένοι Γενίτσαροι, ήταν σύνηθες, ή να του ζητήσουν να τους πάρει στους ώμους του, ως υποζύγιο. Για το φόνο ενός Αμπαδιώτη Γενίτσαρου από Μελαμπιανό, οι Γενίτσαροι από το Βαθιακό, σκότωσαν αδιάκριτα 72 Μελαμπιανούς. Επειδή έκλεψαν και σκότωσαν Χριστιανοί στο Σέλινο, ένα καλό σκύλο Γενιτσάρου, σκότωσαν οι Γενίτσαροι 7 άνδρες από την οικογένεια, αναφέρει Ευρωπαίος περιηγητής που ήταν εκεί.
     Οι ωμότητες των ισλαμιστών στη Συρία που συγκλονίζουν την ανθρωπότητα σήμερα, είναι παιχνίδια μπροστά σ’αυτά που έκαναν στην Κρήτη την περίοδο αυτή. Πολλοί δεν άντεξαν και αλλαξοπίστησαν, για να απολαμβάνουν τα προνόμια των Οθωμανών, την ασφάλεια, τις μεγάλες και καλές περιουσίες κλπ. Περιηγητής τριάντα χρόνια μετά την κατάληψη της Κρήτης, αναφέρει ότι εξήντα χιλιάδες Χριστιανών είχαν ήδη εξισλαμισθεί:(Πρβλ. Στεφ. Ξανθουλίδου, Ιστορία της Κρήτης,εκδ. Ελληνική εκδοτική εταιρεία, Αθήνα 1981, σ.117).
Υπήρχαν ολόκληρα χωριά που μαζί με τον Παπά τους έγιναν Μουσουλμάνοι, στο Σέλινο και στο Μονοφάτσι. Άλλαζε η εθνική τους συνείδηση, είχαν επιμειξίες με τους Τούρκους και γινόταν ένα, κάνοντας  γάμους μαζί τους, ως Μωαμεθανοί, γι’ αυτό και αυτοί μαζί με τους τουρκογενείς Μωαμεθανούς ονομαζόταν και καταγραφόταν ως Τούρκοι, τους κατεδίωκαν οι επαναστάτες και έφυγαν στη συνέχεια στην Τουρκία, γιατί κινδύνευαν για τη προδοσία τους, ενώ συγγενείς τους με το ίδιο επώνυμο που δεν αλλαξοπίστησαν παρέμειναν στην Κρήτη.   Μεγάλο μέρος των μωαμεθανών της Κρήτης δεν ήταν τουρκογενείς αλλά εξισλαμισμένοι Κρήτες, όπως έχουν αποδείξει σχετικές επιστημονικές έρευνες, γι’ αυτό βλέπουμε να έχουν ισλαμικά ονόματα, αλλά κρητικά επίθετα π.χ. Χασάν Καρ….κης, Αλή Δρ…κης κ.λ.π., που υπάρχουν ακόμα στην Κρήτη. Από το ίδιο χωριό και με το ίδιο επώνυμο, καταγραφόταν άλλοι ως Τούρκοι και άλλοι ως Έλληνες-Χριστιανοί. Είναι ολόκληρα χωριά τουρκοκρητικών που εγκαταστάθηκαν στη Μ. Ασία, πολλοί εκ των οποίων δεν γνώριζαν καθόλου την τουρκική γλώσσα, διατηρώντας όλα τα κρητικά έθιμα, μέχρι σήμερα.
      Θεωρούμε ότι μεγάλο μέρος των τουρκικών γονιδίων –DNA, είναι ελληνικό, λόγω των εκατομυρίων Ελλήνων που εισήλθαν και αφομοιώθηκαν από το τουρκικό έθνος με : 1.Τους βίαιους ή εκούσιους και συμφεροντολογικούς εξισλασμισμούς 2. Το παιδομάζωμα. 3.Τις απαγωγές Ελληνίδων στα χαρέμια των Τούρκων.
      Αντίθετα η εισροή τουρκικού DNA στους Έλληνες ήταν μηδαμινή, γιατί οι Έλληνες ως Χριστιανοί θεωρούσαν ό,τι το χειρότερο το γάμο με Τούρκους, δεν το επέτρεπε και η χριστιανική θρησκεία και έτσι διαφυλάχτηκαν. Αντίθετα η Μωαμεθανική  επιτρέπει στους Μουσουλμάνους να παίρνουν γυναίκες αλλόθρησκες μόνο αν είναι Χριστιανές ή Εβραίες.
      Η στάση των Γενιτσάρων ήταν αχαλίνωτη, ασύδοτη, ανεξέλεγκτη, ανυπάκουη ακόμα και στους Πασάδες και στο Σουλτάνο, σε βαθμό που έγινε τραγούδι:
 «Θυμηθείτε τσι καιρούς,
που στέλνανε στην Κρήτη τσι πασάδες,
και οπίσω τσι γιαέρνανε οι Γενιτσαραγάδες».
 Όλα αυτά έκαναν τους Κρητικούς να πιστεύουν ότι «Τούρκος καλός, μόνο νεκρός».
 Η ασυδοσία αυτή των γενιτσάρων  ανάγκασε το Σουλτάνο το 1812, να στείλει στην Κρήτη τον Οσμάν Πασά, ένα γενναίο Πασά, μάλλον κρυπτοχριστιανό, που τον υπόδειξε ο μαρτυρικός  Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄,  τον επονομαζόμενο «πνιγάρη» από τους Χριστιανούς και παπά –Γιάννη από τους Τούρκους, ο οποίος κρέμασε χιλιάδες Γενιτσάρων στα Χανιά, στο Σέλινο και στο Ρέθυμνο, για να περιορίσει την ασυδοσία τους και με τον οποίο πρώτη φορά συνεργάστηκαν χριστιανικά σώματα, τα οποία εξόπλισε.
       Όλα αυτά είχαν οδηγήσει σε τραγική μείωση του πληθυσμού την περίοδο αυτή. Από τις 265.000 μικτού πληθυσμού οι 125.000 ήταν μουσουλμάνοι και στο μεγαλύτερο μέρος εξισλαμισμένοι χριστιανοί, φανατισμένοι και επιθετικοί περισσότερο από τους τουρκογενείς. Υπήρχαν χωριά «με πεντέξι άνδρες μέσα σε 100 και 200 γυναίκες»: (Βλ. Ι.Μουρέλου , Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1950, σ.52).
     Στο Αμάρι σύμφωνα με τις απογραφές, μέχρι το 1900:
     Μόνο Τούρκους είχε: η Γέννα ( το 1881: 263 Τούρκους) και οι Βολιώνες (το 1834: 35 τούρκικες οικογένειες και το 1881: 184 Τούρκους και 17 Χριστιανούς), το Βαθιακό( το 1881: 46 Τούρκους και 1 Χριστιανό), ο Άρδακτος ( το 1834: 10 τούρκικες οικογ. και το 1881: 68 Τούρκους και 1 Χριστιανό,
       Περισσότερους Τούρκους από Χριστιανούς είχαν: η Πατσό(το 1881: 287 Τούρκους και 14 Χριστιανούς), ο Πλάτανος( το 1834 είχε 15 Χριστιανικές οικογένειες και 20 Τούρκικες, και το 1881: 122 Χριστιανούς και 98 Τούρκους), οι Κουρούτες( το 1834: 16 τούρκικες οικογένειες και 5 χριστιανικές και το 1881:104 Χριστιανούς και 78 Τούρκους), ο Θρόνος(το 1881:63 Τούρκους και 58 Χριστιανούς).
       Περισσότερους Χριστιανούς από Τούρκους είχαν το Αποδούλου( το 1881: 157 Χριστιανούς και 24 Τούρκους), η Νίθαυρι( το 1881:252 Χριστιανούς και 21 Τούρκους), ο Φουρφουράς( το 1834: 40 Χριστιανικές οικογένειες και 6 τούρκικες), τα Πλατάνια(το 1881:191 Χριστιανούς και 42 Τούρκους), το Νέφς( κυρίως-πρωτεύουσα) Αμάρι ( το 1881: 284 Χριστιανούς και 8 Τούρκους), ο Μέρωνας(το 1834:54 Χριστιανικές οικογ. και 6 Τούρκικες και το 1881: 468 Χριστιανούς και 67 Τούρκους), η Παντάνασσα (το 1834: 8 χριστιανικές οικογένειες και 7 τούρκικες), ο Γερακάρις (το 1834:20 Χριστιανικές οικογ. και 20 Τούρκικες,το 1881: 320 Χριστιανούς και 109 Τούρκους), Η Βισταγή (το 1834 με 50 χριστιανικές και 2 μουσουλμανικές οικογένειες, το 1881: 514 κατοίκους. Οψυγιάς 1834: 7 χριστιανικές και 1 τούρκικη οικογ.

      Δεν κατοίκησαν Τούρκοι ή δεν εξισλαμίσθηκαν κάτοικοι: στο Άνω Μέρος(το 1834: 50 Χριστιανικές οικογένειες και το  1881:441 Χριστιανοί), στο Μοναστηράκι (το 1881:276 Χριστιανοί), στον Αϊ-Γιάννη(το 1881:123 Χριστιανοί), στην Αγία Παρασκευή(το 1834: 15 Χριστιανικές οικογένειες και το 1881:78 Χριστιανοί), στο Βυζάρι (το 1834: 20 Χριστιανικές οικογένειες και το 1881: 192 Χριστιανοί), στο Καλογέρου( το 1881:192 Χριστιανοί), στη Λοχριά (το 1834: 6 Χριστιανικές οικογένειες και το 1881:80 Χριστιανοί), στις Λαμπιώτες το 1881: 133 Χριστιανοί.
       Ο μόνος φόβος των Γενιτσάρων ήταν η εκδίκηση των Χαΐνιδων(μεμονωμένοι επαναστάτες ή σε μικρές ομάδες), που και αυτοί δεν προλάβαιναν.Ονομαστοί Χαΐνηδες ήταν:  ο Δημ. Λόγιος από τον Άγιο Θωμά Μονοφατσίου που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των Γενιτσάρων της Μεσαράς από το 1809-1811. Έξαπατήθηκε  όμως, από αιθίοπα, έπεσε σε ενέδρα(ζουρίδα) και σκοτώθηκε από τον διαβόητο Αγά Αγριολίδη, κάτω από τη Φαιστό όπου διασώζεται ο τάφος του. Την περίοδο αυτή δρουν ο Καπετάν Κόρακας, ο Ξωπατέρας στην Οδηγήτρια, που έγινε αργός μοναχός επειδή σκότωσε ένα Γενίτσαρο και έκτοτε για 20 χρόνια γίνεται ο σκληρός τιμωρός των Γενιτσάρων της Μεσσαράς, ώσπου τον εγκλωβίζουν στον Πύργο της Οδηγήτριας και τον σκοτώνουν. Σημαντικό ρόλο επίσης είχε και ο κρυπτοχριστιανός Κουρμούλης στη Μεσσαρά. Αναφέρεται ότι λίγο πριν την επανάσταση του 1821,150 Κουρμούληδες κρυπτοχριστιανοί, επειδή είχαν ενοχές εμφανιζόμενοι ως μουσουλμάνοι, αν και πάντα κρυφά υπερασπιζόταν τους Χριστιανούς, εμφανίστηκαν στο Μητροπολίτη Κρήτης και του ανέφεραν ότι θα αποκαλυφθούν στους Τούρκους ότι είναι Χριστιανοί. Εκείνος ως μέλλος της Φιλικής Εταιρείας,γνωρίζοντας τι θα επακολουθούσε σε λίγο, τους απέτρεψε για να μην τους σκοτώσουν οι Τούρκοι, λέγοντάς τους, ότι σε λίγο θα τους χρειαστεί η πατρίδα. Και όντως στη συνέχεια συμμετείχαν ενεργά στην επανάσταση.
 Στα Χανιά,περίφημοι ήταν ο Μιχαήλ Βράχος, ο Μουστογιάννης στην Κυδωνία, ο Χάλης στο Θέρισσο, οι Γιάνναροι και οι Σαρρήδες από τους Λάκκους, οι Καλογεράκηδες - Καλογερήδες από τη Σαμαριά Σφακίων, με σπουδαιότερο τον Καλογερογιάννη.  
       Ο Καλογερογιάννης, δεν ανεχόταν να ποδοπατούν και να εξευτελίζουν τους γείτονες, τους φίλους και αδελφωχτούς Σελινιώτες. Μαζί με άλλα μέλη της οικογένειάς του και χωριανών του, δημιουργούσαν συνεχείς προστριβές με τα ανθρωπόμορφα τέρατα των Γενιτσάρων της οικογένειας Βέργερη του Απανηχωριού και της Αγίας Ειρήνης. Γενίτσαροι από την φύση τους οι άλλοτε Ενετοί άρχοντες, που αλλαξοπίστησαν, καταδυνάστευαν τον ντόπιο χριστιανικό πληθυσμό, της περιοχής του Λάκου, Σγουράφου και των οικισμών της Αγίας Ειρήνης, που ξεπερνούσαν τις περισσότερες φορές κάθε μορφή ανθρώπινης υπόστασης. Έστειλε λοιπόν ο Καλογερογιάννης, μήνυμα στον Γενίτσαρο της οικογένειας Βέργερη και τον προέτρεπε να σταματήσει τα αίσχη, που διέπραττε κατά των χριστιανών της περιοχής. Ο Βέργερης αυτή την πρόσκληση τη θεώρησε μεγάλη προσβολή, ένας γκιαούρης, να τον προκαλεί και να τον προτρέπει έτσι. Προσποιήθηκε ότι δεν ενοχλήθηκε από την πρόκληση αυτή και με σκοπό να σκοτώσει τον Καλογερογιάννη, τον προσκάλεσε στο πυργόσπιτό του, τάχατες  να τον φιλοξενήσει και να συζητήσουν το θέμα.
                         Έλα Γιάννη Καλόγερε, κάτω εις το κονάκι
                         να σφάξωμε ένα μαρτί, να κάμουμε ζεφτάκι.
   Κατ΄ άλλους, που είναι ίσως και η πιο επικρατέστερη άποψη, του έστειλε μια μπάλα(σφαίρα). Δείγμα ότι θα το σκότωνε, όπου και όταν θα τον συναντούσε. Ο Καλογερογιάννης αδούλωτος καθώς ήταν, αλλά και παράτολμος, έφυγε να συναντήσει τον Γενίτσαρο. Δεν πήγε από το Ξυλόσκαλο, που το παραφύλαγαν οι τούρκοι , αλλά από την Αγιά Ρουμέλη. Μπήκε στην Τρυπητή και το Βουκιλάσι και ήλθε σταΣελινιώτικα.
  Μόλις ο Βέργερης έμαθε την παρουσία του στην περιοχή, βγήκε από το πυργόσπιτό του μαινόμενος και οργισμένος. Δεν περίμενε την παρουσία του Σφακιανού στην περιοχή του και τάβαλε, κατά που τόχε συνήθειο, με τους χριστιανούς της περιοχής του Λάκκου Σγουράφου, ευρισκόμενος σε κραιπάλη από το κρασί, που είχε καταναλώσει.
   Συνάντησε τον Καλογερογιάννη σε δασώδη και ξέμακρη περιοχή. Πιάστηκαν στα χέρια, αφού προηγουμένως προηγήθηκε έντονη λογομαχία με βρισιές και κατάρες αναμεταξύ τους. Ο γενίτσαρος έβγαλε την πιστόλα του και σαν άριστος μαχητής και σκοπευτής  που ήταν, πέτυχε τον Καλογερογιάννη  στον μηρό. Αλλά και ο Καλογερογιάννης  αντάξιός του, ανταπέδωσε και αυτός με τον ίδιο τρόπο και τραυμάτισε τον Βέργερη. Όρμησε αμέσως, κατά πάνω του με το μαχαίρι και τον αποτέλειωσε με απανωτές και θανατηφόρες μαχαιριές, πριν καλά καλά αντιδράσει ο αλλόπιστος. Οι Σελινιώτες του έκτισαν σπίτι διόροφο στη Σαμαριά ως ευγνωμοσύνη, που υπάρχει μέχρι σήμερα.  
  Η είδηση, για τον άθλο του Καλογερογιάννη ξεσήκωσε τους γενίτσαρους του Σελίνου και των Χανίων. Κατά που το συνήθιζαν, έπρεπε οπωσδήποτε να εκδικηθούν για τον θάνατο του Βέργερη, σκοτώνοντας τον ίδιο ή τους συγγενείς του ή και να καταστρέψουν ολόκληρη την Σαμαριά.
  Παραφύλαγαν την είσοδο του Σαμαριανού Φαραγγιού, αλλά δεν τολμούσαν, όμως να την παραβιάσουν, γιατί γνώριζαν, τι τους περίμενε. Αναζητούσαν τον Καλογερογιάννη παντού. Αυτός τραυματισμένος καθώς ήταν, με πολύ δυσκολία μπορούσε να κινείται στην κακοτράχαλη περιοχή. Έτσι τραυματισμένο τον ανακάλυψαν οι διώκτες του,  στην περιοχή της Αχλάδας. Τον περικύκλωσαν και αφού τον εγκλώβισαν ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά, άδειασαν τα όπλα τους στο τραυματισμένο σώμα του. Και άψυχο το σώμα του παλληκαριού, προκαλούσε δέος στους εκτελεστές του, οι οποίοι συνέχιζαν να το πυροβολούν, ασταμάτητα μέχρι που πλησίασαν το πτώμα του, φοβούμενοι, μήπως σηκωθεί και ανταποδώσει στα θανατηφόρα πυρά τους. Πολλοί συγγενείς του  έφυγαν στη συνέχεια από τη Σαμαρειά, στο Αμάρι και σε άλλα μέρη της Κρήτης, για να ξεφύγουν από τη μανία των Τούρκων .
      Στην περιοχή του Αμαρίου δρα ο Καπετάν Μητροφάνης (Καλογεράκης),  όπως συνήθιζε να υπογράφει στα έγγραφα που διασώζονται, κατά το έθιμο των άγαμων ιερωμένων που παραλείπουν το επώνυμό τους π.χ Αθανάσιος Διάκος, Παπαφλέσσας, Παλαιών Πατρών Γερμανός κ.λ.π. Καταγώταν από την ονομαστή παλληκαροοικογένεια  των Καλογερήδων της Σαμαριάς, κατά την παράδοση της οικογένειάς του. «Επ’ ανδρεία διακεκριμμένος», όπως αναφέρουν ιστορικοί. Πολεμά στην Πελοπόννησο κατά του Ιμπραήμ, μετά την καταστολή της κρητικής επανάστασης του 1821 και την καταστροφή του Μοναστηριού του από τους Τούρκους. Επανέρχεται αργότερα στην Κρήτη και σκοτώνει τον Αγά από το Βαθιακό, επειδή πήγε στο χωριό του, Αϊ-Γιάννη Αμαρίου και έβαλλε τις κοπελιές να χορεύουν γυμνόστηθες στο ρόβι κατά την συνήθεια των Γενιτσάρων.   Για τη δράση και την ανδρεία του, επικηρύχθηκε, καταδιώχθηκε, τραυματίσθηκε, αποκεφαλίσθηκε και προχωρούν σε ένα πρωτόγνωρο στην ιστορία ανοσιούργημα. Το κεφάλι του οι Τούρκοι το πήγαν σε ντορβά στη μάνα του στον Αϊ- Γιάννη, λέγοντάς της. «Αν δεις τον γιο σου θα τον γνωρίσεις;» Και ο έφιππος τούρκος αξιωματικός παίρνει το κεφάλι του μέσα από τον ντορβά κρατώντας το από το αυτί και της το δείχνει. Εκείνη η ηρωίδα μάνα, του δίνει την αποστομωτική απάντηση, όπως τη διασώζουν μεταγενέστεροι ιστορικοί: «Σκύλοι και αν σκοτώσετε το Μητροφάνη θαρρείτε θα χαθεί η Χριστιανοσύνη; Όχι δε χάνεται», δείχνοντας έτσι ποιάς ρίζας βλαστός ήταν ο Καπετάν Μητροφάνης. Θυμίζει η στάση της αυτή, την άλλη σύγχρονή της ηρωίδα του 1821, την Μπουμπουλίνα, η οποία, όταν μετά τη μάχη και την κατάληψη του Άργους, είδε σκοτωμένο το γιο της, αφού σκότωσε όσους τραυματίες Τούρκους ήταν γύρω του, στέλνει μήνυμα στην επαναστατική κυβέρνηση, γράφοντας: «Ο γιος μου σκοτώθηκε, αλλά πήραμε το Άργος».
    Την περίοδο αυτή τα πλούσια κρητικά μοναστήρια συντηρούν δικά τους ένοπλα επαναστατικά σώματα, με δική τους σημαία, των οποίων ηγούντο συνήθως γενναίοι ιερωμένοι, όπως ήταν ο Καπετάν Μητροφάνης του σώματος της Μονής Ασωμάτων Αμαρίου και Αμπαδιάς. Αλλοίμονο όμως αν οι Γενίτσαροι τους συλλάμβαναν ζωντανούς.Τους κρεμούσαν στο τσιγκέλι σαν αρνιά, από το «ατζόνευρο» και πέθαιναν μαρτυρικά.
     Η Ι.Μονή Ασωμάτων Αμαρίου, φαίνεται να ιδρύθηκε το 1000 με 1100 μ.Χ., από μια αρχόντισσα του Χάνδακα, που αποφάσισε να μονάσει στην ωραία περιοχή ή σύμφωνα με άλλη παράδοση από μια αρχόντισσα του Βυζαντίου που την πλούτισε με ιερά σκεύη και βρισκόταν σε ακμή επί Βενετοκρατίας. Ήταν αφιερωμένη στους Ταξιάρχες (Ασώματοι) γι' αυτό πήρε το όνομα Μονή Ασωμάτων. Η πιο παλιά χρονολογία που αναφέρεται είναι 1692 στην είσοδο της Μονής. Ήταν έδρα των Χορτάτζηδων το 1273, ενώ το 1277 έγινε εδώ η συνέλευση για τη συνέχιση του αγώνα κατά των Βενετών. Η Μονή Ασωμάτων ήταν μετόχι της Μονής Καλόειδαινας. Οι εικόνες της Αγίας Τριάδας (1619) και Ταξιαρχών (1755) διατηρούνται ακόμα.
    Το 1646 οι Τούρκοι την κατέστρεψαν, το 1682 ο μοναχός Μακάριος ξανάχτισε μερικά κελιά, ξανακατοικήθηκε η μονή και το 1692 έγινε ο περίβολός της.
     Το 1764 ο ηγούμενος Μανασσής καλλώπισε τη Μονή και έχτισε νέες οικοδομές.     Το 1765 όμως οι γενίτσαροι της Αμπαδιάς ήρθαν στη Μονή και έμειναν, αλλά έγινε τη νύχτα σεισμός και σκοτώθηκαν οι περισσότεροι.
    Το 1818 σκότωσαν ένα μοναχό, μέθυσαν και κοιμήθηκαν. Ο ηγούμενος κάλεσε τη νύχτα τους αρματωλούς όπου έκαψαν το ηγουμενείο με τους γενίτσαρους.
     Το 1821 έκαψαν την Μονή και έσφαξαν τον ηγούμενο Γεράσιμο Λουρωτό, πήραν τα κτήματα και έμεινε μόνο ο ναός.
     Το 1833 ανοικοδομήθηκε και πάλι, ενώ στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν έδρα Επισκοπής Λάμπης. Το 1833 ο ηγούμενος Ιωσήφ ίδρυσε στο Μοναστηράκι Σχολή Μέσης Εκπαίδευσης, ανώτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα Αμαρίου.
    Το 1868 έγινε εδώ η συγκέντρωση των οπλαρχηγών της Δυτικής Κρήτης που ζητούσε από τη βασίλισσα της Αγγλίας Βικτωρία άμεση συνδρομή για το θέμα της Κρήτης.Το αρχείο της Μονής είναι στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης.
 Στη Μονή ανήκει το κοντινό βυζαντινό εκκλησάκι με τρούλο του 13ου αιώνα της Αγίας Παρασκευής, με τον τάφο του Γ. Χορτάτζη, όπως και ο ναός της Αγίας Άννας, ο αρχαιότερος χρονολογημένος κατάγραφος  της Κρήτης του 1225 (διμάρτυρος με Άγιο Κωνσταντίνο).
     Το 1821 μαζί με την επαναστατημένη Πελοπόννησο, ξεσηκώνεται πάλι και η Κρήτη. Στους Κομητάδες των Σφακίων, στο Μοναστήρι της Παναγίας της Θυμιανής, συγκεντώθηκαν το Μάιο του 1821 όλοι οι οπλαρχηγοί της Κρήτης και αποφάσισαν να αρχίσουν και αυτοί την επανάσταση κατά των Τούρκων. Ο Μητροπολίτη Κρήτης για να προλάβει την επικείμενη σφαγή των Χριστιανών, αλλά και επειδή αναγκάζεται από τον Σερήφ Πασά, κάνει αφορισμό ως διπλωματικό ελιγμό, όπως ο Πατριάρχης Γρηγόριος  Ε΄ πριν, για όποιον επαναστατήσει. Γνωρίζοντας όμως οι Χριστιανοί υπό ποιές συνθήκες γραφόταν όλα αυτά, αλλά και τον διπλωματικό ελιγμό που γινόταν,με αυτά τα έγγραφα, δεν υπάκουσαν. Οι Τούρκοι για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό προέβησαν σε ομαδικές σφαγές. Θανατώνονται τότε στο Ηράκλειο οι Αρχιερείς της Κρήτης:  Μητροπολίτης Κρήτης Γεράσιμος Παρδάλης, Επίσκοπος Κνωσού Νεόφυτος, Επίσκοπος Χερσονήσου Ιωακείμ, Επίσκοπος Λάμπης Ιερόθεος, Επίσκοπος Διουπόλεως Καλλίνικος, και πολλοί άλλοι κληρικοί, πρόκριτοι και 800 άμαχοι. Ο θαρραλέος επίσκοπος Κισσάμου Μελχισεδέκ, συλλαμβάνεται από τον τουρκικό όχλο φυλακίζεται και αργότερα απαγχονίζεται. Το ίδιο και ο επίσκοπος Ρεθύμνης, μαζί με Ηγουμένους μονών. Αποκεφαλίζουν έτσι προληπτικά τη φυσική ηγεσία του λαού, γιατί γνώριζαν ότι οι ανώτεροι κληρικοί συνήθως ηγούνται των επαναστάσεων. Στη Μονή Πρέβελη κυριαρχεί η μορφή του Ηγουμένου Μελχισεδέκ Τσουδερού, μυημένου στη φιλική εταιρεία και ηγετικού στελέχους  της επανάστασης.
    Τον Ιούνιο του 1821 επαναστάτες υπό τον Κουρμούλη Βουρδουμπά, Πωλεογιώργης και Μελιδόνη, εκστρατεύουν από το επαναστατημένο Ρέθυμνο κατά των Αμπαδιωτών Τούρκων του Αμαρίου, που είχαν φέρει τις οικογένειές τους στον κούλε (φρούριο) του Βαθιακού και είχαν ωχυρωθεί στο Βαθιακό, που κατοικείτο μόνο από Τούρκους, υπό του ανδρείου Δελή Μουσταφά. Περικυκλώνονται και φονεύονται όλοι. Όμοια έπαθαν και οι άλλοι Αμπαδιώτες Τούρκοι. Τα χωριά τους λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν από τους επαναστάτες: (Πρβλ. Στεφ. Ξανθουλίδου, Ιστορία της Κρήτης,εκδ. Ελληνική εκδοτική εταιρεία, Αθήνα 1981, σ.128).  
     Το 1822, μετά από τη νικηφόρα μάχη των Κρητικών στην Κοιλάδα Αμαρίου στις 10 Φεβρουαρίου 1822 και τις απώλειες 300 Τούρκων, έγινε η επιδρομή στο Βαθιακό.
Ο αρχηγός του Μυλοποτάμου και μέλος της Φιλικής Εταιρείας Αντώνης Μελιδόνης, τολμηρός και ενθουσιώδης, παίρνοντας 80 επίλεκτα παλικάρια του, πραγματοποίησε στις 15 Φεβρουαρίου 1822 ένα παράτολμο σχέδιο.
Παρέκαμψε το πολεμικό μέτωπο του Αμαρίου και σε μια νύκτα ήρθε στο Βαθιακό, όπου ήταν η έδρα των αιμοβόρων Αμπαδιωτών Τούρκων.
Γνωρίζοντας την τουρκική γλώσσα από τη Μ. Ασία, την ώρα που κοιμούνταν οι στρατιώτες του στρατοπέδου, πλησίασε στο Τζαμί που υπήρχε στο Βαθιακό και τους μίλησε τούρκικα, λέγοντάς τους ότι ήταν Τούρκος από το Ηράκλειο.
Οι φρουροί πίστεψαν και του άνοιξαν, τότε οι άντρες του Μελιδόνη σκότωσαν και τους 18 και οι υπόλοιποι τράπηκαν σε φυγή. Αποκεφάλισαν δε το Ντελή Μουσταφά για τα εγκλήματα που είχε κάνει κυρίως στην Κοξαρέ. Οι επαναστάτες τότε έβαλαν φωτιά στο στρατόπεδο, πήραν εφόδια, όπλα και τρόφιμα και επέστρεψαν στο Μοναστηράκι, που ήταν η έδρα του στρατοπέδου τους.
Ο αρχηγός των επαναστατών, ο Σφακιανός Ρούσσος Βουρδουμπάς, ζήτησε εξηγήσεις από το Μελιδόνη για τις ενέργειες που έκανε βάζοντας σε κίνδυνο τους στρατιώτες.
Ο Μελιδόνης αδιαφόρησε για τις παρατηρήσεις και η συζήτηση ξέφυγε από τα όρια με ύβρεις ανάμεσα στους δυο οπλαρχηγούς. Οι πιο ψύχραιμοι προσπάθησαν να τους συμφιλιώσουν και να δώσουν τα χέρια
Στη χειραψία όμως ο Βουρδουμπάς χτύπησε με μαχαίρι στην καρδιά το Μελιδόνη, που έπεσε αμέσως νεκρός. Ο Αφεντούλιεφ αφαίρεσε την αρχηγία από το Βουρδουμπά, ο στρατός στασίασε και διαλύθηκε. Οι Τούρκοι πανηγύριζαν μόλις το έμαθαν και ξέθαψαν το Μελιδόνη ασεβώντας στη σορό του.
    Ο Σουλτάνος Μαχμούτ μη μπορούντας να αντιμετωπίσει την επανάσταση τόσο στην Πελοπόννησο όσο και στην Κρήτη, ζητά τη βοήθεια του Πασά Μωχάμετ Αλί της Αιγύπτου, τουρκαλβανού γεννημένου στην Καβάλλα, που λόγω των πολεμικών ικανοτήτων του εξελίχθηκε σε Πασά της Αιγύπτου, με αντάλλαγμα να του παραχωρηθεί η Κρήτη. Αποβιβάζεται ο θετός γιός του,  Ιμπραήμ Πασάς, που με σκληρότητα  και βιαιοπραγίες αφάνταστες πολεμά τους επαναστάτες.
    Το 1823 οι τουρκοαιγύπτοι πολιορκούν το σπήλαιο της Μιλάτου, που είχαν καταφύγει 2.000 γυναικόπαιδα. Λόγω της δίψας παραδίδονται και φονεύονται όλοι οι άνδρες, τα δε γυναικόπαιδα πωλούνται ως δούλοι.Στην επανάσταση αυτή οι σφαγές ήταν ανηλεείς.   
    Το 1824, οι τουρκοαιγύπτιοι πολιορκούν το σπήλαιο του Μελιδονίου Μυλοποτάμου και πνίγουν με καπνούς και φωτιά, γύρω στα 500 γυναικόπαιδα κυρίως.
 Καταστέλλει τελικά την Κρητική επανάσταση με καθυστέρηση το 1825, συμβάλλοντας έτσι η Κρήτη ουσιαστικά στην εδραίωση της επανάστασης στην Πελοπόννησο με το περιθώριο που έδωσε για να αναδιοργανωθούν, αλλά και γιατί έγινε αθρόα φυγή επαναστατών στην Πελοπόννησο, όπου πολέμησαν βοηθώντας ουσιαστικά στην απόκρουση του Ιμπραήμ και των τουρκαλβανών του, πτυχή που δεν τονίζεται στην νεώτερη ιστορία μας. Από τέτοιους Κρήτες άποικους της Πελοποννήσου προερχόταν και  η μητέρα του Θ. Κολοκοτρώνη, το γένος Κωτσάκη. «Ελέγετο δε και επιστεύετο ότι συνομολογήθη να κρατήσει ο σατράπης ούτος, υπό την εξουσία του όσους εν αποστασία τόπους υποτάξη και τους μεν κατοίκους Χριστιανούς να απαγάγη αιχμαλώτους εις Αίγυπτον ή αλλού, αυτούς δε τους τόπους να κατοικίσει υπό Αιγυπτίων και άλλων Μωαμεθανών» (βλ.Τρικούπη Σπ., Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως,τ. Γ΄, εκδ. Γιοβάνης, σ.127).
     Έτσι στη θρυλική μάχη του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι πολέμησαν 300 Κρητικοί υπό τον Κεχαγιά, Περάκη κ.α.
      Στους Μύλους, Δολιανά, συμμετείχαν γύρω στους 200 υπό τον Χούδαλη, Δαμινό, κ.α. Στην μάχη της Πύλου συμμετείχαν 600 Κρητικοί υπό τους Κουρμούλη, Χάλη.
       Στη μάχη του Φαλήρου που σκοτώθηκε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης συμμετείχαν πάνω από 300, υπό τους Καλλέργη και Κουρμούλη και έζησαν μόνο 23. Μάλιστα από μερικούς ιστορικούς θεωρήθηκαν υπεύθυνοι της πανωλεθρίας γιατί μέθυσαν και δήθεν παράκουσαν τη διαταγή και άρχισαν τη μάχη πριν την ώρα.
       Στην επίθεση του Κριεζώτη εναντίον των Τούρκων που πολιορκούσαν τον Γκούρα στην Ακρόπολη, από τους 300 άνδρες του οι 120 ήταν Κρήτες.
        Στην πολιορκία του Μεσολογγίου ήταν 350 Κρητικοί και έλαβαν μέρος στην έξοδο και σώθηκαν μόνο 12  (Πρβλ. Ι.Χρηστάκη, «Η συμβολή της Κρήτης στην εδραίωση της επανάστασης του 1821 στην  Ελλάδα», Περοδ. ΆΓΚΥΡΑ ΕΛΠΙΔΑΣ, σ.36-37).
     Ένας σοβαρός ιστορικός, ο Διονύσιος Κόκκινος έγραψε: «Το φαινόμενο της επαναστάσεως της Κρήτης είναι μοναδικόν εις όλην την ιστορίαν του ελληνικού αγώνος. Ήτο μία έγερσις …. ακατάβλητος, λάμπουσα εις την όλην ελληνικήν εποποιίαν με το φως του αυθορμήτου της…καταδυομένη και αναδυομένη διαρκώς εντός των κυμάτων αίματος, αντλούσα ολοένα δυνάμεις από τον σκληρότατον αγώνα της…». «Γιατί επαναστάτησε η Κρήτη; Γιατί ο Θεός την έφτιαξε ομορφότερη απ’ όλες τις χώρες του κόσμου και οι Τούρκοι την κατάντησαν πιο δύστυχη απ’ όλες. Γιατί έχει καρπούς και γεννήματα αλλά δεν έχει εμπόριο. Γιατί έχει πολιτείες χωρίς δρόμους, χωριά χωρίς στράτες, λιμάνια χωρίς ταρσανάδες, ποτάμια χωρίς γεφύρια, παιδιά χωρίς σχολεία, γιατί έχει δικαιώματα χωρίς νόμους, έχει ήλιο αλλά δεν φωτίζεται..».
     

                         Αιγυπτιοκρατία στην Κρήτη (1830-1840)

   Από το 1830 έως το 1840 έχουμε την Αιγυπτιοκρατία στην Κρήτη, η οποία τελειώνει με την επανάσταση του 1840.  Η Κρήτη χαρίστηκε από τους Τούρκους στους Αιγυπτίους, με τη σύμφωνη γνώμη των μεγάλων δυνάμεων, λόγω της καταστροφής του στόλου τους στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και  της βοήθειας την οποία έδωσαν για την καταστολή της επανάστασης του 1821.Διοικητής ορίζεται ο Μουσταφά Πασάς, που αφοπλίζει και Τούρκους και Χριστιανούς,φέρνει την τάξιν, εκτελεί δημόσια έργα,δρόμους γέφυρες,υδραγωγεία, επισκευάζει λιμάνια, διοργανώνει σώμα χωροφυλακής από Αλβανούς, αλλά επιβάλλει και βαριά φορολογία που δημιουργεί αντιδράσεις και αποχωρούν οι Αιγύπτιοι παραχωρώντας την πάλι στους Τούρκους.

                                          Συνέχιση της Τουρκοκρτίας

     Το 1840 οι Μεγάλες δυνάμεις αποσπούν την Κρήτη από τους Αιγυπτίους και την παραχωρούν πάλι στο Σουλτάνο.
      Το 1841 γίνεται επανάσταση από το Χαιρέτη Βασιλογιώργη για περισσότερες ελευθερίες.
     Το 1855 υπογράφεται ο Χάτι Χουμαγιούν, με ελευθερίες στους Χριστιανούς να πηγαίνουν εκκλησία και στα κτήματά τους, δεν τηρείται και ξεσπά νέα επανάσταση.
     Το 1866 γίνεται νέα επανάσταση και καταλήγει στο ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Συγκίνησε την Ευρώπη η θυσία αυτή, προβλημάτισε τους διανοούμενους, δημιούργησε νέο κύμα φιλελληνισμού. Ο Βίκτωρ Ουγκώ έγραψε: «Στο μοναστήρι του Αρκαδιού δεκάξι χιλιάδες Τούρκοι πολεμάνε, εκατόν ενενήντα εφτά άντρες και τριακόσιες σαράντα τρεις γυναίκες και παιδιά.Το τούρκικο ασκέρι έχει είκοσι έξι κανόνια και δύο οβούζια. Οι Έλληνες κρατάνε μονάχα διακόσια σαράντα ντουφέκια. Δυο μερόνυχτα βαστάει ο πόλεμος. Το μοναστήρι έγινε κόσκινο από διακόσιες μπόμπες. Ένα τειχί τινάχτηκε κι οι Τούρκοι χύνονται μέσα.Οι Έλληνες συνεχίζουν τη μάχη. Εκατόν πενήντα ντουφέκια έχουν ανάψει, μα παλεύουν ακόμα έξι ώρες από κελί σε κελί κι από σκαλί σε σκαλί. Δυο χιλιάδες  κουφάρια είναι στίβα στην αυλή».
      Το 1878 με την ευκαιρία της ήττας των Τούρκων από τους Ρώσσους που έφθασαν έξω από την Κωνσταντινούπολη, γίνεται νέα Κρητική επανάσταση και υπογράφεται ο νέος Χάρτης της Χαλέπας, δίνοντας ελευθερία γλώσσας, θρησκείας, αστυνόμευσης.        
      Το 1880 ασκητεύουν στην Μονή του Κουδουμά, οι όσιοι άγιοι αυτάδελφοι Παρθένιος και Ευμένιος.
       Το 1889 λόγω αποστολής τουρκικού στρατού και συγκρούσεων Χριστιανών και Τούρκων, γίνεται νέα επανάσταση που οδηγεί στην επέμβαση των Μ. Δυνάμεων για να σταματήσει.
        Το 1897 ξεσπά νέα επανάσταση με σύνθημα «ένωση ή θάνατος» και κήρυξη της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, υπό την καθοδήγηση του Βενιζέλου.Γίνεται πυρπόληση των Χανίων από τους Τούρκους. Στέλνεται βοήθεια από το ελληνικό κράτος και αρχίζει ο ατυχής Ελληνοτουρκικός πόλεμος, με ήττα της Ελλάδος.Επεμβαίνουν οι Μεγάλες Δυνάμεις και καταλαμβάνουν το Ν. Χανίων οι Ιταλοί, το Ν. Ρεθύμνης οι Ρώσοι, το Ν.Ηρακλείου οι Άγγλοι και το Ν. Λασιθίου οι Γάλλοι.
        Η αιματοβαμμένη Κρήτη, στενάζει κάτω από τον Τουρκικό ζυγό και την αβάσταχτη σκλαβιά, παρ’ όλα τα αλλεπάλληλα επαναστατικά κινήματα εννέα τον αριθμό που έγιναν τον 19ο αιώνα. «Ως πότε Κύριε; φωνάζουν στο Θεό οι Κρητικοί. Πόσες γενεές και γενεές, πόσες χιλιάδες Κρητικοί έχουν σηκώσει σαν και εμάς τα χέρια τους στον ουρανό φωνάζοντας: Ως πότε Κύριε ως πότε! Δεν είμαστε πέτρες και ξύλα, Κύριε, ψυχή έχουμε, ψυχή μας έδωκες, άνθρωποι είμαστε, ως πότε θα τρέχουν τα αίματα της Κρήτης; Όλο το πέλαο, από τον κρητικό γιαλό ίσαμε τον Ελλήσποντο και την Πόλη, κοκκίνισε!»: (Βλ.Ν. Καζαντζάκη, Ο Καπετάν Μιχάλης, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.), σ. 115). Τόσο καλά περνούσαν στην τουρκοκρατία οι Έλληνες που έκαναν 27 ένοπλες επαναστάσεις για την απελευθέρωσή τους.


                   Αυτονομία – Κρητική πολιτεία (1898-1913)

        Το 1898 με την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης το Κρητικό ζήτημα λύθηκε προσωρινά με την παραχώρηση της Αυτονομίας και την οργάνωση της Κρητικής Πολιτείας.
     Το Νοέμβριο του 1898 εγκαταλείπει την Κρήτη ο τουρκικός στρατός, όχι όμως ο τουρκικός πληθυσμός.
     Στις 9 Δεκεμβρίου του 1898, εν μέσω ακράτητου ενθουσιασμού αποβιβάζεται στη Σούδα ο Πρίγκιπας του ελληνικού Βασιλείου Γεώργιος, και αναλαμβάνει τη διοίκησηως Ύπατος Αρμοστής.Η απέλαση του τουρκικού στρατού και η άφιξι του Πρίγκιπα, έγιναν αιτία της εθελούσιας μετανάστευσης του μισού τουρκικού πληθυσμού καίτοι δεν πιέστηκαν.Το 1897 οι Τούρκοι ήταν το ¼ του πληθυσμού της Κρήτης και το 1900 το 1/10.

                              Η Κρήτη στον Μακεδονικό αγώνα
       
Από το 1900, μεγάλο μέρος Κρητών εθελοντών συμμετέχει στο Μακεδονικό αγώνα,εναντίον Τούρκων και Βουλγάρων. Σημειωτέον ότι το 70% των Μακεδονομάχων ήταν Κρητικοί. Ό τίτλος του Μακεδονομάχου ανήκει σε 6.025 περίπου Μακεδόνες και εθελοντές. Από αυτούς τους 6.000 οι 3.556 ήταν Κρήτες κατά πολλούς ερευνητές. Απ’ αυτούς 700 σκοτώθηκαν. Μπορούσαν εύκολα να περάσουν στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία γιατί είχαν τουρκική υπηκοότητα, αφού και η Κρήτη ήταν Τουρκοκρατούμενη. Από τους 30 μακεδονομάχους που είχε ο Παύλος Μελάς στο χωριό που σκοτώθηκε, οι 10 ήταν Κρήτες. Κρήτες Μακεδονομάχοι ήταν αυτοί, που ο ήρωας του μακεδονικού αγώνα Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης χαρακτήρισε ως τέλειους τύπους πολεμιστών: «Γενναίοι, ευφυείς, τολμηροί, αποφασιστικοί, φιλόδοξοι και έχοντας ανεπτυγμένον το εθνικόν αίσθημα. Είμαι βέβαιος ότι θα ενισχύσωσιν καταπληκτικώς τον αγώνα….»

    Το 1905 γίνεται το κίνημα του Θερίσου με τον Ε.Βενιζέλο ως αντίδραση στην κολλυσιεργία των Μ.Δυνάμεων για την ένωση με την Ελλάδα, αλλά και ως αντίδραση στον απολυταρχικό τρόπο διοίκησης του Πρίγκηπα.
     Το 1906 λόγω της γεννηθείσας αναρχίας και του κινδύνου εμφυλίου, παραιτείται ο Γεώργιος και στέλνεται ως Αρμοστής ο πρώην Προθυπουργός Αλέξ. Ζαΐμης.
    Η περίοδος 1897-1913 είναι μεταβατική και αποτελεί το προστάδιο για την ένωση με την Ελλάδα, που ήταν ο τελικός στόχος των αγώνων του 19ου αιώνα. Βγαλμένη μέσα από συνεχείς επαναστάσεις και σφαγές δεν μπορεί να αισθάνεται πια χώρια από τη μητέρα Ελλάδα. Την περίοδο αυτή με την αυτονομία που της δόθηκε φαίνεται να γλυκοχαράζει το ποθούμενο, ο μεγάλος της έρωτας, η λευτεριά, που επί 700 συνεχή χρόνια της στερούν. Οι τούρκοι 250 χρόνια τώρα, οι ενετοί 450 χρόνια πριν, οι Σαρακηνοί 140 χρόνια παλιότερα. Φτάνει πια, αρκετά. Ελάχιστα μέρη στον κόσμο, τόσο πολύ υπέφεραν και στερήθηκαν το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, που και ο ίδιος ο Θεός δεν παραβιάζει, την ελευθερία.
        Μετά την επιτυχή έκβαση των Βαλκανικών πολέμων και με τους επιδέξιους χειρισμούς του μεγάλου τέκνου της Κρήτης, Ελευθερίου Βενιζέλου, η Κρήτη ενώνεται οριστικά με την Ελλάδα την 1η Δεκεμβρίου 1913.


                         Ένωση με την μητέρα Ελλάδα 1913….

       Οι Τούρκοι της Κρήτης και μετά την απελευθέρωσή της εξακολουθούν να παραμένουν στην Κρήτη αλλά από  τις αρχές του 20ου αιώνα, φοβισμένοι πια έχουν αποσυρθεί από τα χωριά και την ύπαιθρο στα μεγάλα κάστρα των πόλεων, αφήνοντας τις περιουσίες τους στην οργή των Κρητικών που έκαιγαν τα λιόδενδρα, για να πέσει η αγοραστική τους αξία και να τα αγοράζουν φθηνότερα οι χριστιανοί. Ακόμα διασώζονται οι κουφάλες των γέρικων λιόδενδρων, μαυρισμένες από τη φωτιά των χριστιανών. O Τουρκικός πληθυσμός των πόλεων στις αρχές του εικοστού αιώνα (1900) είναι διπλάσιος και τριπλάσιος του χριστιανικού γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, ενώ στην ύπαιθρο υπερτερεί ο χριστιανικός .     Μετά την περίοδο της τουρκοκρατίας, αναδεικνύει η Κρήτη, τα παγκοσμίου εμβέλειας πνευματικά αναστήματα της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας, Καζαντζάκη, Πρεβελάκη, Κονδυλάκη και τον Μελέτιο Μεταξάκη από το Λασίθι, Αχιεπίσκοπο Αθηνών, Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και Πατριάρχη Αλεξανδρείας στη συνέχεια.
    Οι ίδιοι αγώνες και ποταμοί αιμάτων συνεχίστηκαν στην περίοδο των βαλκανικών πολέμων 1912-1922, στον ελληνοϊταλικό το 1940 και στη Γερμανική κατοχή αργότερα, όπου με τη μάχη της Κρήτης και την πύρρεια νίκη των Γερμανών, αφού έχασαν το 33% της επίλεκτης VII Μεραρχίας Αλεξιπτωτιστών (Βλ.Heinz A. Richtr, Η μάχη της Κρήτης,σ. 422), καθυστέρησε τη Γερμανική προέλαση στο μέτωπο της Αφρικής και της Ρωσίας, με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό των Γερμανών στο ρωσικό χειμώνα και την αρχή του τέλους τους. Η σθεναρή δε κρητική αντίσταση την κατοχή, τους ανάγκαζε να διατηρούν μεγάλες δυνάμεις στην Κρήτη, στερώντας τις από τα άλλα μέτωπά τους.
      Ευτυχώς στον εμφύλιο(1945-1949) κατορθώθηκε κάποια συνεννόηση και δεν έγιναν σημαντικές συγκρούσεις στην Κρήτη, παρά μόνο αψιμαχίες,  σκοτώθηκαν όμως αρκετοί επιστρατευμένοι στον Γράμμο και τον Βίτση.
       Στην αντιμετώπιση της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974, συμμετείχε με πολλές απώλειες η 1η Μοίρα Αλεξιπτωτιστών του Μάλεμε, κυρίως από Κρήτες.
       Το 2004 ένα άλλο ευκλεές τέκνο της Κρήτης, γίνεται Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο Θεόδωρος Β΄ (Χορευτάκης).

       Τα τελευταία 100 χρόνια, είναι τα μοναδικά με ελευθερία, μετά από 700 χρόνια συνεχούς σκλαβιάς  της Κρήτης.


                                   ΕΥΤΥΧΙΟΣ  Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ

             Σύμβουλος Δ/θμιας Εκπ/σης Περιφ. Πελοποννήσου-Ζακύνθου



Βιβλιογραφία

1.Βακχυλίδη, Επινίκιος ωδή Α.
2.Γεροντή Μιχάλη, Φιλολόγου – ιστορικού, Άγνωστες Σελίδες από την Κρητική Βενετοκρατία και Τουρκοκρατία, Άγιος Νικόλαος Κρήτης 2014.
3.Δετοράκη Θεοχάρη, Η Κρήτη των αιώνων και των αγώνων.
4.Ηροδότου, Ιστορία, μτφρ. φιλολογική ομάδα Κάκτου.
5.Heinz A. Richtr, Η μάχη της Κρήτης.)
6. Θουκιδίδη, Ιστορία, Α, 4, μτφρ. Ε. Λαμπρίδη.
7.Καζαντζάκη Νικολάου., Ο Καπετάν Μιχάλης, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.).
8.Κόκκινου Διονυσίου, Ακαδημαϊκού, Η Ελληνική Επανάσταση.  
9.Κορνάρου Βιντζέντζου, Ερωτόκριτος,εκδ. Σύμπαν,(χ.χ.τ.).  
10.Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. Ζαχαρόπουλος.
11.Ξανθουλίδου Στεφάνου, Ιστορία της Κρήτης,εκδ. Ελληνική εκδοτική εταιρεία, Αθήνα 1981.
12.Ομήρου, Οδύσσεια, εκδ.. Κάκτος.
13.Σαρρή Νεοκλή, Οσμανική πραγματικότητα, εκδ.Αρσενίδη, 1990.
14.Τρικούπη Σπ., Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, εκδ. Γιοβάνης.
15.Χρηστάκη Ιωάννη., «Η συμβολή της Κρήτης στην εδραίωση της επανάστασης του 1821 στην  Ελλάδα», Περοδ. ΆΓΚΥΡΑ ΕΛΠΙΔΑΣ, σ.36-37).