Κυριακή 29 Μαρτίου 2020

ΤΟ ΤΟΥΦΕΚΙ ΤΟΥ ΔΕΣΠΟΤΗ


ΤΟ ΤΟΥΦΈΚΙ ΤΟΥ ΔΕΣΠΌΤΗ
Γιάννη Τσερεβελάκη (Αναδημοσίευση από την εφημ. Πατρίς Ηρακλείου)
Θα φανεί προφανώς παράδοξος ο τίτλος του παρόντος άρθρου. Πού ακούστηκε δεσπότης οπλισμένος; Μπορεί ένας άνθρωπος που κηρύσσει την αγάπη, τη φιλευσπλαχνία, την ανεκτικότητα και το σεβασμό στον άνθρωπο να φέρει όπλο;
Κι όμως, καθώς διάβαζα το ημερολόγιο του Γάλλου ταγματάρχη Emile- Honore Destelle (έκδοση Εταιρίας Κρητικών Ιστορικών Μελετών), στρατιωτικού διοικητή της περιοχής Λασιθίου και Βιάννου το 1898, με εντυπωσίασε το γεγονός ότι, κατά τον αμέσως μετά τη διακήρυξη της αυτονομίας της Κρήτης αφοπλισμό των ένοπλων Κρητικών, μεταξύ εκείνων που παρέδωσαν τα τουφέκια τους ήταν και οι επίσκοποι Ιεράπετρας και Βιάννου
. Ο πρώτος ήταν ο Αμβρόσιος Σφακιανάκης (1890-1929), ενώ ο δεύτερος ήταν ο Νικόδημος Κοτσαράκης (1887-1900). Ας δούμε το κείμενο που αναφέρεται στην παράδοση των όπλων από τα χωριά της Ιεράπετρας:  «Η παράδοση των όπλων αρχίζει. Ο ίδιος ο επίσκοπος καταθέτει το όπλο του στον ναύαρχο.
Στη συνέχεια, τέσσερα μικρά  κορίτσια παραδίδουν από ένα τουφέκι στολισμένο με κορδέλες και ένα κλαδί ελιάς στην κάννη του όπλου» (σ. 298). Αντίστοιχα, το κείμενο που αναφέρεται στην παράδοση του όπλου από τον επίσκοπο Νικόδημο: «Ο επίσκοπος έχει, επίσης, ένα υπέροχο και ολοκαίνουργιο Martini. Το στράτευμα σταματά και ο επίσκοπος μου παραδίδει το όπλο του, έπειτα τέσσερα μικρά κορίτσια, το ένα τους με φόρεμα στα χρώματα της γαλλικής σημαίας, μου παραδίδουν το καθένα από ένα όπλο. Έχω δακρύσει».
Το πρώτο που εντυπωσιάζει στις αφηγήσεις του Γάλλου ταγματάρχη είναι το τελετουργικό της παράδοσης των όπλων. Και στις δυο περιπτώσεις τέσσερα κορίτσια συμμετέχουν στο τελετουργικό, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση την πρώτη, όπου έχουμε την εκπληκτική εικόνα των στολισμένων με ένα κλαδί ελιάς στην κάννη τους  τεσσάρων τουφεκιών.
Τα κορίτσια, σύμβολο της ομορφιάς και της αθωότητας, από τη μια, και τα κλαδιά της ελιάς, σύμβολο ειρήνης,  από την άλλη, συνιστούν έναν από τους πλέον δυνατούς συμβολισμούς που θα μπορούσαν να σκεφτούν οι οργανωτές του τελετουργικού την ώρα εκείνη.
Οι Κρητικοί, στην περίπτωση αυτή, προηγήθηκαν κατά εβδομήντα έξι χρόνια όσων συνέβησαν τον Αύγουστο του 1974 στη Λισαβόνα της Πορτογαλίας, κατά την «επανάσταση των γαρυφάλλων», όταν δηλαδή ο πορτογαλικός λαός, μετά την επανάσταση του στρατού και την πτώση του καθεστώτος του δικτάτορα Σαλαζάρ, βγήκε στους δρόμους και αναμείχθηκε με τους στρατιώτες των επαναστατών, βάζοντας γαρύφαλλα στις κάννες των όπλων τους.
Στη δεύτερη περίπτωση, τα κορίτσια, με προεξάρχον, όπως φαίνεται, αυτό που φορούσε το φόρεμα στα χρώματα της γαλλικής σημαίας, παραδίδουν συμβολικά τα όπλα, δείχνοντας ότι ο λαός της Κρήτης θέλει την ειρήνη και εκφράζοντας συγχρόνως την ευγνωμοσύνη του λαού της περιοχής για την προσφορά των Γάλλων στην ελευθερία της Κρήτης.
Επανέρχομαι στο κεντρικό θέμα. Δυο επίσκοποι παραδίδουν τα όπλα τους. Μάλιστα, για τον Νικόδημο ο Γάλλος αναφέρει και τον τύπο του τουφεκιού, πράγμα που δείχνει ότι τον εντυπωσίασε, ίσως επειδή το τουφέκι τύπου Martini ήταν αμερικάνικο και δεν το συναντούσε κανείς εύκολα στην Κρήτη, όπου στις επαναστάσεις των ετών 1877-78, 1888-89 και 1896-97 χρησιμοποιήθηκε σε ευρεία κλίμακα το γαλλικό Chassepot.
Τι μπορεί να σημαίνει, όμως, το γεγονός ότι οι επίσκοποι στην Κρήτη των επαναστάσεων είχαν τουφέκι; Το πρώτο, ότι η Εκκλησία βρισκόταν στο πλάι του αγωνιζόμενου για την ελευθερία λαού της Κρήτης.
Στην Ορθόδοξη Ανατολή πάντοτε, ιδιαίτατα όμως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, η Εκκλησία γενικά ως θεσμός στάθηκε πάντα κοντά στο λαό, επειδή οι κληρικοί ήταν κομμάτι του λαού (οι παλιοί Κρητικοί παπάδες π.χ. φορούσαν την κρητική βράκα και καλλιεργούσαν μόνοι τους τα χωράφια τους). Έτσι, δεν ήταν παράδοξο, σε περιόδους επαναστάσεων, οι κληρικοί να συμμετέχουν στις μάχες οπλισμένοι
. Το θεωρούσαν υποχρέωσή τους εκ του γεγονότος και μόνο ότι ανήκαν και οι ίδιοι στο λαό. Ο Ν. Καζαντζάκης στον «Καπετάν Μιχάλη» αναφέρεται στον «τουρκοφά» ηγούμενο της Μονής του αφέντη Χριστού και τους καλογέρους που ξέθαβαν τα τουφέκια κάτω από την Αγία Τράπεζα (σ.328-330).
Το δεύτερο που αποκαλύπτει «το τουφέκι του δεσπότη» είναι ότι ο επίσκοπος ήταν όχι απλώς ένας θρησκευτικός ηγέτης αλλά κι ένας ηγέτης με εθνικό και πολιτικό ρόλο. Αφ’  ης στιγμής παίρνει όπλο, παύει πλέον να έχει απλώς θρησκευτικά καθήκοντα και θρησκευτικό ρόλο και, ως εκ της θέσεώς του, μπαίνει στην ηγεσία του αγώνα για την ελευθερία.
Ο ρόλος αυτός του επισκόπου είναι συναφής προς τον ηγετικό  ρόλο της Εκκλησίας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όταν το ελληνικό έθνος έμεινε ακέφαλο από πολιτική ηγεσία. Θα πρέπει να πούμε ότι στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η κυρίαρχη συλλογική ταυτότητα των Ρωμιών ήταν η θρησκευτική, όπως ήταν και στα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Έτσι, ο θρησκευτικός ηγέτης ήταν ηγέτης όχι απλώς μιας θρησκευτικής ομάδας αλλά ενός λαού αποτελούμενου από πολλές εθνότητες με συγκεκριμένη, όμως, κοινή θρησκευτική ταυτότητα.  Όταν, από τις αρχές του 19ου αιώνα διαμορφώνονται οι έννοιες «έθνος» και «εθνική συνείδηση», η Εκκλησία, στο πλαίσιο της διαμόρφωσης νέων, εθνικών πλέον, ταυτοτήτων, αναλαμβάνει ένα νέο ρόλο, ρόλο εθνικό:  είναι η εθναρχούσα Εκκλησία.
Στο πλαίσιο αυτό καταλαβαίνουμε ότι και ο επίσκοπος έβλεπε τον εαυτό του με το διπλό ρόλο του θρησκευτικού και του εθνικού ηγέτη, που μπορούσε στο ένα χέρι να κρατεί το σταυρό και στο άλλο το τουφέκι. Και τα δυο υπηρετούσαν ένα σκοπό:  την ελευθερία: ο σταυρός τη θρησκευτική (εσωτερική-πνευματική) και το τουφέκι την εθνική (εξωτερική-πολιτική), δυο ελευθερίες που, στη συνείδηση του επισκόπου, ταυτίζονταν.
Ο Καζαντζάκης παρουσιάζει τον ηγούμενο που προαναφέραμε να προσεύχεται σιωπηλά, κατά την ώρα της μάχης για τη σωτηρία του μοναστηριού, με τούτα τα λόγια: «Κακή δουλειά ‘ναι αυτή να σκοτώνεις ανθρώπους ας είναι κι άπιστοι Αγαρηνοί, συλλογίζουνταν μα δε φταίμε εμείς, σου το λέω ορθά κοφτά, δε φταίμε εμείς λευτέρωσέ μας, Θεέ μου, να ησυχάσουμε» (σ. 337).
Ως κληρικός δεν θέλει το φόνο των ανθρώπων, σέβεται τη ζωή τους, άσχετα προς τη θρησκεία τους. Ψηλότερα από όλα, όμως, τοποθετεί την ελευθερία, για την οποία και ο ίδιος θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του. Γιατί, όπως γράφει ο Ρώσος φιλόσοφος Ν. Μπερδιάγεφ, ο άνθρωπος, όταν χρειαστεί,  πρέπει να θυσιάζει τη ζωή του για την ελευθερία του και όχι το αντίθετο.
Το τουφέκι του δεσπότη, λοιπόν, είναι το σύμβολο του αγώνα του Κρητικού ιερωμένου να αποκτήσει το ποίμνιό του το μέγιστο αγαθό της ελευθερίας, το αγαθό που δίνει νόημα στην ανθρώπινη ζωή.
Επί του θέματος αυτού και αναφορικά με την Ορθόδοξη Εκκλησία ο μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός έχει γράψει: «Επειδή η εξωτερική ελευθερία συνάπτεται στην Ορθοδοξία με την εσωτερική (απελευθέρωση της καρδιάς από τη δουλεία των παθών), η Εκκλησία διασώζει μόνιμα μια θεολογία ελευθερίας, που νομιμοποιεί την ηγετική παρουσία του Κλήρου στους Ιερούς (αμυντικούς και απελευθερωτικούς) του Έθνους αγώνες.
Ακριβώς δε τα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης «εδικαίωσαν τον χαρακτηρισμό της Εκκλησίας μας ως Εκκλησίας της Αναστάσεως» (Γ. Κονιδάρης). Η Ορθόδοξη πίστη και η δυναμική της στη συνείδηση του Έθνους αποτελεί και σήμερα τον ισχυρότερο και βαθύτερο δεσμό, που στηρίζει την ενότητά του, στον εκκλησιαστικό δε χώρο σώζεται πάντα ο αγνότερος πατριωτισμός.
Σ’ αυτή τα συνάφεια κατανοείται εκκλησιαστικά ο Εθναρχικός ρόλος της Εκκλησίας σε καιρούς δυσχειμέρους ή η άρθρωση λόγου εκκλησιαστικού στα εθνικά θέματα και σήμερα». (άρθρο με τίτλο «Ορθοδοξία και Νεοελληνική ταυτότητα» στο ecclesia.gr).
Τέτοια ήταν η παρουσία και ο ρόλος των επισκόπων και του κλήρου γενικότερα στους αγώνες των Κρητικών για την ελευθερία. Λάθη και αστοχίες υπήρξαν από κάποια πρόσωπα. Αλλά ο κλήρος εν γένει δεν έλειψε ποτέ από τις μεγάλες ώρες των απελευθερωτικών αγώνων της Κρήτης.
Σήμερα, «το τουφέκι του δεσπότη» σημαίνει ενεργό παρουσία της Εκκλησίας σε άλλα πεδία:  στον αγώνα για διατήρηση του ορθόδοξου ήθους στο λαό μας, για κοινωνική δικαιοσύνη, για συναδέλφωση και αλληλοβοήθεια ανάμεσα στα διάφορα κοινωνικά στρώματα,  για διαφύλαξη της εθνικής μας ταυτότητας και συνέχειας στο πλαίσιο του  κόσμου της παγκοσμιοποίησης , για την προστασία του περιβάλλοντος κ.ά..
Η Εκκλησία πρέπει να πρωτοπορεί με το σωστικό λόγο και το έργο της και όχι να είναι ουραγός. Και όλα αυτά με τελικό, κεντρικό σκοπό τη σωτηρία των ανθρώπων, που μεταφράζεται ως ελευθερία από καθετί που θέλει να κρατήσει την καρδιά και τη συνείδησή μας υπόδουλη στο κακό, σε κάθε του έκφανση.


Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Η ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821

ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΟΜΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΣ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821
      
«Είναι θέλημα Θεού. Είναι κοντά μας και βοηθάει, γιατί πολεμάμε για την πίστι μας, για την πατρίδα μας, για τους γέρους γονιούς, για τα αδύνατα παιδιά μας, για την ζωή μας, την λευτεριά μας...Και όταν ο δίκαιος Θεός μας βοηθάει, ποιος εχθρός ημπορεί να μας κάνει καλά...;».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)

«Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος...Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι' ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν...».
(Αλέξανδρος Υψηλάντης)

«...Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ' αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού»
(Γρηγόριος - Δικαίος Παπαφλέσσας)

«Όταν σηκώσαμεν την σημαίαν εναντίον της τυραγνίας ξέραμεν ότι είναι πολλοί αυτείνοι και μαχητικοί κι' έχουν και κανόνια κι' όλα τα μέσα. Εμείς ούλα είμαστε αδύνατοι. Όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους, κι' αν πεθάνωμεν πεθαίνομεν δια την Πατρίδα μας, δια την Θρησκείαν μας και πολεμούμεν όσο μπορούμε εναντίον της τυραγνίας κι' ο Θεός βοηθός...».
(Στρατηγός Μακρυγιάννης)

«...Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι ...να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν μου και εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω το αίμα μου, ίνα νικήσω τους εχθρούς της Θρησκείας μου ή να αποθάνω ως Μάρτυς δια τον Ιησούν Χριστόν...».
(Ο όρκος των Ιερολοχιτών)

«Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και έπειτα υπέρ ΠΑΤΡΙΔΟΣ...»
«Ως μία βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί μας και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση...».
(Θ. Κολοκοτρώνης)

«...Η τυραγνία των Τούρκων - την δοκιμάσαμε τόσα χρόνια - δεν υποφέρονταν πλέον. Και δι' αυτήνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιόν ούτε τιμή ούτε ζωή (ξέραμεν κι' ότ' ήμασταν ολίγοι και χωρίς τα' αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσομεν άρματα εναντίον της τυραγνίας. Είτε θάνατος είτε λευτεριά».
(Ιω. Μακρυγιάννης )

« Ο Έφορος της Ελλάδος Θεός ενέπνευσεν εις τα καρδίας των εχθρών μας άκραν δειλίαν και φόβον. Ελπίζω δε εντός ολίγου, με την βοήθειαν του Τιμίου Σταυρού και των θεοπειθών της πατρίδος ευχών, να σας χαροποιήσω...».
(Ανδρέας Μιαούλης)

«Μία δύναμις με άρπαξε από την λιτανεία πριν φύγουμε από τα Ψαρά για την Χίο. Μία δύναμις θεϊκή με γιγάντωσε...Αυτή η θεία δύναμις μου έδωσε θάρρος δια να φθάσω με το πυρπολικό μου στην Τουρκική Ναυαρχίδα...Οι Τούρκοι ήταν τόσοι ώστε εάν έπτυον επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως...Εις το όνομα του Κυρίου φώναξα εκείνη τη στιγμή. Έκανα τον Σταυρό μου και πήδηξα στη βάρκα. Οι φλόγες του πυρπολικού μεταδόθηκαν στην Ναυαρχίδα που τινάχθηκε στον αέρα και παρέσυρε στον θάνατο χιλιάδες Τούρκους...».
(Κωνσταντίνος Κανάρης)

«Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς...Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ' ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του. - Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι. - Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια...Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
  
«Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν».
«...Κι' αν είμαστε ολίγοι...παρηγοριώμαστε μ' έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε, τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν, κι΄όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν...».
«...Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι' αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι' όλοι μαζί και να μη λέγη ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι' όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκειάσωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι μαζί....».
(Ιω. Μακρυγιάννης)

«Το Ελληνικόν Έθνος, αφ' ού υπέκυψεν εις τον βάρβαρον και σκληρότατον ζυγόν της Οθωμανικής τυραννίας, υστερήθη όχι μόνον την ελευθερίαν του, αλλά και παν είδος μαθήσεως...και ήτον ενδεχόμενον να εκλείψη διόλου από το Έθνος η Ελληνική γλώσσα, εάν δεν την διέσωζεν η Εκκλησία προς ήν οφείλεται και κατά τούτο ευγνωμοσύνη».
(Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός)

 «Μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους, όταν μάλιστα κηρύττεται από ποιμένας φίλους της αληθείας και της δικαιοσύνης»
(Αδ. Κοραής)

«...Τούτο παρακαλώ να τους παραγγείλετε να πράττωσιν εις το εξής, παριστάνοντες εις αυτούς, ότι πολεμούν όχι μόνον υπέρ πατρίδος, αλλά και υπέρ πίστεως».
(Αδ. Κοραής προς Γ.Κουντουριώτην, 1824)

«...Μόνη η δικαιοσύνη φέρει την ελευθερίαν, την δύναμιν και την ασφάλειαν. Όπλα χωρίς δικαιωσύνην, γίνονται όπλα ληστών, ζώντων εις καθημερινόν κίνδυνον να στερηθώσι την δύναμιν από άλλους ληστάς, ή και να κολασθώσιν ως λησταί από νόμιμον εξουσίαν. Η ανδρεία χωρίς την δικαιοσύνην είναι ευτελές προτέρημα, η δικαιοσύνη, αν εφυλάσσετο από όλους, ουδέ χρείαν όλως είχε της ανδρείας. Και αυτή του Θεού η παντοδυναμία ήθελ' είσθε χωρίς όφελος διά τους ανθρώπους, αν δεν ήτον ενωμένη με την άπειρον δικαιοσύνην του...».
(Αδ, Κοραής προς Οδυσσέα Ανδρούτσον, 1824)

«...Αχ, διά τους οικτιρμούς του Θεού, ο οποίος είναι όλος αγάπη, διά το όνομα της Πατρίδος, η οποία είναι όλη αρετή, ας καθαρίσωμεν την ψυχήν μας, και εις αυτήν την ώραν του κινδύνου, από τον ρύπον της διχονοίας, ας θάψωμεν εις τον τάφον της λησμονησίας τα άγρια και ανόητα πάθη μας, ας πλύνωμεν τας μεμολυσμένας καρδίας εις το ιερόν λουτρόν της αγάπης, ο πατριωτισμός ας λαμπρύνη, εις το εξής τον θολωμένον νουν μας, η ειλικρίνεια ας βασιλεύση εις την καρδίαν μας, η αγάπη κα η σύμπνοια ας προπορεύωνται, ως νεφέλη πυρός, όλων των βουλών μας και όλων των έργων μας».
(Σπ. Τρικούπης)

«Κι' όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθή ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυό μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει, αν η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θανά είμαι. Ότι σ΄αυτείνη θα ζήσω, δεν έχω σκοπό να πάγω αλλού».
(Ιω. Μακρυγιάννης)

«Είναι καιρός...να κρημνίσωμεν από τα νέφη την Ημισέληνον διά να υψώσωμεν το σημείον, δι' ού πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν και ούτω να εκδικήσωμεν την πατρίδα και την ορθόδοξον ημών πίστιναπό την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν»;
(Αλ. Υψηλάντης)

«...Η ημέρα εκείνη, την οποίαν επιθυμούσαν οι πατέρες μας να την ιδούν, έφθασε και ο Νυμφίος έρχεται...Έφθασεν ο καιρός διά να λάμψη πάλιν ο Σταυρός και να λάβη πάλιν η Ελλάς, η δυστυχής Πατρίς μας, την ελευθερίαν της...».
«Ό, τι και αν εκάμαμεν, είτε εγώ, είτε οι συνάδελφοί μου, είτε ως εταίροι, είτε ως αγωνισταί, ήτο έμπνευσις και έργον της Θείας Προνοίας, και ουδέν ηθέλομεν πράξει άνευ της εμπνεύσεως ταύτης».
(Άνθιμος Γαζής)
 ***
«ΙΔΟΥ ο Θεός μεθ' ημών, ος επάταξεν έθνη πολλά και απέκτεινε βασιλείς κραταιούς. Ο Παντοκράτωρ Θεός δεν μας αφήνει εις την διάκρισιν του εχθρού. Αλλά είναι σύμμαχός μας, καθώς πολλάκις το είδομεν και άμποτε εις το εξής διά της δυνάμεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού και διά της ενεργείας και γενναιότητός σας να αφανισθή ο εχθρός εξ ολοκλήρου...».
(Π. Μαυρομιχάλης προς τον Θ.Κολοκοτρώνη)
 ***
«ΧΩΡΙΣ αρετή και θρησκεία δεν σχηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειον».
(Στρατηγός Μακρυγιάννης)
 ***
«Ο Θεός είναι μετά της Ελλάδος και υπέρ της Ελλάδος και αύτη σωθήσεται. Επί ταύτης της πεποιθήσεως αντλώ πάσας μου τας δυνάμεις και πάντας τους πόρους».
(Ι. Καποδίστριας)

«Η Ιστορία και το μέλλον της Ελλάδος στηρίζονται πάνω σε τρεις λέξεις: Θρησκεία, Ελευθερία, Πατρίς».
(Παλαιών Πατρών Γερμανός)

«Εγώ, η φαμίλια μου, τα' άρματά μου, ό,τι έχω είναι για την Ελλάδα».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)


Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

TO KΛΕΙΣΙΜΟ ΤΩΝ ΝΑΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΚΑΘ. ΦΥΣΙΚ. ΠΑΝ.ΘΡΑΚΗΣ

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΠΑΝ. ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΩΝ ΝΑΩΝ
Μακαριώτατε, Άγιε Αρχιεπίσκοπε της Εκκλησίας της Ελλάδος, κ. Ιερώνυμε,
Άγιοι Επίσκοποι της Ορθοδόξου Ελλαδικής Εκκλησίας,
Σας απευθύνω αυτήν την ανοικτή επιστολή γνωρίζοντας με βεβαιότητα αδιάσειστη πως η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία φέρει όλη την Αλήθεια περί του ανθρώπου, περί του κόσμου και περί του Θεού. Επιπλέον, πως η Ορθόδοξη Εκκλησία φέρει μέσα της όλον τον πλούτο του διαχρονικού ελληνικού κόσμου και πολιτισμού, κάτι που σήμερα αποκτά τεράστια σημασία για ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Διότι σαφώς αρχίζουμε να εισερχόμαστε, αν δεν έχουμε ήδη εισέλθει προ πολλού, σε εποχή διωγμού του Χριστού, αλλά και των Ελλήνων και του Ελληνισμού, από την ιστορία και την Ελλάδα.
Ως Ορθόδοξος χριστιανός, αλλά και ως επιστήμονας, προβληματίζομαι πολύ σοβαρά για το κατά πόσο η απόφαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος για περιορισμό, με οιονδήποτε τρόπο της Λειτουργικής ζωής της Ορθόδοξης Εκκλησίας, είναι σύμφωνη με την Ορθόδοξη Παράδοση και την Ευαγγελική Διδασκαλία της Εκκλησίας.
Επί δύο χιλιάδες χρόνια δεν έχει παύσει στον μαρτυρικό αυτόν τόπο της Ελλάδος και της Ρωμανίας, καθημερινά, αλλά ιδίως τις Κυριακές και τις μεγάλες χριστιανικές και εθνικές εορτές μας, να τελείται το φοβερό μυστήριο της Ορθόδοξης Θείας Λειτουργίας.
Τώρα ακούμε πως οι εκκλησίες θα μείνουν κλειστές, τόσο κατά την 25η Μαρτίου, οπότε και εορτάζουμε την παγκόσμιας σημασίας εορτή του Ευαγγελισμού της Παναγίας, αλλά και την επίσης παγκόσμιας σημασίας Εθνική μας Επανάσταση του 1821, την Εθνική Παλιγγενεσία μας, αλλά και ίσως, εάν συνεχιστεί η ένταση του κορωνοϊού, και καθ᾽ όλη την Μεγάλη Εβδομάδα και το φοβερότερο, την Κυριακή του Πάσχα.
Αυτό, αν ισχύσει, θα είναι συγκλονιστικό. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος είναι σημείο των καιρών.
Σαφώς ο άνθρωπος δεν πρέπει να εκπειράζει τον Θεό και να δοκιμάζει την Θεία Παντοδυναμία Του.
Όμως, σαφώς πάλι, ο Κύριος μάς είπε : «Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ» (Λουκ. ι´ 16-21).
Όπως, επίσης: «Λέγω δὲ ὑμῖν· πᾶς ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁμολογήσει ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ· ὁ δὲ ἀρνησάμενός με ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων ἀπαρνηθήσεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. ιβ´ 2-12).
Η μετοχή μας στο Θείο και φοβερό Μυστήριο της αναίμακτης θυσίας του Υιού του Θεού καθ᾽ εκάστη Θεία Λειτουργία είναι το θεμέλιο της όλης ατομικής, κοινωνικής και εθνικής ζωής μας.
Πώς μπορούμε να υπάρχουμε και ως Έλληνες και ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι χωρίς να μετέχουμε αυτού του Ζωηφόρου και ελευθεροποιού Θείου Μυστηρίου;
Πώς μπορούμε να μην εορτάσουμε την Ανάσταση του Χριστού;
Αυτό είναι ολέθριο, και έγκλημα κατά της ιστορίας και κατά του ίδιου του Θεού.
Μάλιστα δε, εάν η Θεία Λειτουργία είναι ανάγκη ζωής για τους υγιώς έχοντας, είναι πολύ περισσότερο για τους ασθενείς και πάσχοντας από οιανδήποτε ασθένεια σώματος ή ψυχής.
Η Ευσπλαχνία της Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Ιδίου του Χριστού προς τον πάσχοντα άνθρωπο ωθούσε την Εκκλησία και τους Αγίους της λειτουργούς να λειτουργούν συνεχώς, σε νοσοκομεία, σε λεπροκομεία, σε φυλακές και όπου αλλού ο ανθρώπινος πόνος και η ανθρώπινη απελπισία ζητούσαν και ποθούσαν τον Χριστό.
Πώς είναι δυνατόν σήμερα, που οι επιστήμονες μάς μιλούν για μια παγκοσμίως εξαπλούμενη πανδημία, να κλείσουν οι Εκκλησίες και να εκδιωχθεί ο Χριστός και ο πάσχων άνθρωπος από αυτές;
Βεβαίως υπάρχουν σοβαρές υποψίες για ένα δαιμονιώδες και Οργουελικό σχέδιο παγκόσμιου ελέγχου και παγκόσμιας χειραγώγησης της ανθρωπότητας μέσω ελεγχόμενων και, ενδεχομένως, τεχνητώς προκαλούμενων πανδημιών.
Αυτό, ωστόσο, είναι δύσκολο να αποδειχθεί από εμάς, τους κοινούς θνητούς, και μένει απλή εικασία που όμως είναι πολύ πιθανή ακόμη και ως ελεγχόμενο λάθος, όπως το Τσερνόμπιλ το 1986, από την στιγμή που σε μυστικά εργαστήρια αναπτύσσονται μυστικά όπλα, βιολογικά ή άλλου είδους, και λειτουργούν μυστικά ερευνητικά κέντρα σε όλες τις μεγάλες και τεχνολογικά προηγμένες χώρες, εκτός κοινωνικού και δημοκρατικού ελέγχου.
Ίσως από εδώ και στο εξής φαινόμενα παρόμοια με το παρόν του κορωνοϊού να είναι η καθημερινή πραγματικότητα της ανθρωπότητας.
Ίσως να έχουμε ήδη εισέλθει στην περιοχή του Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου που διεξάγεται με νέους τρόπους.
Ίσως κάποιοι μπλεγμένοι στα δίκτυα του Σατανά, όπως στην εποχή του Ναζισμού και του Χιτλερισμού, να επέλεξαν με παράλογο τρόπο την δαιμονιώδη, μισάνθρωπο και απάνθρωπο κυριαρχία των επί του πλανήτη Γη.
Όμως, ό,τι και αν πρόκειται να συμβεί στον κόσμο, η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού δεν μπορεί και δεν πρέπει να παύσει να τελεί, έως συντελείας του κόσμου το φρικτό και Ζωοποιό τούτο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Διότι μόνον εντός τούτου του Θείου και φρικτού Μυστηρίου της Θείας Λειτουργίας μπορεί το ανθρώπινο πλάσμα να παίρνει Θεία Δύναμη και Θεία Ζωή για να αντέξει κάθε βάσανο και κάθε μαρτύριο, σωματικό ή ψυχικό, ατομικό, κοινωνικό ή παγκόσμιο.
Σήμερα όχι μόνο δεν πρέπει να παύσει να τελείται η Θεία Λειτουργία, αλλά, όλως αντιθέτως, οι Επίσκοποι με όλο το Ιερατείο κάθε πόλης και κάθε περιοχής, στις πλατείες και στα γήπεδα των πόλεων και εντός ανοικτών χώρων, πρέπει να τελούν το Θείο Αυτό Μυστήριο καθημερινώς υπέρ σωτηρίας και Ζωοποιήσεως όλου του κόσμου. Ποιά πανδημία, ποιά ασθένεια, ποιός δαίμων μπορεί να είναι ισχυρότερα του Χριστού!
Μακαριώτατε Άγιε Αρχιεπίσκοπε, και Άγιοι Επίσκοποι, εσείς όλοι μαζί, και κάθε ένας χωριστά, είστε τόπος και ζώσα εικόνα του Χριστού. Εσείς, όλοι μαζί, και ένας έκαστος εξ υμών προσωπικά, φέρετε τον Ζώντα Τριαδικό Θεό στους ιερούς ώμους σας.
Εσείς πρέπει καθημερινώς στις πόλεις σας και τα χωριά σας να τελείτε αδιαλείπτως το Θείο τούτο και φρικτό Μυστήριο.
Στην ανάγκη δε, έξω, στον ελεύθερο χώρο, προκειμένου να μην αναγκάζεται ο λαός να συνωστίζεται στις εκκλησίες, όσο υπάρχει αυτή η πανδημία και όσο οι επιστήμονες το κρίνουν αναγκαίο.
Προσωπικά, βεβαίως, ως Χριστιανός αλλά και ως θετικός επιστήμονας είμαι πεπεισμένος ότι ουδείς ιός και ουδεμία ασθένεια μεταδίδεται εντός των ιερών και αγιασμένων από την Θεία Λειτουργία ναών, όχι μόνο την ώρα της τέλεσης της Θείας Λειτουργίας αλλά και όποια άλλη στιγμή της ημέρας.
Οι επιστήμονες αγνοούν την δύναμη του Χριστού και των Αγίων του, οι οποίοι μπορούν να θεραπεύουν «πάσαν νόσον και πάσαν ασθένειαν» του λαού (Ματθ. θ´ 35).
Διότι τα πάντα και κάθε στιγμή ευρίσκονται εντός της Ακτίστου Θείας Ενέργειας, η οποία τα φέρει στην ύπαρξη και τα συντηρεί.
Εδώ πρέπει να αξιοποιήσουμε την σύγχρονη επιστημονική γνώση, ιδίως από την επιστήμη της Πολυπλοκότητας και της Κβαντοφυσικής, η οποία μας δείχνει πως τίποτε δεν συμβαίνει στη φυσική πραγματικότητα, από το μικροσκοπικό έως το μεσοσκοπικό και μακροσκοπικό επίπεδο, που να μην φανερώνει ένα Θείο σχέδιο και μια Θεία λογικότητα.
Βεβαίως, η ανθρώπινη αυταρχική, αλαζονική και ενδεχομένως δαιμονιώδης, παρέμβαση στις λειτουργίες της φύσης είναι η μόνη παραφωνία που εισάγει η ανθρώπινη πτωτικότητα και αμαρτωλότητα.
Γι᾽ αυτό ο Ελληνικός και Ορθόδοξος πολιτισμός στις ημέρες μας θα καταστούν παγκόσμια ανάγκη για την ύπαρξη της παγκόσμιας ανθρωπιάς, ειρήνης, διαφάνειας και δημοκρατίας.
Γι᾽ αυτό απαιτείται και ως λαϊκοί και ως ιερωμένοι να έχουμε ευρεία όραση των πραγμάτων και της ιστορίας.
Ύστερα απ᾽ αυτά γίνεται φανερό πως η Εκκλησία του Χριστού δεν μπορεί να υποτάσσεται σε ανθρώπους, σε κράτη και σε νόμους, επιστημονικούς ή όποιους άλλους.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος οφείλει να πάρει στους ώμους της την ευθύνη της ιστορίας του ελληνικού λαού και να μην δέχεται εντολές από πολιτικούς, οι οποίοι της ζητούν να αναστείλει την βασική εργασία της για την σωτηρία του σύμπαντος κόσμου.
Η Εκκλησία της Ελλάδος πρέπει να πάρει στα χέρια της μέρος της ευθύνης για την υγεία του ελληνικού λαού όσον αφορά τις όποιες πανδημίες.
Διότι τα χειρότερα είναι μπροστά μας.
Η Εκκλησία της Ελλάδος πολύ σοβαρά και υπεύθυνα, πρέπει να εκλάβει ως δικό της τον ιστορικό ρόλο της υλικής και πνευματικής διάσωσης του ελληνικού λαού από πολλά δεινά που πρόκειται να ακολουθήσουν την παρούσα πανδημία.
Διότι εάν η πανδημία του κορωνοϊού είχε σαφώς προφητευθεί μέχρι σήμερα από ποικίλα μέσα, με κορυφαίο το πρόσφατο Συμβάν 201 (Event 201: a high-level pandemic exercise, hosted by the Johns Hopkins Center for Health Security in partnership with the World Economic Forum and the Bill and Melinda Gates Foundation on October 18, 2019, in New York), δυο μόλις μήνες πριν ξεσπάσει η πανδημία στην Κίνα, τότε γιατί να μην αναμένουμε και όλα όσα προφητικά έχουν γραφτεί και παρουσιαστεί από συγγραφείς, σκηνοθέτες και άλλους;
Κυρίως όμως, γιατί να μην αναμένουμε και να μην προετοιμαζόμαστε ανάλογα για όσα έχουν προΐδει Άγιοι άνδρες και γυναίκες των ημερών μας;
Τέλος, η Εκκλησία της Ελλάδος θα πρέπει να συνεχίσει το μεγάλο και ιστορικό έργο της για την στήριξη του ελληνικού λαού, όπως έπραττε τόσο σε περιόδους ευημερίας όσο και σε ολιγόχρονες ή μακροχρόνιες περιόδους ξένης κατοχής του.
Στην κατεύθυνση αυτή της πολυδιάστατης ιστορικής εθνικής προσφοράς της Εκκλησίας της Ελλάδος, και επειδή μάλλον ολόκληρη η γη κινδυνεύει να καταστεί μια παγκόσμια Σπιναλόγκα, κι εκτός του κυρίου έργου της Εκκλησίας που είναι η αέναος προσευχή υπέρ της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου, σας προτείνω το εξής, κατά την γνώμη μου, αναγκαίο μέτρο.
Την άμεση ίδρυση ενός Πανελλήνιου Εκκλησιαστικού Ταμείου (ΠΕΤ) για την ιατρική στήριξη της ελληνικής κοινωνίας.
Το εκκλησιαστικό αυτό ταμείο θα μπορεί να συλλέγει χρήματα από κάθε ευαίσθητο Έλληνα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, προκειμένου:
α) όλοι οι Έλληνες να μπορούν να εξετάζονται και να ελέγχονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, εάν είναι φορείς του κορωνοϊού,
β) να λειτουργήσουν μονάδες ιατρικής θεραπείας ασθενών από τον κορωνοϊό σε κατά τόπους κατάλληλα διαμορφωμένους χώρους της Εκκλησίας,
γ) να γίνεται προμήθεια φαρμάκων και αντιδραστηρίων ανίχνευσης κορωνοϊού σήμερα, και, αύριο, άλλων πιθανώς νέων και μεταλλαγμένων ιών.
Έτσι η Εκκλησία θα στηρίξει και τον ελληνικό λαό και την Ελληνική Πολιτεία στον δύσκολο αγώνα, ενόσω δεν γνωρίζουμε πόσο ακόμη θα διαρκέσει και τί άλλο θα προκύψει από πλευράς πανδημιών.
Διότι η ανθρώπινη αμαρτωλότητα άνοιξε πλέον τους ασκούς του Αιόλου και δεν γνωρίζουμε πότε ο Θεός θα τους μαζέψει.
Με σεβασμό και τιμή,
Γιώργος Παύλος
                                                      Καθ. Φυσικής και Φιλοσοφίας ΔΠΘ

Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

Η ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ


αναδ. από εφ. Πατρίς Ηρακλείου
Η Αρχαιοελληνική Διαχείριση των Ξένων     
                      Ευτύχιος Σ. Καλογεράκης
                Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών

Οι αρχαίοι Έλληνες έζησαν την ξενιτειά από τη δευτέρα χιλιετία π.Χ., με τις αποικίες και τις μεταναστεύσεις για οικονομικούς λόγους στην Μ. Ασία, με τις Ιωνικές, τις Δωρικές και τις Αιολικές αποικίες, αλλά και στα παράλια του Ευξείνου πόντου και στην κάτω Ιταλία.
Στην αρχαία Ελλάδα αναγνώριζαν ως πολίτη αυτόν που συμμετείχε στη θρησκευτική ζωή της πόλης και με βάση τη συμμετοχή του αυτήν αποκτούσε τα αστικά και πολιτικά του δικαιώματα. Όποιος όμως απαρνιόταν τη λατρεία, απαρνιόταν κατ' επέκταση και τα δικαιώματά του. Αν θέλουμε να δώσουμε μια ακριβή έννοια στον όρο πολίτης, θα λέγαμε ότι ήταν ο άνθρωπος που ασπαζόταν τη θρησκεία της πόλης του. Αντίθετα, ξένος ήταν αυτός που δεν του επιτρεπόταν να παίρνει μέρος στην τελετή της λατρείας, δεν τον προστάτευαν οι θεοί της πόλης και ούτε είχε το δικαίωμα να τους επικαλείται[1]. Η ξένη γυναίκα ιδιαίτερα δεν επιτρεπόταν να συμμετέχει σε απόκρυφες θυσίες υπέρ της πόλις, να βλέπει αυτά που δεν έπρεπε, ως ξένη να βλέπει και να μπαίνει σε ιερούς χώρους[2]. Έτσι και οι θεοί της πόλης επιθυμούσαν τις προσευχές και τις προσφορές μόνο των πολιτών, δεν δέχονταν τους ξένους, απαγόρευαν να εισέρχονται στους ναούς και η παρουσία τους στην τελετή των θυσιών εθεωρείτο ιεροσυλία. Υπήρχαν εορτές στην αρχαία Ελλάδα, από τις οποίες μαζί με τους δολοφόνους, τους καταραμένους και τους εξόριστους ως κάτι παρόμοιο αποκλείονταν και οι ξένοι κατά τον W. Burkert[3]. Αλλά και στην ύστερη αρχαιότητα, ο ξένος εξακολουθούσε να βρίσκεται στο περιθώριο, γι’ αυτό και η γυναίκα έπρεπε «να προσέχει να μη μιλάει σε ξένους»[4].
Την ίδια τακτική ακολουθούσαν και οι Ρωμαίοι σε μια από τις βασικές τελετουργίες της λατρείας τους. Ο ποντίφικας, όταν τελούσε θυσίες στο ύπαιθρο, όφειλε, κατά τη διάρκεια της θρησκευτικής πράξης, που ήταν αφιερωμένη στους θεούς της πόλης, να σκεπάζει το πρόσωπό του μπροστά από την ιερή φωτιά, ώστε να μην μπορεί να το δει κάποιος ξένος, διότι οι οιωνοί θα καταστρέφονταν[5]. Θεωρούσαν, επίσης, βέβηλο το ιερό εκείνο αντικείμενο, το οποίο είχε αγγίξει ένας ξένος και μόνο με εξιλεωτική τελετή μπορούσε να αποκτήσει πάλι τον θρησκευτικό του χαρακτήρα. Και αν ο εχθρός εισέβαλλε στην πόλη και οι πολίτες κατάφερναν να την απελευθερώσουν, το πιο σημαντικό μέλημά τους ήταν να εξαγνίσουν όλους τους ναούς και να ξανανάψουν όλες τις σβησμένες φωτιές. Η παρουσία του ξένου, στην προκειμένη περίπτωση του εχθρού, τους είχε βεβηλώσει[6]. Έτσι, η θρησκεία ήταν εκείνη που διαχώριζε καθοριστικά και ανεξάλειπτα τον πολίτη από τον ξένο.
Όσο καιρό, λοιπόν, η θρησκεία κυριαρχούσε στα πνεύματα των ανθρώπων, απαγόρευε να δοθεί το δικαίωμα του πολίτη σε έναν ξένο. Την εποχή του Ηροδότου η Σπάρτη παραχώρησε το δικαίωμα του πολίτη μόνο σε ένα μάντη και ακόμη γι’ αυτήν τη μοναδική περίπτωση η επίσημη εντολή του μαντείου ήταν απαραίτητη. Η Αθήνα παραχωρούσε μερικές φορές το δικαίωμα του πολίτη, αλλά με έντονες επιφυλάξεις!
Πρώτα, έπρεπε ο λαός να αποφασίσει με μυστική ψηφοφορία για να γίνει δεκτός ένας ξένος. Το πρώτο αυτό στάδιο δεν ήταν καθοριστικό, διότι εννέα ημέρες μετά, μια δεύτερη συγκέντρωση των πολιτών έπρεπε να επικυρώσει τα αποτελέσματα της πρώτης ψηφοφορίας με έξι χιλιάδες ψήφους υπέρ, αριθμός που ήταν υπερβολικά μεγάλος, αν αναλογιστούμε ότι ήταν σπάνιο γεγονός μια αθηναϊκή συγκέντρωση να μαζέψει τόσους πολίτες. Στη συνέχεια η απόφαση των δύο συγκεντρώσεων έπρεπε να επικυρωθεί από την ψήφο της συγκλήτου. Τέλος, ο κάθε πολίτης μπορούσε να προβάλει βέτο υποστηρίζοντας ότι το ψήφισμα παραβίαζε τους αρχαίους νόμους. Βέβαια, καμία άλλη απόφαση της συγκέντρωσης των πολιτών δεν δημιουργούσε στον νομοθέτη τόσες δυσκολίες και επιφυλάξεις, όσες η απόφαση της απόδοσης σε έναν ξένο του τίτλου του πολίτη. Ακόμη και οι διαδικασίες για την κήρυξη ενός πολέμου ή την έγκριση ενός καινούργιου νόμου δεν ήταν τόσο σημαντικές. Γιατί όμως οι άνθρωποι αυτοί προέβαλλαν τόσα εμπόδια στον ξένο που επιθυμούσε να γίνει πολίτης; Σίγουρα όχι από φόβο μήπως η ψήφος του ανατρέψει την ισορροπία των πολιτικών συγκεντρώσεων. Ο Δημοσθένης μας αποκαλύπτει τα πραγματικά κίνητρα και τις σκέψεις των Αθηναίων: «Έπρεπε να διατηρήσουν την αγνότητα των θυσιών» και με τον αποκλεισμό του ξένου «προστάτευαν την ιερή τελετή». Ο ξένος που έπαιρνε τον τίτλο του πολίτη, μπορούσε να συμμετέχει στη θρησκεία και στις θυσίες[7]. Έτσι, οι άνθρωποι δεν θεωρούσαν ότι ήταν πνευματικά εντελώς ελεύθεροι, όπως αρμόζει σε μια τέτοια ιερή πράξη, και θρησκευτικοί ενδοιασμοί γέμιζαν την ψυχή τους, εφόσον γνώριζαν ότι οι θεοί της πόλης αποστρέφονταν τους ξένους και ότι η παρουσία των νεοφερμένων θα καθιστούσε πιθανότατα τη θυσία ανώφελη. Η απόδοση των δικαιωμάτων του πολίτη σε έναν ξένο αποτελούσε πραγματική παραβίαση των βασικών αρχών της θρησκείας της πόλης, γι' αυτόν τον λόγο σε μια πόλη δέχονταν αρχικά πολύ λίγους ξένους.
Πρέπει να αναφέρουμε ότι αυτός που τόσο δύσκολα έπαιρνε τον τίτλο του πολίτη, δεν έπρεπε να είναι δικαστής ή ιερέας. Η πόλη, όντως, επέτρεπε στον ξένο να λαμβάνει μέρος στη λατρεία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα ήταν αυτός που θα καθοδηγούσε την τελετή. Κανείς δεν μπορούσε να γίνει Αθηναίος πολίτης από τη στιγμή που ήταν πολίτης σε άλλη πόλη, διότι ήταν αδύνατον με βάση τα θρησκευτικά δεδομένα να είναι κάποιος μέλος συγχρόνως σε δύο πόλεις, όπως ήταν εξίσου αδύνατον να ανήκει σε δύο οικογένειες. Κανείς δεν μπορούσε να ασπάζεται συγχρόνως δύο θρησκείες.
Όπως αναφέραμε πιo πάνω, η συμμετοχή στη λατρεία επέτρεπε αυτόματα και την απόκτηση δικαιωμάτων. Από τη στιγμή που ο πολίτης έπαιρνε μέρος στη θυσία, η οποία προηγείτο της συγκέντρωσης των πολιτών, μπορούσε, επίσης, να συμμετάσχει στην ψηφοφορία της συγκέντρωσης. Εφόσον έκανε θυσίες στο όνομα της πόλης, μπορούσε να προαχθεί σε πρύτανη ή άρχοντα. Ασπαζόμενος τη θρησκεία της πόλης μπορούσε να επικαλείται τα δικαιώματά του με βάση τους νόμους της και να κάνει όλες τις τελετές που του επέτρεπαν οι νομικές διαδικασίες. Αντίθετα, ο ξένος που δεν συμμετείχε στη θρησκευτική ζωή, δεν συμμετείχε ούτε στη νομοθεσία. Αν εισερχόταν στον ιερό χώρο, τον οποίο οι ιερείς είχαν καθορίσει για τη συγκέντρωση, τον τιμωρούσαν με θάνατο. Οι νόμοι της πόλης δεν ίσχυαν γι' αυτόν. Αν διέπραττε έγκλημα, τον μεταχειρίζονταν ως σκλάβο και τον τιμωρούσαν χωρίς δικαστική απόφαση, εφόσον η πόλη δεν ήταν υποχρεωμένη να του παράσχει νομική προστασία. Όταν οι άνθρωποι αντιλήφθηκαν την ανάγκη ύπαρξης νομοθεσίας για τους ξένους, ήταν απαραίτητο να εγκαθιδρύσουν ειδικό δικαστήριο. Στη Ρώμη ο δικαστής όφειλε να «γίνει ο ίδιος ξένος» για να δικάσει έναν ξένο preator peregrinus. Στην Αθήνα, δικαστής των ξένων ήταν ο πολέμαρχος, δηλαδή, ο υπεύθυνος δικαστής για θέματα πολέμου και διαπραγματεύσεων με τον εχθρό[8].
Στη Ρώμη και στην Αθήνα δεν επιτρεπόταν στον ξένο να αποκτήσει ιδιοκτησία, δεν μπορούσε να παντρευτεί Αθηναίο πολίτη και μάλιστα η ξένη γυναίκα και, αν παντρευόταν, ο γάμος δεν είχε ισχύ και τα παιδιά του θεωρούνταν νόθα[9]. Δεν μπορούσε να υπογράψει συμβόλαιο με έναν πολίτη, διότι ο νόμος σε καμία περίπτωση δεν αναγνώριζε την εγκυρότητα του συμβολαίου. Αρχικά, δεν του επιτρεπόταν να συμμετέχει ούτε στο εμπόριο[10]. Ο ρωμαϊκός νόμος του απαγόρευε να κληρονομήσει έναν πολίτη, καθώς επίσης απαγόρευε στον πολίτη να κληρονομήσει τον ξένο. Ο νόμος αυτός έγινε τόσο αυστηρός, ώστε, εάν ένας ξένος αποκτούσε το δικαίωμα του πολίτη, ο γιος του, που είχε έρθει στον κόσμο πριν το γεγονός αυτό, δεν έπαιρνε τον τίτλο του πολίτη και εν αντιθέσει με τον πατέρα του τον θεωρούσαν ξένο, μη μπορώντας έτσι να τον κληρονομήσει. Η διάκριση ανάμεσα σε πολίτη και ξένο ήταν πιο δυνατή από τη φυσική σχέση πατέρα και γιου. Εκ πρώτης όψεως, ο σκοπός φαίνεται ότι ήταν η καθιέρωση ενός συστήματος που θα δημιουργούσε πολλά προβλήματα στους ξένους. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν ήταν αυτός ο σκοπός.
Στην Αθήνα και στη Ρώμη καλωσόριζαν τους ξένους με ωραίες υποδοχές για εμπορικούς και πολιτικούς λόγους. Αλλά ούτε οι καλές τους προθέσεις, ούτε τα συμφέροντά τους μπορούσαν να επικρατήσουν των αρχαίων νόμων, που είχε εγκαθιδρύσει η θρησκεία. Η θρησκεία δεν επέτρεπε σε έναν ξένο να γίνει ιδιοκτήτης, γιατί δεν ήταν δυνατόν να κατέχει μέρος των ιερών χωμάτων της πόλης. Ο ξένος δεν επιτρεπόταν να κληρονομήσει τον πολίτη, ούτε ο πολίτης τον ξένο, διότι κάθε μεταβίβαση περιουσίας συμπεριελάμβανε τη μεταβίβαση της λατρείας και ήταν εξίσου αδύνατο για τον πολίτη να τελεί τη λατρεία του ξένου, όσο για τον ξένο, να τελεί τη λατρεία του πολίτη. Επιτρεπόταν μεν στους πολίτες να καλωσορίσουν έναν ξένο, να του παρέχουν προστασία, ακόμη και να τον εκτιμούν στην περίπτωση που ήταν πλούσιος και αξιότιμος, αλλά δεν του επέτρεπαν να συμμετέχει στις θρησκευτικές τελετές και στη νομοθεσία τους. Ο Σόλων στη νομοθεσία του απαγόρευε τους θρήνους των γυναικών στις κηδείες των ξένων[11].
Ακόμη και οι σκλάβοι σε ορισμένες περιπτώσεις τύχαιναν καλύτερης μεταχείρισης, διότι ο σκλάβος, ως μέλος της οικογένειας που έπαιρνε μέρος στις θρησκευτικές τελετές, συνδεόταν μέσω του κυρίου του με την πόλη και οι θεοί τον προστάτευαν. Η ρωμαϊκή θρησκεία δίδασκε ότι ο τάφος του σκλάβου ήταν ιερός, ενώ του ξένου όχι. Ένας ξένος έπρεπε να βρίσκεται υπό την προστασία ενός πολίτη για να μπορεί να επικαλείται το νόμο, να ασχολείται με το εμπόριο, να υπογράφει συμβόλαια, να απολαμβάνει ήρεμα την περιουσία του και για να έχει το δικαίωμα να τον προστατεύουν οι νόμοι της πόλης. Στην Αθήνα και στη Ρώμη ήταν απαραίτητο κάθε ξένος να έχει έναν προστάτη. Ο ξένος με το να αποδέχεται έναν πολίτη ως προστάτη του, αποκτούσε σχέση με την πόλη και από τότε απολάμβανε μερικά ωφελήματα του αστικού νόμου, τα οποία δεν μπορούσαν να του τα στερήσουν[12]. Στην κλασική Αθήνα οι ξένοι ως περίοικοι ή μέτοικοι μπορούσαν να αποκτήσουν πολιτικά δικαιώματα και να γίνουν υπό προϋποθέσεις Αθηναίοι πολίτες.
Οι αρχαίοι Έλληνες έζησαν την ξενιτειά από τη δευτέρα χιλιετία π.Χ., με τις αποικίες και τις μεταναστεύσεις για οικονομικούς λόγους στην Μ. Ασία, με τις Ιωνικές, τις Δωρικές και τις Αιολικές αποικίες, αλλά και στα παράλια του Ευξείνου πόντου και στην κάτω Ιταλία. Μεταγενέστερα δε στην Αυστραλία στην Αμερική, στη Γερμανία, στη νότιο Αφρική κλπ. Μπορούμε να πούμε ότι υπήρξαν οι πρώτοι οικονομικοί μετανάστες στην ιστορία. Έχουν την προσφυγιά και την ξενιτειά στο γονίδιό τους. Αυτό όμως δεν τους εμπόδιζε να έχουν επιφυλακτική, αν όχι αρνητική στάση έναντι των ξένων. Βέβαια, αν ως Έλληνα θεωρήσουμε τον «μετέχοντα τῆς ἡμετέρας παιδείας»[13], τότε σημαίνει ότι θεωρούσαν την πνευματική καλλιέργεια και την παιδεία περισσότερο προσδιοριστική της συγγένειας από ό,τι τη φυλετική. Θέση βέβαια εκ διαμέτρου αντίθετη του Xριστιανισμού, που δεν διακρίνει και δεν αξιολογεί τους ανθρώπους βάσει της εθνικής, φυλετικής ή παιδευτικής τους κατάστασης.
      Η αυστηρότητα αυτή δεν εμπόδιζε την παροιμιώδη φιλοξενία τους[14], αφού προστάτης των ξένων ήταν ο Ξένιος Ζεύς. Ο  Περικλής  αναφέρει ότι οι Αθηναίοι διατηρούσαν την πόλη τους ανοικτή σε όλους, δεν έδιωχναν τους ξένους και δεν τους εμπόδιζαν να γνωρίσουν τον πολιτισμό της Αθήνας[15]. Βοηθούσαν και περιποιόταν με κάθε τρόπο τον ξένο[16], του έδιναν τροφή, ενδύματα, στέγη, ήταν ιερό καθήκον η φιλοξενία. Οι σοφοί τους συμβούλευαν και παρότρυναν «Ξένον προτιμάν μάλλον ανθρώποις έθος»[17] και «Ξένους ακούειν μη παρολιγωρείς ποτέ»[18]  και προέτρεπαν «Ξένους ξένιζε μήποτε ξένος γένη»[19]. Όμως ήταν ιδιαίτερα αυστηροί στο να τον κάνουν ισότιμο πολίτη και τον συμβούλευαν: «Ήθη μετέρχου τα προσήκοντα ξένοις»[20], «Ξένω μάλιστα συμφέρει το σωφρονείν»[21] και να σέβεται τους νόμους της περιοχής: «Ξένος ών ακολούθει τοις επιχωρίοις νόμοις»[22] και τους φιλοξενούντες: «Ξένος πεφυκώς τους ξενίζοντας σέβου»[23]. Να μην ασχολείται με τα πράγματα της περιοχής:«Ξένος ών απράγμων ίσθι και πράξεις καλώς»[24] «Ξένω δε σιγάν κρείττον ή κεκραγέναι»[25]. Βέβαια πάνω απ’ όλα πραγματικούς ξένους θεωρούσαν «τους αρετής όντας ξένους[26].

                                             ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Andrewes Α, Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1999.

 Burkert W, Αρχαία ελληνική θρησκεία, μτφ. Ν. Π. Μπεζαντάκου / Α. Αβαγιανού, Αθήνα 1993.

Botsford & Robinson, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 1995.
Γιαννοπούλου I., Ελληνική Ιστορία, τ. Α΄, Ε.Α.Π., Πάτρα 1999.
Glotz G., Η Ελληνική Πόλις, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (Μ.Ι.Ε.Τ.), 1994.

Δημοσθένους, Κατά Νεαίρας, εκδ.Κάκτος.

Ισοκράτους, Πανηγυρικός, εκδ.Κάκτος.

Μενάδρου,Γνώμαι Μονόστιχοι, εκδ. Κάκτος

Πλουτάρχου, Βίοι παράλληλοι-Βίος Σόλωνος, εκδ.Κάκτος.

Πλουτάρχου, Γαμικά παραγγέλματα, εκδ.Κάκτος.





[1] Βλ. Α. Andrewes, Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1999, σ.123.
[2] Βλ. Δημοσθένους, Κατά Νεαίρας, 73.
[3] Πρβλ. W. Burkert, Αρχαία ελληνική θρησκεία, μτφ. Ν. Π. Μπεζαντάκου / Α. Αβαγιανού, Αθήνα 1993, σ. 520.
[4] Βλ. Πλουτάρχου, Γαμικά παραγγέλματα, 31, 142d.
[5] Πρβλ. G. Glotz, Η Ελληνική Πόλις, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (Μ.Ι.Ε.Τ.), 1994, σ. 166.
[6] Πρβλ.Botsford & Robinson, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 1995, σ. 45.
[7] Πρβλ. Ι. Γιαννοπούλου, Ελληνική Ιστορία, τ. Α΄, Ε.Α.Π., Πάτρα 1999, σ. 32.
[8] Πρβλ. G. Glotz, Η Ελληνική Πόλις, ό.π., 1994, σ. 166.
[9] Πρβλ. Δημοσθένους, Κατά Νεαίρας, 13.
[10] Πρβλ. G. Glotz, Η Ελληνική Πόλις, ό.π., σ. 166.
[11] Πρβλ. Πλουτάρχου, Βίοι παράλληλοι-Βίος Σόλωνος, 21.
[12] Πρβλ. G. Glotz, Η Ελληνική Πόλις, ό.π., σ. 271.
[13] Πρβλ. Ισοκράτους, Πανηγυρικός, 50.
[14] Βλ.Μενάνδρου, Γνώμαι μονόστιχοι, 541: «Ξενίας αεί φρόντιζε μη καθυστέρει».
[15] Πρβλ. Θουκιδίδου, Επιτάφιος Περικλέους
[16] Βλ. Μενάνδρου,ό.π., «Ξένους πένητας μη παραδράμης ιδών» και «Ξένοις επαρκών των ίσων τεύξη ποτέ»
[17] Βλ. Μενάνδρου,ό.π.,545.
[18] Βλ. Μενάνδρου, ό.π.,549.
[19] Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,546
[20]  Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,333
[21] Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,537.
[22] Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,539.
[23] Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,548
[24] Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,544.
[25] Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,547.
[26] Βλ. Μενάνδρου, ό.,π.,551