Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016

Οι Τούρκοι στο Αμάρι



                                     Οι Τούρκοι στο Αμάρι

     Την περίοδο της τουρκοκρατίας στην Κρήτη (1669-1898), τα χωριά του Αμαρίου, όπως και όλη η Κρήτη έζησε στη φρίκη και στην  κόλαση.
  Το παιδομάζωμα, οι απαγωγές γυναικών και κοριτσιών, οι εξευτελισμοί, τα φρικτά βασανιστήρια, οι απάνθρωπες εκτελέσεις, οι βαρβαρότητες, οργίαζαν.
    Το 1821 επαναστάτες υπό τον Κουρμούλη, Βουρδουμπά, Πωλεογιώργη και Μελιδόνη, εκστρατεύουν από το επαναστατημένο Ρέθυμνο κατά των Αμπαδιωτών Τούρκων του Αμαρίου, που είχαν φέρει τις οικογένειές τους στον κούλε (φρούριο) του Βαθιακού και είχαν οχυρωθεί, υπό του ανδρείου Δελλή Μουσταφά. Περικυκλώνονται και φονεύονται όλοι. Όμοια έπαθαν και οι άλλοι Αμπαδιώτες Τούρκοι. Τα χωριά τους λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν από τους επαναστάτες: (Πρβλ. Στεφ. Ξανθουλίδου, Ιστορία της Κρήτης, σ.128). Η Ι.Μ. Ασωμάτων για την επαναστατική της δράση καταστράφηκε από τους Τούρκους.
        Στα χωριά του Αμαρίου σύμφωνα με την επίσημη αιγυπτιακή απογραφή του 1834 και την τουρκική του 1881 υπήρχε έντονη παρουσία τουρκικού στοιχείου.
 (1830-1840 η Κρήτη είχε δοθεί από τους Τούρκους, με τη σύμφωνη γνώμη των Μεγάλων Δυνάμεων στους Αιγυπτίους, λόγω της βοήθειας τους στην καταστολή της Ελληνικής επανάστασης του 1821).
        Μόνο Τούρκους είχαν: η Γέννα (το 1881: 263 Τούρκους), οι Βολιώνες (το 1834: 35 τούρκικες οικογένειες και το 1881: 184 Τούρκους και 17 Χριστιανούς), το Βαθιακό (το 1881: 46 Τούρκους και 1 Χριστιανό), ο Άρδακτος ( το 1834: 10 τούρκικες οικογ. και το 1881: 68 Τούρκους και 1 Χριστιανό, το Χωρδάκι (το 1834:8 τούρκικες οικογένειες και το 1881:44 Χριστιανούς και 25 Τούρκους).
      Πλειοψηφία Τούρκων είχαν: η Πατσό (το 1881: 287 Τούρκους και 14 Χριστιανούς), ο Πλάτανος( το 1834 είχε 15 Χριστιανικές οικογένειες και 20 Τούρκικες, και το 1881: 122 Χριστιανούς και 98 Τούρκους), οι Κουρούτες( το 1834: 16 τούρκικες οικογένειες και 5 χριστιανικές και το 1881:104 Χριστιανούς και 78 Τούρκους), ο Θρόνος(το 1834: 9 χριστιανικές και 6 τούρκικες οικογ. και το 1881: 63 Τούρκους και 58 Χριστιανούς). Ο Σμιλές το 1834: 1 χριστιανική οικογένεια και 5 τούρκικες και το 1881:19 Χριστιανούς και 1 Τούρκο.
      Μειοψηφία Τούρκων είχαν: το Αποδούλου( το 1881: 157 Χριστιανούς και 24 Τούρκους), η Νίθαυρι(το 1881: 252 Χριστιανούς και 21 Τούρκους), ο Φουρφουράς(το 1834: 40 Χριστιανικές οικογένειες και 6 τούρκικες), τα Πλατάνια(το 1881:191 Χριστιανούς και 42 Τούρκους), το Νέφς (κυρίως-πρωτεύουσα) Αμάρι ( το 1881: 284 Χριστιανούς και 8 Τούρκους), ο Μέρωνας(το 1834:54 Χριστιανικές οικογ. και 6 Τούρκικες και το 1881: 468 Χριστιανούς και 67 Τούρκους), η Παντάνασσα (το 1834: 8 χριστιανικές οικογένειες και 7 τούρκικες), ο Γερακάρης (το 1834:20 Χριστιανικές οικογ. και 20 Τούρκικες,το 1881: 320 Χριστιανούς και 109 Τούρκους), Η Βισταγή (το 1834: 50 χριστιανικές και 2 τούρκικες οικογένειες, το 1881: 514 Χριστιανούς. Το Πετροχώρι(Αποσέτι): το 1834:12 χριστιανικές οικογένειες και 1 τούρκικη και το 1881: 195 Χριστιανούς  και 35 Τούρκους. Οψυγιάς 1834: 7 χριστιανικές και 1 τούρκικη οικογ.
      Δεν υπήρχαν Τούρκοι ή δεν εξισλαμίσθηκαν κάτοικοι κατά την περίοδο αυτή: στον Αϊ-Γιάννη (το 1881:123 Χριστιανοί), στο Άνω Μέρος (το 1834: 50 Χριστιανικές οικογένειες και το  1881:441 Χριστιανοί), στο Μοναστηράκι (το 1881:276 Χριστιανοί, στην Αγία Παρασκευή(το 1834: 15 Χριστιανικές οικογένειες και το 1881:78 Χριστιανοί), στο Βυζάρι (το 1834: 20 Χριστιανικές οικογένειες και το 1881: 192 Χριστιανοί), στο Καλογέρου( το 1881:192 Χριστιανοί), στις Λαμπιώτες το 1881: 133 Χριστιανοί και  στη Λοχριά (το 1834: 6 Χριστιανικές οικογένειες και το 1881:80 Χριστιανοί).
    Βέβαια οι περισσότεροι από τους παραπάνω τουρκοκρητικούς, ήταν εξισλαμισμένοι Κρήτες, οι οποίοι έχασαν την εθνική τους συνείδηση, αναμείχθηκαν με τους Τούρκους με γάμους, πολεμούσαν μαζί τους εναντίον των Ελλήνων ακόμα και στο Αρκάδι. Ήταν η εποχή που Μωαμεθανός=Τούρκος και Χριστιανός=Έλληνας. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν ανεκτό Τούρκος να είναι Χριστιανός ή Μουσουλμάνος να θεωρείται Έλληνας. Η θρησκευτική διαφορά καθόριζε και την εθνική ταυτότητα, γι’ αυτό και πολλοί εξισλαμισμένοι Κρήτες έφυγαν μαζί με τους Τούρκους οικειοθελώς μετά την αυτονομία της Κρήτης και την αποχώρηση του τουρκικού στρατού το 1898  και υποχρεωτικώς, με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922.
                                  ΕΥΤΥΧΙΟΣ  Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ
                                 Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ



ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ  ΣΟΦΟΙ ΕΙΧΑΝ ΠΡΟΑΙΣΘΑΝΘΕΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Έχουν διασωθεί αρχαία κείμενα που το αποδεικνύουν
Στην Πολιτεία του Πλάτωνα (B, V , 362) – βιβλίο που όλοι το αποδέχονται – περιέχεται μία προφητεία ισάξια μ’ αυτές των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης:
«Θα απογυμνωθεί απ’ όλα εκτός της δικαιοσύνης, διότι φτιάχτηκε αντίθετος στην ως τότε συμπεριφορά. Χωρίς να αδικήσει κανέναν θα δυσφημισθεί πολύ ως άδικος ώστε να βασανισθεί για την δικαιοσύνη και θα γεμίσει με δάκρυα εξαιτίας της κακοδοξίας αλλά θα μείνει αμετακίνητος μέχρι θανάτου και ενώ θα είναι δίκαιος θα θεωρείτε άδικος για όλη του τη ζωή. Έχοντας τέτοιες διαθέσεις ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα δεθεί, θα ανάψουν τα μάτια του και στα τελευταία του αφού πάθει κάθε κακό θα καρφωθεί πάνω σε πάσσαλο, και να ξέρεις ότι δεν είναι δίκαιο αλλά αφού έτσι το θέλει ας γίνει».
Στο έργο Προμηθεύς Δεσμώτης του Αισχύλου, ο Προμηθέας όντας φυλακισμένος στον Καύκασο προλέγει ότι ο λυτρωτής του θα γεννηθεί από την παρθένο Ιώ και τον Θεό (στ.772, 834, 848) θα είναι δηλαδή υιός Θεού και υιός Παρθένου. Αυτός ο Θεάνθρωπος θα καταλύσει την εξουσία των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και την δύναμή τους (908,920). Ο Ερμής τότε σταλμένος από τον Δία προαναγγέλλει στον Προμηθέα τα εξής:
«Τοιούδαι μόχθου τέρμα μη τί προσδόκα πριν αν θεός τις διάδοχος των σων πόνων φανή, θελήση τ’ είς αναύγητον μολείν ‘Άιδην, κνέφαια τ’ άμφί Ταρτάρου βάθη» μετάφραση «μην περιμένεις να λυτρωθείς από τους πόνους προτού θεός πάρει τα πάθια τα δικά σου πάνω του και με τη θέλησή του κατέβει στον ‘Άδη τον ανήλιαγο, στους άφεγγους του Ταρτάρου βυθούς» (στ. 1041-1043).
Ο Σωκράτης στην απολογία του αναφέρει τα ακόλουθα:
«Θα μείνετε κοιμισμένοι σε όλη σας τη ζωή εάν δεν σας λυπηθεί ο Θεός να σας στείλει κάποιον άλλον» (Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους 18{31α}).
Στο Άγιον Όρος υπάρχουν χειρόγραφα που διασώζουν προφητείες της Σίβυλλας –της ιέρειας του Απόλλωνα– για την έλευση του Χριστού π.χ σε χειρόγραφο με την ονομασία «Υπόμνημα εις τον Άγιον Απόστολον Φίλιππον» πού φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρείου αναφέρονται τα εξής:
«Ύστερα από πολύ καιρό θα φθάσει κάποιος εις αυτήν την πολυδιηρημένην γη και θα γεννηθεί με σάρκαν αμόλυντον. Με ανεξάντλητα όρια ώς Θεότητα θα λυτρώσει τον άνθρωπον από την φθοράν των ανίατων παθών. Και θα τον φθονήσει άπιστος λαός και θα κρεμασθεί ψηλά ώς κατάδικος εις θάνατον. Όλα αυτά θα τα υποφέρει με πραότητα».
Στο ίδιο χειρόγραφο αναφέρεται μία ανατριχιαστική προφητεία για την θεανθρώπινη φύση του Χριστού, για το εκούσιον πάθος Του, αλλά και για την Ανάστασή Του:
«Ένας ουράνιος με πιέζει ισχυρά, ό οποίος είναι φως τριλαμπές. Αυτός είναι ο παθών Θεός, χωρίς να πάθει τίποτε ή Θεότης Του, διότι είναι συγχρόνως θνητός και αθάνατος. Αυτός είναι συγχρόνως Θεός και άνθρωπος, που υποφέρει από τους θνητούς τά πάντα, δηλαδή τον σταυρό, την ύβριν, την ταφή. Αυτός κάποτε από τα μάτια του έχυσε δάκρυα θερμά. Αυτός πέντε χιλιάδες χόρτασε με πέντε άρτους, κάτι που ήθελε δύναμη θεϊκή. Ο Χριστός είναι ο δικός μου Θεός, ο οποίος εσταυρώθη εις το ξύλον, ο οποίος εξέπνευσεν, ο οποίος εκ του τάφου ανήλθεν εις τον ουρανόν».
Οι παραπάνω προφητείες αναφέρονται και σε άλλα χειρόγραφα πού βρίσκονται σε άλλες Μονές του Αγίου Όρους η αλλού(π.χ Μονή Σινά). Παρατίθενται ακόμη σε σύγχρονο βιβλίο, στον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Αρχιμανδρίτη Βίκτωρος Ματθαίου.
Και γι’ αυτούς που ίσως αμφισβητήσουν ότι τα παραπάνω ειπώθηκαν πράγματι από την Σίβυλλα και ισχυριστούν ότι είναι επινοήσεις κάποιον Χριστιανών Μοναχών, αρκεί το εξής αδιαμφισβήτητο γεγονός. Από διάφορες πηγές έχει διασταυρωθεί πώς τις προφητείες αυτές αλλά και άλλες –είτε της Σίβυλλας είτε άλλων σοφών Ελλήνων- χρησιμοποίησε η Αγία Αικατερίνη. Συγκεκριμένα, το 305 η Αγία Αικατερίνη η Αλεξανδρινή έλεγχε τον αυτοκράτορα Μαξιμίνο για την ειδωλολατρική του πολιτική.
Ό τελευταίος συγκέντρωσε τότε τους σοφότερους ειδωλολάτρες της αυτοκρατορίας για να την μεταπείσουν και να την κάνουν παγανίστρια. Στο διάλογο που ακολούθησε, αυτή η πάνσοφη και σπουδαγμένη στην Ελληνική παιδεία γυναίκα στην προσπάθειά της να αποδείξει ότι ο Χριστός είναι ο μοναδικός Θεός ανέφερε – μεταξύ άλλων – και τις προφητείες της Σίβυλλας. Και για να προληφθεί η κάθε απερίσκεπτη “σκέψη”, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να έπλασε αυτές τις προφητείες η ίδια η Αγία για τους εξής βασικότατους λόγους: Δεν θα μπορούσε να πει ένα τόσο μεγάλο ψέμα σχετικά με την ιέρεια του Απόλλωνα μπροστά στους σοφότερους εκπροσώπους της αρχαίας θρησκείας, διότι αμέσως όλοι θα διαπίστωναν το ψέμα της. Όμως, όχι μόνο δεν την κατηγόρησε κανείς για αναλήθειες, αλλά αντιθέτως οι σοφοί ειδωλολάτρες παραδέχτηκαν την λεκτική τους ήττα και όλοι αμέσως ασπάστηκαν με τη θέληση τους τον Χριστιανισμό με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να τους θανατώσει.
Κανείς δεν μπορεί λοιπόν να αμφισβητήσει την αδιάσειστη αλήθεια ότι τα προφητικά αυτά λόγια βγήκαν από το στόμα της Σίβυλλας. Σε άλλο χειρόγραφο που βρίσκεται στην Αγιορείτικη Μονή Διονυσίου, αναφέρεται μια άλλη προφητεία της Σίβυλλας:
«Σας προφητεύω έναν τρισυπόστατο Θεό στα ύψη εκτεινόμενο του οποίου ο αιώνιος Λόγος σε ανυποψίαστο κόρη θα κυοφορηθεί, όπως ακριβώς το φέρον φωτιά τόξο, το μέσον του κόσμου διαπερνώντας. Όλο τον κόσμο αφού επαναφέρει στην ζωή, και στον Πατέρα θα τον προσφέρει σαν δώρο. Μαρία θα είναι το όνομα αυτής».
Βλέπουμε λοιπόν ότι η Θεία Πρόνοια μέσω του “σπερματικού λόγου” (όπως τον ονόμασαν οι Πατέρες της Εκκλησίας) φώτισε κάποιους Έλληνες της Αρχαιότητας και έτσι άφησαν εκατοντάδες χρόνια πρίν τον Χριστό προφητείες για την έλευσή Του.
Και άλλοι αρχαίοι λαοί έδωσαν τέτοιες προφητείες χωρίς να πλησιάζουν σε καμία περίπτωση την ακριβολογία των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης περιοριζόμενες αποκλειστικά και μόνο στην αναφορά για τον ερχομό κάποιου Σωτήρα πού θα λυτρώσει τον κόσμο.
Οι προφητείες όμως των αρχαίων Ελλήνων δίνουν λεπτομερέστατα στοιχεία για τον Χριστό (γέννηση Του από την Παρθένο Μαρία, θεανθρώπινη φύση Του, θαύματα Του, Σταύρωση, Κάθοδος στον Άδη και Ανάσταση Του, τρείς υποστάσεις του Θεού). Έτσι, πολλές απ’ αυτές καθίστανται ισάξιες με τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ κάποιες άλλες τις ξεπερνούν κιόλας.
Αυτό ακριβώς αναγνωρίζει και ο μεγάλος μας εκκλησιαστικός συγγραφέας Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (2ος αιώνας μ.Χ), ο οποίος στο έργο του Στρωματείς (5,13) δηλώνει απερίφραστα: «Ούκ οίμαι υπό Ελλήνων σαφέστερον προσμαρτυρήσεσθαι τόν Σωτήρα ημών» δηλαδή «δεν είναι δυνατόν, νομίζω, να προαναγγελθεί σαφέστερα από τους Έλληνες ό Σωτήρας μας».
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι σοφοί Έλληνες της αρχαιότητας όχι μόνο πίστευαν σε ένα Θεό αλλά μίλησαν κιόλας για την τριαδικότητα Του, για την διττή φύση του Χριστού, για την Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Προσπαθούσαν να αποδεσμευτούν από τη δυναστεία των θεών και να πλησιάσουν τον ένα και αληθινό Θεό.
Αποδεικνύεται πως περίμεναν καρτερικά την έλευση του Χριστού για αιώνες. Γι’ αυτό και όταν έγινε η συνάντηση Χριστού και Ελλήνων, ο Χριστός είπε: «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου» (Κατά Ιωάννην -12,23) δηλαδή «έφτασε ή ώρα να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (=ο Χριστός)»Και έτσι έγινε…

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Η Γέννηση του Χριστού στο Κοράνιο



 Η Γέννηση του Χριστού: «Την έπιασαν οι πόνοι της γέννας κοντά σε μια χουρμαδιά και αναφώνησε. Μακάρι να πέθαινα και να ξεχαστώ για πάντα. Μια φωνή όμως της φώναξε από κάτω. Μη στενοχωριέσαι γιατί ο Κύριός σου άνοιξε ένα ρυάκι κάτω από τα πόδια σου. Κούνα το κλαδί του δένδρου και ώριμοι χουρμάδες θα πέσουν μπροστά σου. Φάε πιες και δρόσισε τα μάτια σου. Κι αν δεις κανέναν άνθρωπο πες του: Υποσχέθηκα νηστεία στον πολυεύσπλαχνο, σήμερα δεν θα μιλήσω σε κανέναν. Κατευθύνθηκε προς το σπίτι της, φέρνοντας στην αγκαλιά της το γιό της. Και της είπαν:Μαρία ανεξήγητο πράγμα έκανες. Ω αδελφή του Ααρών, ο πατέρας σου δεν ήταν ασεβής ούτε η μητέρα σου ακόλαστη. Η Μαρία τους έκανε νεύμα να ρωτήσουν το βρέφος» Κοράνιο,19,23-29.

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2016

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ ΝΕΚΡΩΝ



                ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ ΝΕΚΡΩΝ
        
    Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΔΕΝ ΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΝ ΚΑΥΣΗ ΝΕΚΡΩΝ

ΓΙΑΤΊ:
         1.Ο ενταφιασμός αποτελεί παράδοση αιώνων στο Χριστιανισμό. Ο Χριστός, οι Απόστολοι, οι Άγιοι, ενταφιάστηκαν, χωρίς να έχουμε αντίθετο παράδειγμα και εμείς ακολουθούμε «τοις ίχνεσι εκείνων». Βέβαια πουθενά στην Καινή Διαθήκη δεν απαγορεύεται η καύση των νεκρών αλλά και πουθενά δεν συνιστάται.                                                                      Στην Παλαιά Διαθήκη υπήρχε σε ελάχιστες περιπτώσεις για τους νεκρούς που ήταν μεγάλοι παραβάτες του θείου νόμου.
Η καύση νεκρών δεν αποτελεί δογματικό θέμα για την Εκκλησία. Δεν υπάρχει κανένα χριστιανικό  πρόβλημα σε όσους καίγονται σε ατυχήματα ή εγκλήματα. Άλλωστε πολλοί άγιοι μαρτύρησαν καίγοντας τους.
        2. Η καύση είναι πράξη βίας επί του σώματος, που είναι ιερό, ναός Θεού, δημιούργημα του Θεού, άξιο τιμής και σεβασμού. Τα κόκαλα θρυμματίζονται πολτοποιούνται σε σπαστήρα γιατί δεν καίγονται. Η φθορά του σώματος πρέπει να είναι φυσική και ποτέ εξαναγκασμένη, βίαιη.
        3.Η καύση των νεκρών μας απομακρύνει από τη βασική διδασκαλία της μνήμης θανάτου, αφού εκλείπουν τα απτά στοιχεία της πραγματικότητας του, τα οστά, που αποδεικνύουν το πρόσκαιρο της ζωής. Πρέπει όμως να υπάρχει σαν δυνατότητα, για όσους δεν πιστεύουν ή δεν αποδέχονται την Εκκλησία, έχοντας όμως τις συνέπειες της επιλογής των.
       4.Αν ίσχυε η καύση νεκρών μέχρι σήμερα, δεν θα είχαμε τα λείψανα των αγίων τόσο αιώνων, με τα υπερφυσικά σημεία που τα συνοδεύουν(αφθαρσία σώματος, ευωδίες, μυροβλησίες κλπ), που τονώνουν την πίστη μας και δίνουν μαρτυρία Θεού στο σύγχρονο κόσμο. Κατά τον Μ. Βασίλειο «ο αψάμενος οστέων μάρτυρος λαμβάνει τινά μετουσίαν αγιασμού» και κατά τον Ι. Χρυσόστομο «ουχί τα οστά μόνον των μαρτύρων, αλλά και οι τάφοι αυτών και αι λάρνακες, πολλήν βρύουσιν ευλογίαν».  Η καύση νεκρών θα μας στερήσει και στο μέλλον την ευλογία των λειψάνων των νέων αγίων.    
      5.Η καύση των νεκρών είναι ό,τι περισσότερο επιθυμούν οι εγκληματίες, επειδή εξαφανίζονται τα αποδεικτικά στοιχεία και τα πειστήρια του εγκλήματος, DNA, οστά, σάρκες. Πολλά εγκλήματα δεν θα αποδεικνύονται πλέον αν ισχύσει η καύση νεκρών. Η αλήθεια του εγκλήματος δεν μπορεί επίσης να αποδειχθεί εκ των υστέρων σε περίπτωση δικαστικής πλάνης και αναψηλάφησης των στοιχείων, με εκταφή και νέα ιατροδικαστική έρευνα στα οστά και τα υπολείμματα της σάρκας, γιατί πλέον δεν υπάρχουν για έρευνα. Επανειλημμένα έχουν αποκαλυφθεί εγκληματίες 5, 10, 20, χρόνια μετά το έγκλημα με νέα ιατροδικαστική  έρευνα στα οστά. Η Εκκλησία όμως, επιθυμεί, επιδιώκει, διδάσκει τη δικαιοσύνη σ’ όλα τα επίπεδα. Αποτελεί βασικό της πυλώνα.
        6.Η ύπαρξη τάφων και κοιμητηρίων για τον ενταφιασμό των νεκρών, αποτελούν χρήσιμα και πολύτιμα πολιτιστικά και ιστορικά στοιχεία, με τα έργα καλλιτεχνών που υπάρχουν σ’ αυτά, αγάλματα επιγραφές, παραστάσεις, που στολίζουν τους τάφους. Το Α΄ νεκροταφείο Αθηνών χαρακτηρίζεται και ως μουσείο με τα έργα μεγάλων καλλιτεχνών που περιέχει. 
         7Η Εκκλησία όποιον με τη δική του βούληση αποτεφρώνεται, δεν του τελεί την ακολουθία της κηδείας, ούτε μνημόσυνα.
          8. Στις θρησκείες: Στον Ισλαμισμό είναι υποχρεωτικός ο ενταφιασμός. Ο Ιουδαϊσμός και η Ορθοδοξία δεν δέχονται την αποτέφρωση των νεκρώνΣτον Ινδουϊσμό, Βουδισμό και Προτεσταντικό Χριστιανισμό, αποτελεί κανόνα και παράδοση η αποτέφρωση. Οι Καθολικοί τον ανέχονται αν και δεν συμφωνούν.
                                                                                                                                                                                                                                              9.Οι αρχαίοι Έλληνες κατά κανόνα, θεωρούσαν ιερό καθήκον τον ενταφιασμό των νεκρών, γι’ αυτό έχουν διασωθεί πολλοί αρχαίοι τάφοι  και τιμώρησαν τους νικητές στρατηγούς της μάχης των Αργινουσών επειδή δεν έθαψαν τους νεκρούς στρατιώτες. Η Αντιγόνη επίσης τιμωρήθηκε γιατί τηρώντας τους θείους νόμους, έθαψε το νεκρό αδελφό της παρά τις αντίθετες βασιλικές διαταγές.
       10.Η καύση των νεκρών στους ειδωλολάτρες προερχόταν από την αντιχριστιανική, αρχαιοελληνική, Πλατωνική αντίληψη, που θεωρούσε ότι το σώμα είναι κακό, τάφος της ψυχής, «σήμα» και πρέπει να εξαφανιστεί, αλλά και γιατί ο νεκρός προκαλούσε φόβο στους πρωτόγονους, ειδικά αν ήταν κακός, γι’ αυτό χαρακτηρίζεται ως βαρβαρικό έθιμο από πολλούς συγγραφείς.

ΕΥΤΥΧΙΟΣ  Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ  Μ.Α., Ph.D.
     
Σχετ. 5η ΘΕΜΑΤ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΝΠΣ  της  Β΄ ΛΥΚΕΙΟΥ

1.H καύση των νεκρών είναι ότι το καλύτερο επιθυμούν οι εγκληματίες, γιατί εξαφανίζονται τα αποδεικτικά στοιχεία και τα πειστήρια του εγκλήματος. Έτσι η αλήθεια του εγκλήματος δεν μπορεί εκ των υστέρων να αποδειχθεί σε τυχόν δικαστική πλάνη και αναψηλάφηση των στοιχείων, εκταφή και νέα έρευνα στα οστά. Επανειλημμένα πέντε, δέκα, δεκαπέντε χρόνια αργότερα αποκαλύφθηκαν εγκληματίες με νέα ιατροδικαστική έρευνα στα οστά που αν είχαν καεί δεν θα αποδεικνυόταν. Η Εκκλησία όμως θεωρεί τη δικαιοσύνη στη ζωή βασικό πυλώνα, διδασκαλία και σκοπό της.

2.«Τό ἀνθρώπινον σῶμα εἶναι εἰκόνισμα τῆς ἀθανάτου ψυχῆς καί
προβολή τῆς αἰωνιότητος εἰς αὐτόν τόν κόσμον. Ἡ καῦσις τοῦ σώματος ἀποτελεῖ εἰκονοκλαστικήν πρᾶξι πού προσβάλλει τήν πίστι της Εκκλησίας εἰς την αἰωνιότητα. Ἡ διαδικασία τῆς φθορᾶς τοῦ σώματος πρέπει νά εἶναι φυσική καί ποτέ ἐξαναγκασμένη. Ἡ φύσις ἀναλαμβάνει τήν φθορά τοῦ σώματος. Ἡ καῦσις εἶναι πρᾶξις βίας ἐπί τοῦ σώματος. Ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας προερχομένη ἐκ τῆς τιμῆς τῶν Ἁγίων Λειψάνων πείθει ὅτι τά Λείψανα πνευματικῶς ζοῦν, δι’ αὐτό διά την Ἐκκλησίαν ἡ ταφή ἀποτελεῖ αἰωνία ἀξία καί ἡ καῦσις δέν θεωρεῖται ὡς ἀτομικόν δικαίωμα διά τά πιστά μέλη τῆς Ἐκκλησίας.

3. Εἶναι μία καθαρά μηδενιστική πρᾶξις, πού σηματοδοτεῖ τό τέλος τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἀντιθέτως, ἡ ταφή σηματοδοτεῖ τήν ἐλπίδα καί τήν προσδοκία τῆς Ἀναστάσεως». (Μητροπολίτης Πειραιῶς, Σεραφείμ).

4. Η καύση των νεκρών  μας απομακρύνει από τη βασική πατερική διδασκαλία της μνήμης θανάτου, αφού εκλείπουν τα απτά στοιχεία της πραγματικότητάς του.
 «Καθεζόμενος ἐν τῷ κελλίῳ σου, συνάγαγέ σου τὸν νοῦν, μνήσθητι ἡμέρας θανάτου, ἴδε τότε τοῦ σώματος τὴν νέκρωσιν, ἐννόει τὴν συμφοράν, λάβε πόνον, κατάγνωθι τῆς ἐν τῷ «κόσμῳ ματαιότητος» (Εὐάγριος μοναχός). Κι ἡ χρησιμότητα τοῦ στεγνοῦ κρανίου ἔγκειται στὸ νὰ θυμίζει καθημερινὰ στὸ μοναχὸ τὴ ματαιότητα τῶν ἐπιγείων καὶ τὴν ἀποστολή του, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν διὰ τῆς προσευχῆς καὶ τῶν μυστηρίων πνευματικὴ ἐνηλικίωση τοῦ πιστοῦ.

5. Η καύση των νεκρών θα μας στερούσε την ευλογία των λειψάνων των αγίων, τη χάρη, τα θαύματα, τα υπερφυσικά σημεία, τις μυροβλησίες, ευωδίες, αφθαρσίες, τον αγιασμό, που τα συνοδεύουν καὶ ἀποτελοῦν τεκμήρια ἁγιότητος τονώνουν την πίστη και δίνουν μαρτυρία του Θεού στον σύγχρονο κόσμο. Κατά τον Μ. Βασιλείο, «ὁ ἀψάμενος ὀστέων μάρτυρος λαμβάνει τινὰ μετουσίαν ἁγιασμοῦ» και «οὐχὶ τὰ ὀστᾶ μόνον τῶν μαρτύρων, ἀλλὰ καὶ οἱ τάφοι αὐτῶν, καὶ οἱ λάρνακες, πολλὴν βρύουσι εὐλογίαν» κατά τον Ἰω. Χρυσόστομο.

6. Η καύση των νεκρών θα μας στερήσει στο μέλλον τα λείψανα των νέων Αγίων.

7. Η Ὀρθοδοξία, σέβεται τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καὶ στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνομάζει τὰ κατοικητήρια τῶν νεκρῶν κοιμητήρια, ἐπειδὴ τὰ θεωρεῖ ἀπὸ τὴ μία ὡς ξενοδοχεῖα, τὰ ὀποῖα φιλοξενοῦν τὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων «ἄχρι καιροῦ», ἀλλὰ καὶ ὡς διδακτήρια, ποὺ ἀποδεικνύουν τὸ πρόσκαιρο τοῦ παρόντος βίου καὶ κατ᾿ ἐπέκταση τὴν ματαιότητα τῶν πάντων.

8.Ὅταν ἐξαφανιστοῦν ὅλ᾿ αὐτά, λοιπόν, εἶναι φυσικὸ νὰ χαθοῦν καὶ πολλά ἄλλα, ποὺ εἶναι χρήσιμα στοιχεῖα πολιτισμοῦ (π.χ. ἔργα καλλιτεχνῶν ποὺ στολίζουν τοὺς τάφους και αποτελούν ιστορικές πηγές κ.λ.π.). Γιατί, μὴν τὸ λησμονοῦμε ὅτι μεγάλη πηγὴ πολιτισμοῦ εἶναι, αἰῶνες τώρα, και ἡ Ἐκκλησία.

9. « Εἶναι πρωτίστως ζήτημα πίστεως καὶ ὁμολογίας. Κι ἀναφέρομαι στὸ κορυφαῖο καί θεολογικότατο θέμα, ποὺ ἀφορᾶ στὴν καύση τῶν νεκρῶν. Ὄχι τῶν κεκοιμημένων, γιατὶ αὐτὴ εἶναι
ἡ διαφορὰ ποὺ ἔχουμε μὲ τοὺς ὅποιους ἀντιρρησίες τοῦ θέματος: Βλέ-
πεις, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἀντιμετωπίζει τὸν «ἄπνου καὶ νεκρὸ» μὲ
τὴν ἔννοια τοῦ ἄχρηστου καὶ περιττοῦ, ἀλλὰ μὲ τὴν ἄλλη προοπτική:
Τῆς προσδοκίας τῆς Ἀναστάσεως. Ἑπομένως καὶ νοιάζεται τί θὰ ἀπογίνει
αὐτὸ τὸ ἄπνουν σῶμα, τὸ λείψανον ἀλήθεια, τὶ ὄμορφη λέξη καὶ συνάμα
διδακτική! Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ φροντίζει ( βλ. κηδεία, ἀπὸ τὸ ρ. κήδομαι, ποὺ
σημαίνει φροντίζω), τὸ ταχτοποιεῖ, τὸ ἐπιστρέφει ὡς ὅμοιο στὸν οἰκεῖο
χῶρο του, τὴ γῆ, τὴ μάνα-γῆ ποὺ λέγανε κι οἱ σοφοὶ προπάτορές μας. Τὸ
ἐπιστρέφει κι ἔχει κι ἐκεῖ τὴν ἔγνοια του, ἀφοῦ ἡ παρουσία τοῦ μνημείου,
ὅπου τίθεται ὁ κεκοιμημένος, δὲν εἶναι ἕνας τυχαῖος τόπος: εἶναι πάνω
ἀπ᾿ ὅλα ἱερὸ ταμιευτήριο ἀναμνήσεων ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὸν
κόσμο αὐτόν.
Ὅμως θὰ χρειαστεῖ νὰ προσθέσουμε καὶ κάτι ἄλλο ἀκόμη. Ὄχι γιὰ
νὰ ὑποστηρίξουμε τὶς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας ἡ Ὁποία στὸ κάτω-κάτω τῆς
γραφῆς δὲν μᾶς ἔχει ἀνάγκη, ἐμεῖς Τὴν ἔχουμε- ἀλλὰ γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ ποιοὶ τιμοῦν τὸ ἀνθρώπινο σῶμα καὶ ποιοὶ τὸ περιφρονοῦν. Γιατὶ δὲν μπορεῖς τὸ σῶμα σου νὰ τὸ περιποιεῖσαι, νὰ τὸ φροντίζεις, νὰ τὸ προβάλλεις καὶ σὲ κάποια στιγμή, ὅταν πιὰ ἔχει μείνει ἄπνου καὶ νεκρό, ἐκεῖνοι ποὺ τὸ θαύμαζαν, τὸ ὕψωναν ὡς ἕνα ἔργο τέχνης καὶ τὸ σέβονταν, τώρα
νὰ τὸ περιφρονοῦν, νὰ τὸ θεωροῦν ἄχρηστο, τιποτένιο, χωρὶς καμμιὰ ἀξία καὶ νὰ τὸ χαντακώνουν, δίχως καμμιὰ τιμή, καμμιὰ εὐαισθησία, καμμιὰ προσπάθεια διατήρησης τῆς μνήμης. Ναί, τὸ χαντακώνουν, δηλαδή νὰ τὸ ρίχνουν στὴν πυρά, λές καὶ εἶναι κάτι τὸ ἀπόβλητο, τὸ μισητό. Κι αὐτὰ τὰ κάνει ἡ ἴδια ἡ μερίδα τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, ποὺ μέχρι χθὲς θαύμαζε τὸ εἶδος καὶ τὸ κάλλος τοῦ κορμιοῦ καὶ σήμερα τὸ καταστρέφει.
   Ἡ Ἐκκλησία, ποὺ στέκει φιλάνθρωπα καὶ τιμητικὰ ἀπέναντι σὲ κάθε
της παιδί, σὲ κάθε δηλαδή πιστό –χωρὶς νὰ ὑποτιμᾶ τὸν διαφορετικό, τὸν
ὑποτιθέμενο «ἄπιστο» (ἀλήθεια, ὑπάρχει ἄπιστος;) ἁπλῶς διατηρεῖ τὴν
ὑπομονή Της καὶ τοῦ προβάλλει τὴ διδαχή Της– ἔχει μιὰ ἄλλη ἄποψη, γιὰ
τὸ θέμα. Δὲν παραπετᾶ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα, ὅπως ἐπίσης δὲν ἀπορρίπτει
καὶ τὴν ψυχή. Γιατὶ δέχεται τὸν ἄνθρωπο ὡς ψυχοσωματικὴ ὀντότητα,
καθόσον ἔτσι προῆλθε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Δημιουργοῦ. (βλ. Γεν.1, 26-30).
Ὁπότε, πῶς μπορεῖ νὰ ἀπορρίψει τὸ ἕνα, τὸ σῶμα δηλαδή, καὶ νὰ ἀπο-
δεχτεῖ μόνο τὸ ἄλλο; Γι᾿ αὐτὸ ἄλλωστε ἔγιναν τόσες καὶ τόσες Σύνοδοι,
ἀλλὰ καὶ τόσες πραγματεῖες ἤ καὶ λόγοι γράφτηκαν, ὥστε νὰ ὑποστηρί-
ξουν τὸ συναμφότερον τῆς ψυχοσωματικῆς ὀντότητας τοῦ ἀνθρώπου.