Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩN


ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩ · 13 ΙΑΝ. 2019
     5/5 (1)

13 Ιανουαρίου 2019, 08:05
Ανοικτή επιστολή με την οποία αναλύουν τα γκρίζα σημεία της συμφωνίας για το «Μακεδονικό», στέλνουν 12 καθηγητές Πανεπιστημίου. Στην επιστολή που δημοσιεύει το in.gr οι πανεπιστημιακοί αναφέρονται στο όνομα «Βόρεια Μακεδονία», στα λάθη της ελληνικής διπλωματίας και στις αντιφάσεις της εξωτερικής πολιτικής.
Αναλυτικά η επιστολή έχει ως εξής:
Η δημόσια συζήτηση για την αποδοχή και την αναγκαιότητα της συμφωνίας των Πρεσπών μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ περιλαμβάνει τρεις βασικές ανακρίβειες, οι οποίες πρέπει να αποκατασταθούν.
Το αδιέξοδο της διπλωματίας δεν οφειλόταν στην έλλειψη τόλμης ή ευφυΐας.
Για 25 χρόνια το βάρος των διαπραγματεύσεων έπεσε στην εξεύρεση μιας μικτής ονομασίας, η οποία θα χαρακτήριζε και τη νέα χώρα και το έθνος που την κατοικεί και τη γλώσσα που ομιλείται, βάσει της αντίληψης ότι οι λαοί δίνουν την ονομασία τους στις χώρες και τις γλώσσες και όχι το αντίστροφο.
Αυτή ήταν η κόκκινη γραμμή τής ελληνικής διπλωματίας και από πουθενά δεν προκύπτει ότι υπήρξε ποτέ διαφορετική προσέγγιση. Δεν μπορούσε να την παραβλέψει καμιά κυβέρνηση, διότι, ασχέτως των επιστημονικών προσεγγίσεων, η ιστορία αποτελεί, πέρα από κάθε αμφιβολία, τη ραχοκοκαλιά του ελληνικού έθνους και θέμα εξαιρετικά μεγάλης ευαισθησίας στον ελληνικό Βορρά, στην ελληνική Μακεδονία.
Η πραγματικότητα αυτή δεν ανατρέπεται ούτε αναθεωρείται με συνοπτικές διαδικασίες. Η Αθήνα δεν μπορούσε να αναγνωρίσει ένα μακεδονικό έθνος δίπλα στον δικό της μακεδονικό πληθυσμό, ασχέτως της ονομασίας του γειτονικού κράτους, για την οποία πάντοτε υπήρχαν προτάσεις και συζητήσιμες λύσεις.
Δεν είναι έντιμος συμβιβασμός
Η συμφωνία των Πρεσπών δεν αποτελεί έναν έντιμο συμβιβασμό. Στην προσπάθειά να προφυλαχθεί –και όχι να καταπολεμηθεί, όπως μερικοί πιστεύουν–, το εθνικό αφήγημα και των δύο κρατών, εντέλει υπονομεύθηκε ανεπανόρθωτα το προβεβλημένο αντίδωρο των Σκοπίων στην Αθήνα, δηλαδή η μικτή ονομασία erga omnes. Εφόσον, κατά το περίφημο 7ο άρθρο, με τον όρο «Μακεδονία» νοείται και η επικράτεια της ΠΓΔΜ, η διεθνής ονομασία «Βόρεια Μακεδονία» θα συνυπάρχει χωρίς αντιρρήσεις με τη σκέτη «Μακεδονία», την οποία ουδόλως θα επισκιάσει.
Εξάλλου, η ελληνική παραδοχή πως με το επίθετο «μακεδονικός –ή –ό» μπορούν να προσδιορίζονται «η γλώσσα, ο πληθυσμός και τα χαρακτηριστικά του, με τη δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά», συνιστά –για όσους πολιτικούς και εμπειρογνώμονες δεν το έχουν καταλάβει ακόμη– άμεση αναγνώριση από την Αθήνα μιας εθνότητας, που ονομάζεται «μακεδονική». Σε έναν κόσμο, όπου η άγνοια ιστορίας και γεωγραφίας είναι ο κανόνας, η ονομασία υπηκοότητας και εθνότητας συνάμα ως «μακεδονικών», δίνει στους γείτονες, εμμέσως πλην σαφώς, ασχέτως των όρων της συμφωνίας περί αρχαιότητας, απεριόριστη πρόσβαση στη μακεδονική κληρονομιά συνολικά και μάλιστα με την υπογραφή μας.
Είναι διάσπαση
Η συμφωνία των Πρεσπών δεν αποτελεί ουσιαστική συμβολή στην προσέγγιση των δύο γειτονικών λαών
. Δεν επιλύει τη διαφωνία. Προσπαθώντας να δώσει ίσο βάρος σε δύο απολύτως αντιφατικές ιστορικές εκδοχές, παραβιάζει την κοινή λογική, αφού αναγνωρίζει ότι αμφότερες είναι κατ’ όνομα «μακεδονικές». Η συνωνυμία αυτή δεν αποτελεί επωφελή λύση, γι’ αυτό και την αντιμαχόμασταν ανέκαθεν. Εύκολα εκλαμβάνεται ως διάσπαση μιας και μοναδικής μακεδονικής ιστορικής ενότητας, ενώ ο εθνικός προσδιορισμός των «Βορείων» αναπόφευκτα υπερισχύει του τοπικού των «Νοτίων». Αφελής ήταν η αντίληψη των εμπνευστών της ότι οι δύο «αλήθειες» θα μπορούσαν να περιοριστούν και να ισχύουν μόνον μέσα στις αντίστοιχες επικράτειες.
Όπως προκύπτει από τις συνεχείς δηλώσεις των πολιτικών της ΠΓΔΜ,
τα πρόσωπα αυτοπροσδιορίζονται εντός και εκτός της χώρας όπου διαμένουν με τον τρόπο που επιθυμούν. Επιπλέον, η ιστορία δείχνει ότι οι δύο εκδοχές δεν μπορούν να στεγανοποιηθούν μεταξύ τους. Η ελληνική εκδοχή της αρχαίας μακεδονικής ιστορίας αφορά και γεωγραφικό τμήμα της ΠΓΔΜ, ενώ, από την άλλη, οι λεγόμενοι «Αιγαιάτες» πολιτικοί πρόσφυγες και οι απόγονοί τους δεν πρόκειται να αποκηρύξουν τη δική τους ιστορική εκδοχή για τις «χαμένες πατρίδες» τους, όπως προκύπτει από τη διατύπωση του άρθρου 36 στο αναθεωρημένο Σύνταγμα της ΠΓΔΜ. Κοντολογίς η συζήτηση περί ιστορίας και ταυτοτήτων εντός του πλαισίου της συμφωνίας είναι ατελέσφορη και ασύμφορη.
Σφετερισμός
Όλα αυτά, ασχέτως των συναισθημάτων που προκαλούν, δεν είναι οι κύριοι λόγοι που είμαστε αντίθετοι στη συμφωνία των Πρεσπών.
Είμαστε αντίθετοι όχι γιατί η υπογραφή του υπουργού των Εξωτερικών αδυνατεί να αποτρέψει με πειστικό τρόπο τον σφετερισμό ευαίσθητων ιστορικών δεδομένων, αλλά γιατί επιτρέπει ρητά αυτόν τον σφετερισμόˑ όχι γιατί αδυνατεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, αλλά γιατί καταφεύγει σε λογικούς ακροβατισμούς, ώστε να μας πείσει πως το πέτυχε. Είμαστε αντίθετοι όχι γιατί η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύθηκε, αλλά γιατί αδυνατεί να κατανοήσει ποια πράγματα είναι αδιαπραγμάτευτα. Αδυνατεί να κατανοήσει την ευαισθησία των πολιτών της για την ιστορική τους κληρονομιά, μιαν ευαισθησία που νοηματοδοτείται σε πολλές συνταγματικές διατάξεις και έρχεται ως συνέπεια δύο αιώνων δημόσιας εκπαίδευσης.
Είμαστε αντίθετοι, τέλος, λόγω της ασυνέπειας σε μια εθνική γραμμή, η οποία προσδιόρισε την εσωτερική πολιτική και τη διεθνή θέση τής χώρας για 25 χρόνια με τεράστιο κόστος, σε μια γραμμή η οποία συστράτευσε σχεδόν το σύνολο της κοινής γνώμης.
Κι αν το πρόβλημα είχε «κακοφορμίσει», όπως έγραψε πρόσφατα ο τ. υπουργός των Εξωτερικών, ποιος αποφάσισε ότι ο «ακρωτηριασμός» ήταν η δέουσα λύση για την Ελλάδα; Το κράτος μας αντιφάσκει με τον εαυτό του, χωρίς να προτείνει μια βιώσιμη εναλλακτική λύση, ενώ η κυβέρνηση έχει εναποθέσει τη δυναμική της συμφωνίας στις μελλοντικές επιλογές των Σκοπίων.
Βασίλης Κ. Γούναρης, Α.Π.Θ.
Μάνος Καραγιάννης, King’s College London.
Σταύρος Κάτσιος, Ιόνιο Πανεπιστήμιο.
Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Α.Π.Θ.
Κώστας Α. Λάβδας, Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Δημήτρης Ξενάκης, Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Δημήτρης Σκιαδάς, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Άγγελος Συρίγος, Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Μιχάλης Ι. Τσινισιζέλης, Ε.Κ.Π.Α.
Κώστας Υφαντής, Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Ι. Κ. Χασιώτης, Α.Π.Θ.
Ευάνθης Χατζηβασιλείου, Ε.Κ.Π.Α.


Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2019

Η Αραβοκρατία στην Κρήτη (824 - 961 μ.Χ.)


                Η  ΑΡΑΒΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ (824 - 961 μ.Χ.)

                                                                    
                                              ΕΥΤΥΧΙΟΣ Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ

                                          ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩN


"Ο λαός που λησμονεί την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει"


     Το 824 μ.Χ. καταλαμβάνουν την Κρήτη οι Άραβες Σαρακηνοί από τη βόρειο Αφρική και την Ισπανία, με αρχηγό τον Αμπού Χάψ Ομάρ (Απόχαψη) με απόβαση στην περιοχή της Ιεράπετρας και την αποσπούν από την ελληνική Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Μεγάλη αντίσταση στους Άραβες προέβαλε η πρωτεύουσα της Κρήτης την περίοδο αυτή, η ισχυρή πόλη Γόρτυνα. Οι Άραβες με δυσκολία την κατέλαβαν και την κατέστρεψαν ολοσχερώς, όπως και εκατοντάδες ναών και αξιόλογων Χριστιανικών, Μινωικών και Ρωμαϊκών μνημείων της Κρήτη, όπως  τον περίφημο ναό του Αποστόλου Τίτου, στη Γόρτυνα. Ο Μητροπολίτης Κρήτης στη Γόρτυνα Κύριλλος, φονεύεται με μαρτυρικό θάνατο. Από τότε η «χώρα η εξακουστή η έμορφη  Γορτύνη»: (Βλ.Βιντζέντζου Κορνάρου, Ερωτόκριτος, τ.Α΄. ,εκδ. Σύμπαν,(χ.χ.τ.), σ. 105), ύστερα από 1000 χρόνια δυναμικής παρουσίας στα πράγματα της Κρήτης, διαλύεται και πρωτεύουσα γίνεται το σημερινό Ηράκλειο ή  Χάνδακας, όπως το ονόμασαν οι Άραβες, από την τεράστια προστατευτική τάφρο, χανδάκι (Chandak), που δημιούργησαν γύρω από την πόλη, για προστασία από τις πολιορκίες.
      Η Κρήτη πλέον γίνεται ένα φοβερό βαρβαρικό και πειρατικό κέντρο στη Μεσόγειο, το φόβητρο και η μάστιγα των νησιών και των παραλίων περιοχών της Ελλάδος, με τις επιδρομές των «αθεωτάτων Κρητών», όπως ονομάζονται οι Αραβόκρητες στο βίο του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου. Οι συγγραφείς της εποχής την αποκαλούν «βαρβαροτρόφο χώρα»:(Θεοδόσιος ο Διάκονος), είναι η «κατηραμένη χώρα των απίστων, η Θεόλετος Κρήτη» του Κωνσταντίνου του Πυρφυρογεννήτου.
  Η αραβοκρατία της Κρήτης κράτησε 140 χρόνια.
     Την περίοδο αυτή της Αραβοκρατίας στην Κρήτη, έδρασαν και ο Άγιος Ευτύχιος Επίσκοπος Γορτύνης, ο αδελφός του Ευτυχιανός και η αδελφή τους Κασσιανή που ασκήτευσαν γύρω από τη Μονή της Οδηγήτριας στα Αστερούσια και τα λείψανά τους αποκαλύφθηκαν με όραμα στο Άγιο Ιωάννη τον Ξένο αργότερα.
     Με την περίοδο της Αραβοκρατίας συνδέεται  η περιοχή Αμπαδιά (νότια περιοχή του Αμαρίου), η οποία κατά μία ερμηνεία,  πήρε το όνομά της τον 9Ο  μ.Χ. αιώνα από τον Αμπάδ, Σαρακηνό σεΐχη που εγκαταστάθηκε στην ορεινή αυτή περιοχή με τους άνδρες του μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Σαρακηνούς το 830 μ.Χ. Οι Αμπαδιώτες Σαρακηνοί παρέμειναν στην περιοχή αυτή και κατά την τουρκοκρατία. Αποτελούσαν ξεχωριστή φυλή μεταξύ των  υπολοίπων μουσουλμάνων, δεν ήταν τουρκογενείς, διατηρούσαν όχι μόνο τα παλαιά των ήθη και έθιμα, αλλά και τα χαρακτηριστικά της αφρικοαραβικής φυλής τους. Ήταν ζωηροί, ευκίνητοι, άξεστοι. Δεν είχαν έλθει ποτέ σε επιμιξία όχι μόνο με τους Χριστιανούς αλλά ούτε και με τους άλλους Οθωμανούς μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669. Τις σχέσεις των Αμπαδιωτών με τους υπόλοιπους μουσουλμάνους χαρακτήριζε αμοιβαία περιφρόνηση. Οι άλλοι μουσουλμάνοι θεωρούσαν τους Αμπαδιώτες κατωτέρους τους, φυλή ξένη και ταπεινή.Το όνομα Αμπαδιώτης μεταξύ αυτών αποτελούσε ύβρι. Αντίθετα οι Αμπαδιώτες μουσουλμάνοι, ήταν υπερήφανοι για την προέλευσή τους από παλαιούς μουσουλμάνους. Είχαν θρησκευτικές διαφορές από τους υπόλοιπους, δική τους γλώσσα, σε αντίθεση με τους άλλους ομοθρήσκους τους, που μιλούσαν ελληνικά, θεωρούσαν τους άλλους Οθωμανούς νόθους, γιατί προερχόταν σχεδόν όλοι από εξισλαμισθέντες Κρήτες:(Πρβλ.Διονυσίου Κόκκινου, Ακαδημαϊκού, Η Ελληνική Επανάσταση, σ.105). Τα εχθρικά αυτά συναισθήματα, των Αμπαδιωτών Μωαμεθανών, με τους υπόλοιπους Οθωμανούς, επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν οι Χριστιανοί Κρήτες στην επανάσταση του 1821 και να συμμαχήσουν, αλλά προδόθηκαν απ’ αυτούς στον Πασά του Ηρακλείου.
     Βέβαια την άποψη, ότι οι τουρκοκρητικοί της Αμπαδιάς Αμαρίου, που διακρινόταν από τους άλλους τουρκοκρητικούς, για το μικρό ανάστημα, τη μελαμψότητα και την ωμότητά τους, προοερχόταν από τους Άραβες, άλλοι ιστορικοί την απορρίπτουν. Κατ’ αυτούς, δεν υπάρχει καμία πληροφορία, ότι σώζονταν Άραβες στην Κρήτη στην επακολουθήσασα Βυζαντινή περίοδο, όπου έγινε συστηματικός εκχριστιανισμός της Κρήτης και στην μετέπειτα ενετοκρατία των 450 χρόνων, πριν την τουρκοκρατία: (Πρβλ. Στεφ. Ξανθουλίδου, Ιστορία της Κρήτης,εκδ. Ελληνική εκδοτική εταιρεία, Αθήνα 1981, σ.74).
       Τέλος στην τραγική αυτή περίοδο έδωσε ο περίφημος αραβομάχος Στρατηγός και μετέπειτα  Βυζαντινός Αυτοκράτορας και Άγιος της Εκκλησίας Νικηφόρος Φωκάς, απελευθερώνοντάς την το 961 μ.Χ., με μια γιγαντιαία απόβαση και φοβερή σφαγή των αραβοκρητών ως εκδίκηση  για τις πέντε προηγούμενες πολύνεκρες προσπάθειες των Βυζαντινών. Εκχριστιανίζει την Κρήτη με την βοήθεια των Αγίων Νίκωνος του Μετανοείτε και Αθανασίου του Αθωνίτου που έφερε γι΄ αυτό το σκοπό στην Κρήτη αλλά  και του Ιωάννου του Ξένου.  Έτσι άντεξε η Κρήτη τα επόμενα 700 χρόνια συνεχούς σκλαβιάς (450 Ενετοκρατίας και 250 Τουρκοκρατίας).

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

ΠΟΤΕ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ;

Αρχικά, οι Χριστιανοί δεν γιόρταζαν τη γέννηση του Ιησού. Από τις υπάρχουσες πηγές φαίνεται ότι η γέννησή του, μάλλον έγινε στη διάρκεια του φθινοπώρου και όχι τον χειμώνα. Γύρω στον δεύτερο αιώνα έγινε προσπάθεια να οριστεί η πιθανή ημερομηνία γέννησης. Τα πρώτα χρόνια, τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν μαζί με τα Θεοφάνια, δηλαδή στις 6 Ιανουαρίου. Από τον 4ο αιώνα, όμως, η γέννηση του Χριστού διαχωρίστηκε από τα Θεοφάνια και καθιερώθηκε να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου. Ο λόγος της αλλαγής ημερομηνίας ήταν για να «χτυπηθεί» η μέρα λατρείας του Ανίκητου Ηλίου, που ήταν σημαντική για τους ειδωλολάτρες. Ίδια εποχή εορτάζονταν και τα Σατουρνάλια, αφιερωμένα στον Κρόνο καθώς και τα γενέθλια του Μίθρα, τα οποία τιμούσαν κυρίως οι Ρωμαίοι στρατιώτες. Για πρώτη φορά, τα Χριστούγεννα εορτάστηκαν στις 25 Δεκεμβρίου, το 354 μ.Χ. Ο εορτασμός εμφανίζεται στο εορτολόγιο της Ρώμης και αργότερα καθιερώθηκε στην Αντιόχεια και στην Κωνσταντινούπολη. Πολλοί ιστορικοί θεωρούν ότι μάλλον υπολογίστηκε λάθος και η γέννηση του Χριστού, η οποία φέρεται να έγινε τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Αυτό το αποδέχονται και θεολόγοι, καθώς γνωρίζουν ότι η ακριβής ημερομηνία γέννησης είναι ήσσονος σημασίας για τη θρησκεία. 

ΠΡ0ΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟΥ ΔΕΝΔΡΟΥ

Πότε καθιερώθηκε ο στολισμός του Χριστουγεννιάτικου δέντρου
 Το χριστουγεννιάτικο δένδρο καθιερώθηκε τον 8ο αιώνα από τον Άγιο Βονιφάτιο, ο οποίος διαδίδοντας τον Χριστιανισμό στους Γερμανούς, έπρεπε να αντικαταστήσει τις δοξασίες των γηγενών πληθυσμών. Συγκεκριμένα, οι αρχαίοι Γερμανοί λάτρευαν τον ιερό δρυ (βελανιδιά) και ο Βονιφάτιος τους τον αντικατέστησε με το χριστουγεννιάτικο έλατο. Πολλούς αιώνες αργότερα, το 1539, ο Μαρτίνος Λούθηρος θα κρεμάσει πάνω στο έλατο φαγώσιμα ή είδη ρουχισμού. Αυτά τα χρήσιμα δώρα θα αντικατασταθούν, αργότερα, με τα σημερινά στολίδια, τις μπάλες, τα λαμπάκια κλπ. Το πρώτο Χριστουγεννιάτικο δένδρο στην Ελλάδα Στολίστηκε το 1833 στο Ναύπλιο, έξω από το σπίτι του Όθωνα. Στη συνέχεια, όταν η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην Αθήνα, η οικία  του Όθωνα  ήταν το μοναδικό στολισμένο σπίτι στην Αθήνα. Εμπρός στο σπίτι του βασιλιά, λοιπόν, έκαναν ουρά οι Αθηναίοι για να  θαυμάσουν το πρωτόγνωρο δέντρο. Το στολισμένο καραβάκι δεν το γνώριζαν στην Αθήνα παρά μόνο σε ορισμένα νησιά. Συνεπώς, το χριστουγεννιάτικο έλατο ήταν μία νέα μόδα και δεν περιόρισε κάποια προϋπάρχουσα συνήθεια των Αθηναίων και των περισσοτέρων Ελλήνων. Τώρα, γιατί πρέπει να το στολίζουμε, το δέντρο και τη φάτνη,  με ψεύτικο χιόνι αυτό δεν έχει να κάνει με τη Βηθλεέμ, αλλά με τη Γερμανική προέλευση του εθίμου. Πάντως και στην Εσπερία το έθιμο με το στόλισμα του δέντρο διαδόθηκε την ίδια, περίπου, εποχή. O Λευκός Oίκος απέκτησε το πρώτο του στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο το 1856, επί προεδρίας Φράνκλιν Πιρς, ενώ το παλάτι του Oυίδσορ στόλισε για πρώτη φορά χριστουγεννιάτικο δέντρο το 1834. Tο έφερε στο παλάτι ο Πρίγκιπας Aλβέρτος, σύζυγος της Bασίλισσας Bικτόριας για χάρη της βασιλικής οικογένειας.... 

ΠΗΓΗ: ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΑΜΑΝΙΟΥ ΑΠΌ ΤΑ 24 ΓΡΑΜΜΑΤΑ